Skip to main content

Δ. Τζανακόπουλος: Με τις πλάτες της Ν.Δ. ακροδεξιές οργανώσεις έχουν βγει εκτός ελέγχου

Για ιστορική μέρα έκανε λόγο ο υπουργός Επικρατείας και κυβερνητικός εκπρόσωπος Δημήτρης Τζανακόπουλος αναφερόμενος στην επικείμενη ψηφοφορία στη Βουλή για τη Συμφωνία των Πρεσπών, ενώ επιτέθηκε στη Ν.Δ. κατηγορώντας την πως έχει μετατοπιστεί σε ακραίες θέσεις.

Μιλώντας στον ραδιοφωνικό σταθμό «Στο Κόκκινο» ο κ. Τζανακόπουλος ανέφερε ότι «σήμερα επιλύεται μια ιστορική εκκρεμότητα μεταξύ των δυο χωρών», η οποία – όπως παρατήρησε – «θα μπορούσε να είναι το έναυσμα για μια νέα εποχή όχι μόνο στις διμερείς σχέσεις αλλά και στα Βαλκάνια καθώς η Συμφωνία των Πρεσπών αποτελεί πρότυπο με το όποιο μπορούν να επιλύονται διμερείς διαφορές».

Ο κ. Τζανακόπουλος επισήμανε πως η Συμφωνία των Πρεσπών λειτούργησε ως καταλύτης για να εκκινήσει ο διάλογος μεταξύ του ΣΥΡΙΖΑ και πολιτικών δυνάμεων και προσώπων της κεντροαριστεράς επισημαίνοντας πάντως πως υπάρχουν ακόμα πολλά ζητήματα που πρέπει να μπουν στο τραπέζι των συζητήσεων.

Παράλληλα χρέωσε «εξαλλοσύνες» στην αξιωματική αντιπολίτευση σημειώνοντας πως ο κ. Μητσοτάκης και η Ν.Δ. «βρέθηκαν σε ένα πολιτικό αδιέξοδο και επέλεξαν καθ’ όλη τη διάρκεια των συζητήσεων να εφευρίσκουν και να κατασκευάζουν επιχειρήματα ώστε να μην υποστηρίξουν μια ιστορική συμφωνία, μια ιστορικού χαρακτήρα πρωτοβουλία».

Κληθείς να σχολιάσει τη στάση της προέδρου του Κινήματος Αλλαγής Φώφης Γεννηματά εξέφρασε την άποψη ότι οι δυνάμεις της κεντροαριστεράς έμειναν πολιτικά και ιδεολογικά άστεγες καθώς, όπως τόνισε, «η κ. Γεννηματά και το ΚΙΝΑΛ αποφάσισαν να θέσουν ως κεντρικό κριτήριο της πολιτικής της τοποθέτησης όχι το συμφέρον της χώρας και τη σημασία της Συμφωνίας των Πρεσπών αλλά να «διαβάσουν» όλην την πολιτική συγκυρία με βάση το κριτήριο της λεγόμενης στρατηγικής ήττας του ΣΥΡΙΖΑ, που επί της ουσίας αποτελεί και τον άξονα γύρω από τον οποίο συγκροτείται η πολιτική γραμμή του ΚΙΝΑΛ».

«Με αυτό τον τρόπο ταυτίζονται με τη Ν.Δ., η οποία με τη σειρά της επέλεξε μια γραμμή που θολώνει σε πολύ μεγάλο βαθμό την εικόνα μιας κεντροδεξιάς παράταξης την οποία είχε θεμελιώσει ο κ. Καραμανλής την περίοδο του 2000. Επέλεξε να ταυτιστεί σχεδόν απόλυτα με τη ακροδεξιά ομάδα της Ν.Δ., τον κ. Σαμαρά, τον κ. Βορίδη και τον κ. Γεωργιάδη» συνέχισε για να προσθέσει: «Τα αποτελέσματα αυτής της πολιτικής ταύτισης τα είδαμε χθες που ο κ. Σαμαράς προχωρώντας ένα βήμα παραπέρα σε σχέση με όσα είχε υποστηρίξει αυτόν τον ένα χρόνο και προσπαθώντας να μας κάνει να ξεχάσουμε και αυτά που ξέρουμε και για τη δική του κυβέρνηση, υποστήριξε ότι δεν υπάρχει μακεδονικό ζήτημα, υποστήριξε ότι δεν πρέπει να προχωρήσουμε στην κατεύθυνση επίλυσης με όρους συνθέτης ονομασίας, κάτι που αποτελεί την εθνική γραμμή εδώ και 20 χρόνια».

