Skip to main content

163 μέρες χωρίς άνθρακα: Η απεργία που λύγισε τους βαρόνους

Η απεργία που εξελίχθηκε σε εθνική κρίση

O χειμώνας πλησιάζει και ο άνθρακας λιγοστεύει. Οι πόλεις της Ανατολικής Αμερικής σβήνουν, τα νοικοκυριά τρέμουν από το κρύο και ο πρόεδρος Θεόδωρος Ρούζβελτ βλέπει μπροστά του το φάσμα της πείνας, της οργής και του χάους.

Μια απεργία ανθρακωρύχων στην Πενσυλβάνια εξελίσσεται σε εθνική κρίση. Για πρώτη φορά, η Ουάσινγκτον δεν στέλνει στρατό να τη σπάσει – αλλά πρόεδρο να τη λύσει.

Η σιωπή στις στοές

Το ημερολόγιο γράφει 12 Μαΐου 1902, όταν 147.000 ανθρακωρύχοι δεν εμφανίζονται στη δουλειά τους. Είναι αποφασισμένοι να μην επιστρέψουν έως ότου δικαιωθούν. Ακολουθούν 163 εφιαλτικές ημέρες.  Η Αμερική μπαίνει στο σκοτεινό τούνελ μιας απεργίας που απειλεί να τινάξει στον αέρα τη βιομηχανική της καρδιά, να παγώσει τις πόλεις της και να συντρίψει τον νεοεκλεγμένο πρόεδρο.

Οι ανθρακωρύχοι ζητούν ανθρώπινες συνθήκες: αύξηση μισθού, μείωση ωραρίου, αναγνώριση του συνδικάτου τους. Οι εργοδότες γελούν. Νομίζουν πως θα τους εξαντλήσουν. Κάνουν λάθος.

Ο Ρούζβελτ βράζει

Ο Ρούζβελτ μετρά μόλις οκτώ μήνες στην προεδρία, μετά τη δολοφονία του ΜακΚίνλεϊ. Οι σύμβουλοί του του ζητούν να πάει με το μαλακό. Να μην ενοχλήσει τους μεγιστάνες. Αλλά ο ίδιος βράζει.

Θέλει να σπάσει τα δεσμά των τραστ, να βάλει κανόνες στους θεούς της αγοράς. Έχει ήδη στραφεί κατά του J.P. Morgan με την υπόθεση Northern Securities. Τώρα όμως, η σύγκρουση είναι με τη βιομηχανία άνθρακα — και με τον ίδιο τον χειμώνα.

Η χώρα τρέμει — και όχι μόνο από το κρύο

Οι πόλεις αρχίζουν να στερεύουν από άνθρακα. Τα σχολεία απειλούν να κλείσουν. Τα νοσοκομεία αδυνατούν να λειτουργήσουν. Οι φούρνοι, τα τραμ, οι φτωχογειτονιές βυθίζονται στο σκοτάδι.

Ο κόσμος καίει ξύλα, ξεριζώνει πατώματα. Οι πλούσιοι αποθηκεύουν. Οι τιμές τετραπλασιάζονται. Η οργή θεριεύει. Ο Ρούζβελτ νιώθει παγιδευμένος. «Δεν έχουμε ευθύνη — αλλά θα μας θεωρήσουν υπεύθυνους», γράφει σε φίλους.

Η δραματική συνάντηση του Οκτωβρίου

Στις 3 Οκτωβρίου, καθισμένος σε αναπηρικό καροτσάκι λόγω ατυχήματος, καλεί σε συνάντηση τους εργοδότες και τους εργάτες. Ο Τζον Μίτσελ εμφανίζεται με αξιοπρέπεια. Οι βιομήχανοι περιφρονούν την πρόσκληση. «Όχι», λένε. «Δεν διαπραγματευόμαστε με συνδικάτα. Δεν μας λέει κανείς πώς να κάνουμε τη δουλειά μας.»

Ο Ρούζβελτ απογοητεύεται. Φλερτάρει με την ιδέα να εθνικοποιήσει τα ορυχεία. Ένας σύμβουλος τον ρωτά για το Σύνταγμα. Η απάντηση έρχεται θυμωμένη: «Το Σύνταγμα φτιάχτηκε για τον λαό, όχι ο λαός για το Σύνταγμα».

Το χαρτί του J.P. Morgan

Μπροστά στον κίνδυνο ταραχών και κατάρρευσης, ο Ρούζβελτ καταφεύγει στον εχθρό του. Ο υπουργός Πόλεμου Έλιου Ρουτ συναντά τον Μόργκαν στο γιοτ του, Corsair. Μέσα σε πέντε ώρες, καταστρώνουν ένα σχέδιο: ανεξάρτητη επιτροπή, με όρους που σώζουν τα προσχήματα. Οι εργοδότες υποκύπτουν. Οι εργάτες επιστρέφουν στις στοές στις 23 Οκτωβρίου.

Η Επιτροπή μιλά – και η ιστορία αλλάζει

Η Επιτροπή ξεκινά τις ακροάσεις. Πάνω από 500 μάρτυρες καταθέτουν. Ο Κλάρενς Ντάροου συγκλονίζει με τη ρητορική του: «Δεν πολεμάμε για εμάς. Πολεμάμε για όσους θα έρθουν μετά από εμάς.»

Τον Μάρτιο του 1903, η ετυμηγορία πέφτει: 10% αύξηση μισθών. Μείωση ωραρίου από 10 σε 9 ώρες. Δημιουργία μόνιμης επιτροπής διαιτησίας. Η ένωση των ανθρακωρύχων δεν αναγνωρίζεται επίσημα, αλλά το ηθικό έδαφος αλλάζει.

Το τέλος μιας απεργίας – η αρχή μιας εποχής

Ο Ρούζβελτ συγχαίρει τους επιτρόπους. Στέλνει ευχαριστήρια επιστολή στον Μόργκαν — χωρίς να λάβει απάντηση. Αλλά δεν τον νοιάζει. Ξέρει ότι έθεσε προηγούμενο: για πρώτη φορά, το κράτος δεν είναι φρουρός των εργοδοτών, αλλά διαιτητής υπέρ του δημοσίου συμφέροντος.

Η εργατική τάξη ανασαίνει. Η κοινωνία μετατοπίζεται. Και ο Ρούζβελτ θεμελιώνει το δόγμα του «Square Deal» — της δίκαιης μεταχείρισης. Για εργάτες και εργοδότες. Για τον λαό, που παγώνει και περιμένει.