«Καταπέλτης» ήταν η εισαγγελέας της έδρας του Μικτού Ορκωτού Δικαστηρίου της Αθήνας, ζητώντας την ενοχή του κατηγορούμενου για τη δολοφονία της εφοριακού Δώρας Ζέμπερη, χωρίς κανένα ελαφρυντικό.
Η εισαγγελική λειτουργός στην αγορευσή της αποδόμησε τον ισχυρισμό του κατηγορουμένου ότι ένας Αθηναίος δικηγόρος και ένα ακόμα πρόσωπο με το ψευδώνυμο «Χάρης» ήταν εκείνοι από τους οποίους πήρε την εντολή να βγάλει για 3-4 μήνες εκτός υπηρεσίας την άτυχη εφοριακό, την οποία χαρακτήρισε αξιόλογη.
«Η Δώρα Ζέμπερη ήταν αξιόλογη για την κοινωνία και την οικογένειά της. Αντί να χαίρεται την ηλικία της, ξεχρέωνε χρέη από τζόγο. Είχε πολλά φορτία στην πλάτη της. Είχε πικρία από την οικογένεια. Δεν φρόντισε και ο πατερας να την προστατεύσει.
Είχε πολλές πηγές κινδύνου η Ζέμπερη. Δεύτερη πηγή κινδύνου ήταν το επάγγελμά της. Είχε περαιώσει 230 υποθέσεις. Μια νέα κοπέλα, αντί να είναι ερωτευμένη και να διασκεδάζει, πήγαινε στο νεκροταφείο. Η Δώρα μάλλον είχε απογοητευτεί από τον κόσμο των ζωντανών και πλησίαζε τον κόσμο των νεκρών, το μοναδικό της καταφύγιο» είπε η εισαγγελέας.
Αναφερόμενη στον κατηγορουμενο, σημείωσε ότι υπέπεσε σε πολλές αντιφάσεις κι άφησε ανοιχτό το ενδεχόμενο κάποιος άλλος να συνέταξε τα υπομνήματα με τα οποία άλλαξε την αρχική ομολογία του.
«Τα σημεία που επλήγη η Δώρα δεν ήταν τυχαία» κατά την εισαγγελέα, «ήταν πολλά, ήταν μοιραία».
Η εισαγγελέας χαρακτήρισε μεγάλο έγκλημα της πολιτείας την αποφυλάκιση του κατηγορουμένου βάσει του νόμου, καθώς, όπως είπε, δεν ήταν έτοιμος να επανενταχθεί.
«Δεν ήταν έτοιμος να αποφυλακιστεί. Αυτό ήταν το μεγάλο έγκλημα της πολιτείας. Τρεις-τέσσερις μήνες μετά, έκανε έγκλημα. Την παρακολουθούσε έναν μήνα. Χάλασε τη ζωή του, τη ζωή μιας κοπέλας και της οικογένειας. Αν βρει τον δρόμο για την αλήθεια, ας κοιτάξει τον Θεό και ας την πει».
Νωρίτερα, στην απολογία του ο κατηγορούμενος ισχυρίστηκε ότι γνωστός δικηγόρος τού έδωσε εντολή να τραυματίσει την εφοριακό, ώστε να μείνει εκτός υπηρεσίας για 3-4 μήνες.
Περιγράφοντας τη σκηνή στο νεκροταφείο, είπε: «Έβγαλα το μαχαίρι. Έβαλα δύναμη, την έκοψα στο χέρι, την τραυμάτισα και στο πρόσωπο. Τραβώντας την τσάντα στη διάρκεια της πάλης, η κοπέλα έπεσε πάνω μου. Ακούμπησε το κούτελο της, γυρνά με κοιτά, σηκώνεται και φεύγει. Έφυγα κι εγώ, μετά την άκουσα να φωνάζει “αστυνομία, βοήθεια”. Από την τσάντα πήρα το κινητό και 5 ευρώ. Πέταξα το μαχαίρι και τη μπλουζα και πήγα στο μαγαζί του Πακιστανού που μου είχαν υποδείξει να αφήσω το κινητό. Μου έδωσε 20 ευρώ, πήρα ηρωίνη και γύρισα σπίτι».
Πρόεδρος: «Είναι πολλαπλά τα χτυπήματα».
Κατηγορούμενος: «Το άκουσα από την τηλεόραση. Ήθελαν να την καθαρίσουν και να χρεώσουν σε μένα το έγκλημα. Έφυγε από μένα περπατώντας. Δεν έκανα εγώ τη μαχαίρια στην καρδιά».
Ο κατηγορούμενος ισχυρίστηκε ότι αρχικά ομολόγησε τη δολοφονική πράξη προκειμένου να προστατέψει την κόρη του και να μην πάθει κακό. Η αποστροφή του αυτή προκάλεσε την έντονη αντίδραση του πατέρα της Δώρας, ο οποίος φώναξε: «Εσύ ήθελες να προστατέψεις την κόρη σου, αλλά σκότωσες το δικό μου παιδί…».
naftemporiki.gr