Skip to main content

Επιστροφή κεφαλαίου στους μετόχους

@ SIMATOS 2006

Οι νόμοι που διέπουν τα αποθεματικά δεν είναι κοινοί, αλλά διαφέρουν ανάλογα με τις περιπτώσεις και τον χρόνο θέσπισής τους

Τoυ Παναγιώτη Ψαριανού, προέδρου και διευθύνοντος συμβούλου της εταιρείας οικονομικών συμβούλων και ελεγκτών Γραφείο Ψαριανού Α.Ε.

ΌΠΩΣ είχαμε τονίσει και σε προηγούμενο άρθρο μας -που δημοσιεύτηκε στη «Ναυτεμπορική» στις 15 Απριλίου 2025-, τα αποθεματικά αποτελούν ένα δύσκολο κεφάλαιο της Λογιστικής και της Φορολογίας των Νομικών Προσώπων, αφού πρόκειται για ειδικά θέματα και οι διαχειριστές των φορολογικών και λογιστικών αυτών θεμάτων καλούνται να εφαρμόσουν νόμους και λογιστικές αρχές με τα οποία ίσως δεν έχουν ασχοληθεί ποτέ ή ακόμα και δεν έχουν μελετήσει, αφού δεν εμπίπτουν στις τρέχουσες εργασίες τους, αν και υπάγονται στα καθήκοντά τους.

Όμως, ακόμα κι αν έχουν αντιμετωπίσει αυτά τα θέματα, δεν θα είναι συχνά, αφού σπανίως βρίσκονται στην ανάγκη οι επιχειρήσεις να σχηματίσουν αποθεματικά βάσει ειδικών νόμων, να κεφαλαιοποιήσουν ή να τα διανείμουν.

Κι είναι οι νόμοι τόσο ασαφείς και πολύπλοκοι, λόγω αυτών καθαυτών των θεμάτων, αλλά και λόγω του δυσνόητου και δαιδαλώδους φορολογικού μας συστήματος.

Και, επιπλέον, γιατί οι νόμοι που διέπουν τα αποθεματικά δεν είναι κοινοί, αλλά διαφέρουν ανάλογα με τις περιπτώσεις και τον χρόνο θέσπισής τους και απαιτείται να ανατρέξει κανείς στον χρόνο του σχηματισμού τους -ακόμα και δεκαετίες ολόκληρες-, προκειμένου να διαχειριστεί επιτυχώς και να εφαρμόσει με ακρίβεια τις σχετικές φορολογικές διατάξεις.

ΕΔΩ ΘΑ εξετάσουμε το θέμα της επιστροφής στους μετόχους μέρους του κεφαλαίου που έχει προέλθει από κεφαλαιοποίηση αποθεματικού αναπροσαρμογής αξίας ακίνητων, μέσω μείωσης του μετοχικού κεφαλαίου.

ΒΑΣΕΙ της παρ. 2, του Ν. 2065/92, «Με την καταβολή του φόρου στο ποσό της προκύπτουσας υπεραξίας γηπέδων και κτιρίων, εξαντλείται κάθε φορολογική υποχρέωση από τον φόρο εισοδήματος της επιχείρησης, … των μετόχων … .

Ειδικά, για την ανώνυμη εταιρεία … η εξάντληση της φορολογικής υποχρέωσης παρέχεται με την προϋπόθεση ότι η εταιρεία δεν θα διαλυθεί ή το κεφάλαιό τους δεν θα μειωθεί με σκοπό διανομής στους μετόχους ή εταίρους του ποσού της προκύψασας υπεραξίας των ακινήτων, πριν από την πάροδο πέντε (5) ετών από τον χρόνο της αναπροσαρμογής της αξίας των ακινήτων».

ΣΤΗΝ ΠΑΡ. 3 της ίδιας διάταξης ορίζεται ότι «Σε περίπτωση διάλυσης των πιο πάνω εταιρειών ή μείωσης του κεφαλαίου τους πριν από την πάροδο πέντε (5) ετών, η υπεραξία δεν θεωρείται φορολογικά ως κεφάλαιο που έχει καταβληθεί και φορολογείται με τις διατάξεις που ισχύουν κάθε φορά στη φορολογία εισοδήματος, προστιθέμενη στα κέρδη της επιχείρησης του χρόνου διάλυσης ή μείωσης του κεφαλαίου τους μετά την αφαίρεση του φόρου που καταβλήθηκε…

Η διάταξη της παραγράφου αυτής δεν εφαρμόζεται σε περίπτωση διάλυσης της εταιρείας, με σκοπό συγχώνευσης αυτής με άλλη επιχείρηση και ίδρυσης νέας ανώνυμης εταιρείας ή σε περίπτωση εξαγοράς ή απορρόφησης από άλλη ανώνυμη εταιρεία».

ΕΠΟΜΕΝΩΣ, μετά την πάροδο πέντε ετών από την αναπροσαρμογή της αξίας των ακινήτων με τις διατάξεις του Ν. 2065/92, εφόσον επιστραφεί στους μετόχους το κεφαλαιοποιημένο ποσό της υπεραξίας από αναπροσαρμογή αξίας ακινήτων, σε συνέχεια σχετικής απόφασης της Γ.Σ. των μετόχων της Α.Ε. περί μείωσης του μετοχικού της κεφαλαίου, θεωρείται φορολογικά ως καταβλημένο κεφάλαιο και δεν υπόκειται σε περαιτέρω φορολόγηση.