Νέες πιέσεις από κορυφαίους Ευρωπαίους αξιωματούχους δέχεται η κυβέρνηση της Βρετανίας, προκειμένου να αρχίσει άμεσα τις διαδικασίες για την αποχώρησή της από την Ευρωπαϊκή Ένωση, μετά το «ναι» των Βρετανών πολιτών στο Brexit.
Η καγκελάριος της Γερμανίας τηρεί πιο ήπια στάση, λέγοντας ότι αντιλαμβάνεται πως η βρετανική πλευρά χρειάζεται χρόνο, διαμηνύει ωστόσο ότι δεν τίθεται θέμα έναρξης διαπραγματεύσεων πριν την υποβολή επίσημου αιτήματος της Μ. Βρετανίας για έξοδο από την Ευρωπαϊκή Ένωση.
Τα νέα μηνύματα εστάλησαν κατά τις προσελεύσεις των Ευρωπαίων ηγετών και των εκπροσώπων των ευρωπαϊκών θεσμικών οργάνων στη Σύνοδο Κορυφής της Ε.Ε. στις Βρυξέλλες.
Ο πρόεδρος του Ευρωκοινοβουλίου Μάρτιν Σουλτς προσερχόμενος υπογράμμισε την ανάγκη να ξεκινήσει το συντομότερο δυνατόν η συζήτηση για την έξοδο της Βρετανίας, εκτιμώντας ότι το Brexit είναι επικίνδυνο για το Ηνωμένο Βασίλειο και για την Ε.Ε.
«Η Μεγάλη Βρετανία και στο μέλλον θα έχει συγκεκριμένη σχέση με την Ε.Ε. Παραμένει μέλος της G7. Πριν μερικές ημέρες κανείς δεν φανταζόταν ότι θα λάμβανε η οικονομία της αρνητικές αξιολογήσεις από Οίκους όπως η S&P τη Βρετανία. Αυτό δείχνει το επικίνδυνο σπιράλ που έχει μπε» είπε προσερχόμενος στη Σύνοδο Κορυφής.
Έδειξε κατανόηση στο γεγονός ότι η βρετανική κυβέρνηση χρειάζεται κάποιο χρόνο, «όμως δεν μπορουμε να περιμένουμε και πάρα πολύ» σημείωσε και πρόσθεσε ότι «εως τον Σεπτέμβριο θα πρέπει να αρχίσουν οι συζητήσεις».
Ζήτησε να ολοκληρωθεί η διαδικασία της εξόδου με αμοιβαίο σεβασμό και το ταχύτερο δυνατόν, ενώ υπογράμμισε ότι «χρειαζόμαστε μία καλύτερη Ευρώπη».
Αναφερόμενος στη συνεδρίαση του Ευρωκοινοβουλίου είπε ότι «είχαμε συζήτηση πολύ συναισθηματική. Μπορούμε να καταλάβουμε γιατί. Επικίνδυνο αποτέλεσμα για το Ηνωμένο Βασίλειο και για μας. Ένα σημαντικό ποσοστό ψήφισε να παραμείνει αλλά τώρα είναι έξω».
Την ανάγκη να αρχίσει το ταχύτερο δυνατό η διαδικασία εξόδου της Μεγάλης Βρετανίας από την Ε.Ε. υπογράμμισε και ο πρόεδρος της Γαλλίας Φρανσουά Ολάντ.
Όπως είπε, στη συνέχεια θα αρχίσουν οι διαπραγματεύσεις με το Λονδίνο για τις σχέσεις Η.Β. – Ε.Ε..
Ο κ. Ολάντ επανέλαβε πως οι Βρετανοί έκαναν ξεκάθαρα μια επιλογή, για την οποία, όπως είπε, λυπάται, αλλά τη σέβεται.
«Έκαναν την επιλογή να βγουν από την Ε.Ε. με μεγάλη πλειοψηφία. Η εικόνα είναι ξεκάθαρη και δεν μπορώ να φανταστώ μια βρετανική κυβέρνηση που δε θα σεβαστεί την απόφαση του λαού της», πρόσθεσε ο επικεφαλής του γαλλικού κράτους.
«Σαν Ευρωπαιοι πρέπει να βγάλουμε συμπεράσματα. Να προστατέψουμε τα σύνορά μας, να δώσουμε έμφαση στη νεολαία, να βελτιώσουμε τον τρόπο με τον οποίο λειτουργεί η Ευρωζώνη», συμπλήρωσε, σημειώνοντας ότι «όλοι κοιτούν προς την Ευρώπη, από όλο τον πλανήτη».
«Είναι ιστορική ημέρα, είναι οδυνηρό να φεύγει μια χώρα από την Ευρωπαϊκή Ένωση. Η ιστορία δεν σταματά, η Ευρώπη συνεχίζει», κατέληξε.
Από την πλευρά της η καγκελάριος της Γερμανίας Άγκελα Μέρκελ τόνισε ότι ούτε άτυπες ούτε επίσημες διαβουλεύσεις πρόκειται να υπάρξουν πριν το βρετανικό αίτημα αποχώρησης από την Ευρωπαϊκή Ένωση.
«Πρέπει να βελτιώσουμε την ανταγωνιστικότητά μας και πρέπει να χτίσουμε μια στενή σχέση με το Ηνωμένο Βασίλειο, ως εταίρο – πλέον – της Ευρωπαϊκής Ένωσης», ανέφερε η επικεφαλής της γερμανικής κυβέρνησης.
«Θα ακούσουμε την εκτίμηση και αξιολόγηση του Ντέιβιντ Κάμερον για τις εξελίξεις», είπε.
«Λυπούμεθα, αλλά θα παραμείνουμε συνδεδεμένοι με τη Μεγάλη Βρετανία», κατέληξε, ενώ ανέφερε ότι στη Σύνοδο Κορυφής θα συζητηθεί μεταξύ άλλων και το ζήτημα της μετανάστευσης.
Ο πρωθυπουργός της Μεγάλης Βρετανίας Ντέιβιντ Κάμερον προσερχόμενος εξέφρασε την ελπίδα η διαπραγμάτευση της εξόδου του Ηνωμένου Βασιλείου από την Ε.Ε. να γίνει «με όσο το δυνατόν πιο εποικοδομητικό τρόπο», μετά το σοκ του Brexit.
«Θα εξηγήσω ότι η Μ. Βρετανία θα αποχωρήσει από την Ε.Ε., αλλά θέλω η διαδικασία αυτή να είναι όσο το δυνατόν πιο εποικοδομητική και ελπίζω ότι το αποτέλεσμα θα είναι επίσης όσο το δυνατόν πιο εποικοδομητικό», δήλωσε ο κ. Κάμερον, κατά την άφιξή του στις Βρυξέλλες για την κρίσιμη ευρωπαϊκή Σύνοδο Κορυφής για το μέλλον της Ε.Ε.
«Ακόμη κι αν ετοιμαζόμαστε να φύγουμε από την ΕΕ, δεν θα γυρίσουμε την πλάτη στην Ευρώπη», επέμεινε, υπογραμμίζοντας ότι τα 27 άλλα κράτη – μέλη της Ένωσης παραμένουν «γείτονες, φίλοι, σύμμαχοι, εταίροι».
Ο επικεφαλής της συντηρητικής βρετανικής κυβέρνησης ζήτησε να εγκαθιδρυθεί στο μέλλον με τα κράτη αυτά «μια όσο το δυνατόν στενότερη σχέση σε όρους εμπορίου και συνεργασίας για την ασφάλεια, διότι αυτό είναι καλό γι’ αυτά και καλό για μας».