Συνεχίζοντας την κριτική του προς την αξιωματική αντιπολίτευση είπε ακόμη η Ν.Δ. «για λόγους πολιτικής συνοχής μετατοπίστηκε και υιοθέτησε τον ακροδεξιό πολιτικό λόγο της ομάδας Σαμαρά-Βορίδη-Γεωργιάδη». «Ο κ. Μητσοτάκης από φιλελεύθερος κεντρώος πολιτικός και μεταρρυθμιστής μεταμορφώνεται μέρα με τη μέρα σε έναν πολιτικό, ο οποίος παραδίνεται και ως προς το λόγο και ως προς το ύφος στην ακροδεξιά. Αυτό απελευθερώνει πολιτικές δυνάμεις δημιουργεί ένα πλαίσιο “κάλυψης” προς πολιτικές δυνάμεις πιο ριζοσπαστικές από τη Ν.Δ.. Γιατί εάν η Ν.Δ. μιλάει για προδοσίες και μειοδοσίες και ξεπουλημένους βουλευτές και εάν στελέχη της στέλνουν απειλητικά μηνύματα ή ενορχηστρώνουν και οργανώνουν καμπάνιες εκβιασμού βουλευτών, τότε τι περιμένετε να κάνει η Χρυσή Αυγή;» διερωτήθηκε. Συμπλήρωσε ακόμη πως χθες στην ομιλία του ο κ. Μητσοτάκης δεν καταδίκασε τις επιθέσεις στους βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ.

«Με τις πλάτες και την κάλυψη της Ν.Δ. οι ακροδεξιές οργανώσεις και φυσικά η Χρυσή Αυγή έχουν βρεθεί σχεδόν εκτός ελέγχου» υποστήριξε ο κυβερνητικός εκπρόσωπος και πρόσθεσε ότι «εμείς ως κυβέρνηση και το δημοκρατικό πολιτικό σύστημα δεν θα επιτρέψει τέτοιες ακραίες συμπεριφορές.

Κληθείς να σχολιάσει την ομιλία στη Βουλή του γ.γ. της Κ.Ε. του ΚΚΕ Δημήτρη Κουτσούμπα και την επίθεσή του προς την κυβέρνηση ο υπουργός Επικρατείας είπε: «Νομίζω όσα είπε ο πρωθυπουργός για το ΚΚΕ και τη στάση του στη συμφωνία των Πρεσπών ήταν αυτά που κινητοποίησαν αυτή την αντίδραση, γιατί μάλλον χτύπησαν κάποιο νεύρο».

Όπως παρατήρησε, «εκείνο που είπε στο ΚΚΕ (ο πρωθυπουργός) με όλη αυτήν την ιστορική κληρονομιά και αυτό το τεράστιο καταγωγικό βάρος είναι ότι πρέπει να αναμετρηθεί με αυτά, ενώ έθεσε μια ερώτηση στον κ. Κουτσούμπα η οποία δεν απαντήθηκε: έστω ότι δεχόμαστε το σύνολο της επιχειρηματολογίας του ότι η Συμφωνία των Πρεσπών επιβλήθηκε από το δυτικό ιμπεριαλισμό, το πολιτικό ερώτημα που μένει αναπάντητο από την πλευρά του ΚΚΕ είναι πώς θα πρέπει να ονομάζονται οι γείτονες μας, το ελληνικό κράτος πρέπει ή δεν πρέπει να το αναγνωρίσει;».

«Το χειρότερο με το ΚΚΕ είναι ότι θα μπορούσε να δεχτεί μια αρνητική ψήφο ή μια αποχή με αιχμή την είσοδο της γειτονικής χώρας στο ΝΑΤΟ αλλά δεν κάνει μόνο αυτό. Προχωρά ένα βήμα παρά πέρα και στο λόγο του έχει εντάξει επιχειρήματα που προέρχονται από το άλλο άκρο του πολιτικού φάσματος δηλαδή για παράδοση της εθνότητας, της γλώσσας και φτάνει ακόμα και στο σημείο να μιλήσει για το ψευδεπίγραφο δικαίωμα του αυτοπροσδιορισμού» συνέχισε για να καταλήξει: «Αυτές οι πολιτικές τοποθετήσεις δεν αρμόζουν σε ένα κόμμα όπως το ΚΚΕ με την πλούσια αγωνιστική του ιστορία».