Skip to main content

Μεταναστευτικό: Στο Λουξεμβούργο την άλλη εβδομάδα οι πρώτοι 12 ασυνόδευτοι ανήλικοι

Στις τελευταίες εξελίξεις στο μεταναστευτικό αναφέρθηκε ο αναπληρωτής υπουργός Μετανάστευσης και Ασύλου, Γιώργος Κουμουτσάκος, στη σημερινή τηλεδιάσκεψη-ενημέρωση των ανταποκριτών ξένου Τύπου.

Ερωτηθείς για την προσωρινή αναστολή αιτήσεων ασύλου, σημείωσε πως «ήταν μία δύσκολη και έκτακτη απόφαση, την οποία προκάλεσαν οι έκτακτες συνθήκες που αντιμετώπισε η χώρα, λόγω της πολιτικής της Τουρκίας να εργαλειοποιήσει το μεταναστευτικό για γεωπολιτικούς λόγους. Τώρα, επανερχόμαστε στο status quo ante. Αυτό το οποίο δεν γίνεται στην παρούσα φάση είναι η εξέταση των αιτήσεων από την Υπηρεσία Ασύλου, η οποία έχει αναστείλει τη λειτουργία της λόγω της πανδημίας, καθώς οι συνεντεύξεις πρέπει να γίνονται διά ζώσης. Αυτό δεν σημαίνει ότι η Υπηρεσία Ασύλου δεν λειτουργεί. Εξετάζει περιπτώσεις του backlog των χιλιάδων αιτήσεων που έχουν συσσωρευτεί και κληρονομήσαμε από την προηγούμενη κυβέρνηση. Η δυνατότητα υποβολής αιτημάτων ασύλου αφορά και εκείνους που πέρασαν τα σύνορα στον Έβρο, τον Μάρτιο. Σκοπός μας είναι η όσο το δυνατόν ταχύτερη εξέταση των αιτημάτων, για να ξέρουμε ποιοι δικαιούνται προστασίας και ποιοι όχι».

Σε ερώτηση για τα νέα κρούσματα κορωνοϊού στα ΚΥΤ και τις δομές φιλοξενίας, ο κ. Κουμουτσάκος διευκρίνισε ότι «μέχρι τώρα είχαμε περιορισμένα κρούσματα στη Μαλακάσα και Ριτσώνα. Μπορέσαμε να αντιδράσουμε αποτελεσματικά και έγκαιρα γιατί υπήρχε σχέδιο, καθορισμένη στρατηγική και οι υπηρεσίες ήταν σε συντονισμό και  εγρήγορση. Η κριτική που γίνεται από κάποιους περί γκέτο είναι ρηχή και επικίνδυνη. Με το να αποτρέπεις την επικοινωνία ανθρώπων, προστατεύεις ταυτόχρονα και τους μετανάστες και τις τοπικές κοινωνίες. Είναι μια προστασία που επιβάλλεται από όλους προς όλους. Μέχρι τώρα, δεν έχουμε κρούσμα στα νησιά και αυτό γιατί έχει ληφθεί μια εκτενής σειρά προληπτικών μέτρων. Η κατάσταση είναι υπό έλεγχο» υποστήριξε ο αναπληρωτής υπουργός.

Για τις νέες αφίξεις, ο κ. Κουμουτσάκος δήλωσε πως «προς το παρόν δεν έχουμε, αλλά δεν μπορούμε να μείνουμε σε αυτό το σενάριο, καθώς λόγω καιρού μπορεί να αυξηθούν. Οι νέες αφίξεις θα πρέπει να μπαίνουν σε καραντίνα κι αυτό θα ισχύει για αρκετό καιρό. Στη Χίο και τη Μυτιλήνη δημιουργούνται χώροι καραντίνας. Στη Σάμο στο νέο κέντρο Υποδοχής και Ταυτοποίησης που ετοιμάζεται θα μεταφερθούν 40 από τα 181 container που μας προσφέρει η Αυστρία, και τα υπόλοιπα στα άλλα νησιά, όπου υπάρχουν ανάγκες. Αυτά, θα χρησιμοποιηθούν για τη φιλοξενία, την περίθαλψη και την υγειονομική απομόνωση τυχόν κρουσμάτων» κορωνοϊού, ανέφερε ο αναπληρωτής υπουργός.

Για τη μετεγκατάσταση ασυνόδευτων ανηλίκων, ο Γιώργος Κουμουτσάκος δήλωσε ότι «έχει αναπτυχθεί μια θετική δυναμική για το θέμα. Ξεκινήσαμε με το Λουξεμβούργο με έναν μικρό, αλλά σημαντικό ως προς τη σημειολογία και τον πληθυσμό της χώρας, αριθμό παιδιών. Θα αναχωρήσουν για το Λουξεμβούργο 12 παιδιά, την ερχόμενη εβδομάδα. Θα έρθουν αύριο από τα νησιά στην Αθήνα. Πρόκειται για εννέα παιδιά από τη Λέσβο, ένα από Σάμο και δύο από Χίο. Θα διαμείνουν σε δομές του ΔΟΜ και θα υποβληθούν σε όλες τις απαραίτητες  ιατρικές εξετάσεις, πριν αναχωρήσουν».

Παράλληλα, υπογράμμισε πως αυτή η πρωτοβουλία του υπουργείου «πυροδότησε το ενδιαφέρον και άλλων εταίρων, όπως η Γερμανία. Τις επόμενες ημέρες, θα μετεγκατασταθούν 50 παιδιά για τη Γερμανία. Και από την Ελβετία υπάρχει ενδιαφέρον για 20 παιδιά. Προθυμία να δεχθούν ασυνόδευτα ανήλικα έχουν εκφράσει και άλλες χώρες, όπως η Γαλλία, η Φινλανδία, η Σερβία, το Βέλγιο, η Λιθουανία, η Κροατία, η Ιρλανδία και η Βουλγαρία. Για όλη αυτή την προσπάθεια θέλω να ευχαριστήσω τα κράτη μέλη, για το ενδιαφέρον και την στήριξή τους» είπε ο κ. Κουμουτσάκος.

Σε ερώτηση, τέλος, για την βοήθεια από την Ευρωπαϊκή Ένωση, ευχαρίστησε την Κομισιόν για τη χρηματοδοτική βοήθεια ύψους 700 εκατ. ευρώ – σε δύο δόσεις – προς την Ελλάδα και πρόσθεσε ότι η χώρα μας ζήτησε άλλα 190 εκατ. ευρώ από τον έκτακτο μηχανισμό στήριξης ESI, για να αντιμετωπίσει την συνδυαστική πρόκληση της πανδημίας και του μεταναστευτικού, «μια πρόταση που έχει εγκριθεί από την Επιτροπή και αναμένεται διαδικαστικά η έγκριση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και Ευρωπαϊκού Συμβουλίου».