Στη δράση ακραίας ισλαμικής , «δείχνοντας» τους Αδελφούς Μουσουλμάνους, απέδωσε την απαρχή των ανησυχητικών εξελίξεων στη Μονή Σινά, ο Μητροπολίτης Μεσσηνίας Χρυσόστομος.
Μιλώντας στον τηλεοπτικό σταθμό Σκάι, ο Χρυσόστομος σημείωσε ότι εάν η απόφαση για την Ιερά Μονή Σινά εφαρμοστεί, θα πρόκειται για καταπάτηση ελευθεριών, ατομικών δικαιωμάτων και κυρίως αμφισβήτηση της διαχρονικής ιστορίας και παρουσίας της Μονής στον συγκεκριμένο τόπο».
Ο Μητροπολίτης εξήγησε στη συνέχεια τα εξής: «Πρέπει να δούμε ποια είναι η παρουσία της και η θετική συμβολή της στον τόπο: ζούσαν καταρχήν ισλαμιστές βοσκοί από την ίδια τη Μονή. Συνέβαλε ουσιαστικά στην αύξηση του τουρισμού, οι Βεδουίνοι ζουν κάτω από τη Μονή και η Μονή τούς χρηματοδοτεί, τους δίνει σπίτια να μείνουν και αυτοί τη σέβονται. Δεν υπάρχει διάκριση τέτοιων πραγμάτων».
«Δυστυχώς μια ακραία ισλαμική οργάνωση είναι αυτή που ξεκίνησε όλο αυτό το θέμα, αμφισβητώντας την κυριότητα των μοναχών επί της Μονής και επί των μνημείων. Ποιο μνημείο σήμερα παγκοσμίως έχει τίτλους κυριότητας; Να είμαστε λογικοί: κανένα! Είχε ξεκινήσει από τους Αδελφούς Μουσουλμάνους αυτό» τόνισε ο Μητροπολίτης.
Ερωτηθείς εάν θεωρεί καθησυχαστική την ανακοίνωση της προεδρίας της Αιγύπτου, δήλωσε πως όλοι ήξεραν ποια θα ήταν η απόφαση του δικαστηρίου, γι’ αυτό και η ελληνική κυβέρνηση, σε συνεργασία με το υπουργείο Παιδείας και το υπουργείο Εξωτερικών, βρίσκονταν για πολλούς μήνες σε δίαυλο επικοινωνίας με τις αντίστοιχες υπηρεσίες και υπουργεία της αιγυπτιακής κυβέρνησης και είχαν καταλήξει σε μια συμφωνία, η οποία έπρεπε να είχε υπογραφεί από τις δυο πλευρές, ώστε να γίνει αντίστοιχα νόμος του κράτους.
«Με αυτόν τον νόμο θα κατοχυρώνονταν και η Μονή και η περιουσία της και τα κτήματα και ό,τι άλλο θεωρούνταν σε εκκρεμότητα» υπογράμμισε ο Χρυσόστομος.
Ο Μητροπολίτης Μεσσηνίας συνέστησε, τέλος, ψυχραιμία στη διαχείριση τέτοιων ζητημάτων: «Έχουμε ανάγκη από λίγη ψυχραιμία ως προς τις αντιδράσεις μας, όταν αντιμετωπίζουμε τέτοια πράγματα και προπαντός σε περιοχές που υπάρχει μεγάλη δυσκολία πρόσβασης εξαιτίας της γλώσσας. Δεν νομίζω πως όλοι ξέρουμε αραβικά και μπορούμε να διαβάσουμε τις πρωτότυπες αποφάσεις. Νομίζω και οι ελληνικές μεταφράσεις της απόφασης δεν διαλευκαίνουν την υπόθεση».