«Η σημερινή Ελλάδα, βρίσκεται κατά κάποιον τρόπο σε μια θέση που μοιάζει με εκείνη του 1821», δήλωσε χαρακτηριστικά ο υπουργός Δικαιοσύνης Νίκος Παρασκευόπουλος, υπό την έννοια ότι κατά τη γνώμη του «και τότε, όπως και τώρα, χωρίς να το θέλουμε βρεθήκαμε στην δίνη της παγκόσμιας ιστορίας και οι εξελίξεις στην χώρα μας φάνηκαν τότε και φαίνονται τώρα να είναι οριακές και να επηρεάζουν ευρύτερα τον παγκόσμιο χάρτη».
«Προσπαθούμε να είμαστε σε διαρκή σχέση με τις άλλες χώρες, τους άλλους πολιτισμούς, αναπτύσσοντας θεσμούς συνδιαλλαγής και συνεννόησης. Τότε πολιτικοί και οι ειδικοί επιστήμονες προσπαθούσαν να θυμίζουν ότι ένας βασικός παράγοντας για τις διεθνής σχέσεις είναι η οικονομία, σήμερα οι ίδιοι οι πολιτικοί, οι επιστήμονες, οι κοινωνιολόγοι προσπαθούν να θυμίζουν ότι ο μόνος παράγοντας ρύθμισης δεν είναι η οικονομία αλλά υπάρχουν και άλλοι παράγοντες», πρόσθεσε ο υπουργός Δικαιοσύνης, μιλώντας στο 1ο Διεθνές Νομικό Συνέδριο, το οποίο συνδιοργανώνουν το Ελληνοαμερικανικό Εμπορικό Επιμελητήριο και η Αμερικανική Δικηγορική Ένωση, στη Στέγη Γραμμάτων και Τεχνών.
«Η Ευρώπη είναι τυχερή διότι έχει ένα σταθερό εργαστήριο παραγωγής θεσμών στο πλαίσιο της Ε.Ε. Δεν υπάρχει όμως ένα ανάλογο διεθνές εργαστήριο, εντατικής παραγωγής θεσμών στις δύο πλευρές του ατλαντικού μεταξύ της χώρας μας και των ΗΠΑ, όπως επίσης και μεταξύ κάποιων Ευρωπαϊκών χωρών και των ΗΠΑ. Αυτό λείπει παρά το γεγονός ότι η ανάγκη είναι πολύ μεγάλη, τόσο μεγάλη όσο και τα όρια μας, οι νέες προβεβλημένες σχέσεις στην οικονομία, τον πολιτισμό και την πολιτική. Αυτό το κενό καλύπτουν κάποιοι θεσμοί όπως ο σημερινός, οι ακαδημαϊκές συναντήσεις στις οποίες μετέχουν θεσμοί, που διαμορφώνουν την επιστήμη και το πνεύμα συνεννόησης μεταξύ των χωρών», σημείωσε ο κ. Παρασκευόπουλος.
Από την πλευρά του, ο πρόεδρος του Δικηγορικού Συλλόγου Βασίλης Αλεξανδρής διαπίστωσε ότι «το πρόβλημα δεν είναι η ταχεία αλλά κυρίως η αποτελεσματική απονομή δικαιοσύνης», προσθέτοντας: «Στη χώρα μας το πρόβλημα είναι βεβαίως πολυπαραγοντικό. Δύο σημαντικοί παράγοντες λ.χ. είναι η έλλειψη οργανωτικών υποδομών και η παρατηρούμενη παραπομπή στο ακροατήριο σχεδόν όλων των υποθέσεων που έχουν αποτελέσει αντικείμενο ποινικής διερεύνησης, κατόπιν μιας μήνυσης, μιας αναφοράς ή μιας αυτεπάγγελτης προκαταρτικής εξέτασης».
Ως παράδειγμα έθεσε την περίπτωση της Γερμανίας, όπου σύμφωνα με τα επίσημα στατιστικά στοιχεία, το 2009, μόλις το 27% των υποθέσεων οδηγήθηκε σε ακροατήριο. Το ίδιο έτος καθιερώθηκε ο θεσμός της ποινικής διαπραγμάτευσης, ο οποίος έκτοτε μείωσε σε μεγάλο βαθμό το σχετικό ποσοστό. «Στο Πρωτοδικείο της Αθήνας, τη δεκαετία 2004-2014 κατατέθηκαν 2.239.269 δικόγραφα. Την ίδια δεκαετία εκδόθηκαν 1.429.933 αποφάσεις. Ποια είναι σήμερα η πραγματική δύναμη των δικαστικών λειτουργών που υπηρετούν στο μεγαλύτερο δικαστήριο της χώρας; Τα στοιχεία δίδουν την απάντηση ότι από 403 δικαστικούς λειτουργούς απουσιάζουν κατ’ έτος 70-80, ενώ κάποιοι Πρόεδροι Πρωτοδικών απασχολούνται αποκλειστικά ως ανακριτές. Αν πράγματι ενοχλούμεθα, πρέπει να αντιδράσουμε εμπράκτως τώρα, αφού ως προς την ποιότητα απονομής της δικαιοσύνης, σε μια κλίμακα που κυμαίνεται από το 0 έως το 4, η Ελλάδα είναι η τελευταία στην Ευρωπαϊκή Ένωση με επίδοση 1,5 και η Κύπρος προτελευταία με επίδοση 2», ανέφερε ο κ. Αλεξανδρής.
Όπως είπε, στον προϋπολογισμό του 2015 έχουν προϋπολογισθεί 561 εκατομμύρια ευρώ για το υπουργείο Δικαιοσύνης, ποσό που αντιστοιχεί στο 0,36% του προϋπολογισμού. «Οι προτεραιότητες κατανομής των κονδυλίων αποδεικνύουν και την πρόθεση για την αποτελεσματικότητα του δικαστικού συστήματος», σχολίασε, προτρέποντας να μην αγνοηθεί «η πολυνομία – η νομοθετική αυθαιρεσία, η ακατανόητη παραγωγή νόμων, υπουργικών αποφάσεων και εγκυκλίων που εφαρμόζονται σποραδικά και τελικώς καταργούνται».
Χαρακτηριστικό παράδειγμα, σύμφωνα με τον κ. Αλεξανδρή, αποτελεί το γεγονός ότι «στην Ελλάδα από το 1975 ψηφίσθηκαν 250 φορολογικά νομοθετήματα και τους τελευταίους 30 μήνες έχουν ψηφισθεί 6 αμιγώς φορολογικοί νόμοι».
newsroom naftemporiki.gr