του Δημήτρη Χατζηνικόλα
Στην Αθήνα επέστρεψε ο πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας, μετά από τη Σύνοδο Κορυφής της Δευτέρας στις Βρυξέλλες και το 4ο Ανώτατο Συμβούλιο Συνεργασίας Ελλάδας – Τουρκίας χθες στη Σμύρνη, όπου τέθηκε επί τάπητος το θέμα των προσφυγικών ροών στο Αιγαίο.
Μέχρι την επόμενη Σύνοδο Κορυφής της Ε.Ε. στις 17 Μαρτίου, η κυβέρνηση και ο Πρωθυπουργός θα πρέπει να βρουν λύσεις με τους εγκλωβισμένους πρόσφυγες εντός συνόρων και κυρίως στην Ειδομένη, όπου η κατάσταση μοιάζει και είναι ασφυκτική. Την ίδια μάλιστα ώρα που ο λεγόμενος βαλκανικός διάδρομος είναι κλειστός μετά και τη χθεσινή απόφαση της Σλοβενίας να κλείσει τα σύνορά της που συμπαρέσυρε σε ανάλογη απόφαση και τη Σερβία.
Ήδη ο αναπληρωτής υπουργός Εθνικής Άμυνας Δ. Βίτσας έχει δηλώσει ότι πρέπει να αποσυμφωρηθεί η Ειδομένη. Ωστόσο σε αυτήν την φάση η κυβέρνηση αποκλείει μια βίαιη απομάκρυνση των προσφύγων και των μεταναστών και τη μεταφορά τους στα κέντρα προσωρινής παραμονής που έχουν ετοιμαστεί στην περιοχή του Κιλκίς και σε ολόκληρη τη Μακεδονία και ελπίζει στην κόπωση των ανθρώπων αυτών και στη συναίνεσή τους ώστε να μεταφερθούν στα κέντρα.
Παράλληλα ελπίζει ότι οι τελευταίες εξελίξεις σε συνδυασμό με τη ΝΑΤΟϊκή αρμάδα στο Αιγαίο θα λειτουργήσουν αποτρεπτικά ώστε πρόσφυγες και μετανάστες να μην επιχειρούν το πέρασμα στο Αιγαίο.
Ανοίγει και πάλι η αξιολόγηση
Στο άλλο μέτωπο, αυτό της αξιολόγησης, η κυβέρνηση επιδιώκει μέχρι το πολύ τα τέλη Απριλίου να έχει συμφωνήσει, νομοθετήσει και περάσει από τη Βουλή τα σχετικά νομοσχέδια, μερικά εκ των οποίων είναι εξαιρετικά αντιδημοφιλή, συναντούν ισχυρές κοινωνικές αντιδράσεις και όπως είναι φυσικό θα δοκιμάσουν τη συνοχή των Κοινοβουλευτικών Ομάδων του ΣΥΡΙΖΑ και των ΑΝΕΛ.
Ενδεικτικό των δυσκολιών που περιμένουν την κυβέρνηση είναι και το χθεσινό άρθρο στον ιστότοπο της WSJ σύμφωνα με το οποίο η Άγκελα Μέρκελ θα πρέπει να πληρώσει ένα πολιτικό τίμημα στο εσωτερικό της χώρας της για να κάνει μια παραχώρηση στο ΔΝΤ για κάποια ελάφρυνση του ελληνικού χρέους, ώστε το ΔΝΤ να μπορεί να συμφωνήσει σε έναν χαμηλότερο δημοσιονομικό στόχο για την Ελλάδα. Αλλιώς οι μόνες της εναλλακτικές «είναι να χάσει την συμμετοχή του ΔΝΤ, που η Γερμανία έλεγε πάντοτε ότι είναι κρίσιμη ή να δοκιμάσει σε οριακό σημείο το πολιτικό σύστημα της Ελλάδας, με μαζικές περικοπές συντάξεων».
Αν δεν συμβεί τίποτε από τα δύο, συνεχίζει ο αρθρογράφος, «ο πανικός του Grexit θα επιστρέψει». Το Μαξίμου δεν θα αφήσει να «πέσει κάτω» η προχθεσινή αναφορά Ντέισελμπλουμ για έναρξη της συζήτησης για το ελληνικό χρέος, παρά το γεγονός ότι ο κ. Σόιμπλε έσπευσε να την ακυρώσει εν τη γενέσει της και παρά το ότι το «ανοιχτό» μικρόφωνο πρόδωσε τις παραγματικές προθέσεις του επικεφαλης του Europgroup. Κι αυτό διότι σε πρώτη φάση η προοπτική μείωσης του χρέους είναι η «συνταγή» που έψαχνε προκειμένου να χρυσώσει το χάπι στα μέλη της Κ.Ο. ώστε να ψηφήσουν τα δύσκολα μέτρα. ενώ θα αποτελέσει και τη βασική γραμμή «υπεράσπισης» της απόφασης για την υιοθέτησή αυτών των μέτρων έναντι των θιγόμενων κοινωνικών ομάδων.
Κυβερνητικός παράγοντας, που εμπλέκεται στις διαπραγματεύσεις, υποστηρίζει ότι πλέον η απόσταση που χωρίζει Αθήνα και θεσμούς δεν είναι μεγάλη αρκεί να υποχωρήσει το ΔΝΤ από τη θέση του για το ύψος του δημοσιονομικού κενού. Ο φόβος, συνεχίζει, είναι μήπως πίσω από τη στάση του Ταμείου κρύβεται η πρόθεσή του, σε «συνεργασία» και με τους «σκληρούς» του Βερολίνου, να καθυστερήσει την όλη διαδικασία μέχρι το καλοκαίρι επαναλαμβάνοντας επί της ουσίας το περσινό σκηνικό της επτάμηνης διαπραγμάτευσης.
Εδώ όμως, σύμφωνα με πολλά κυβερνητικά στελέχη, «παρεμβαίνει» το προσφυγικό. Κανείς στις Βρυξέλλες και στην Καγκελαρία δεν θέλει «να στριμώξει την ελληνική κοινωνία στις μυλόπετρες δύο τόσο σημαντικών προβλημάτων». Για πολλούς στις ευρωπαϊκές πρωτεύουσες η διεξαγωγή στις 23 Ιουνίου του δημοψηφίσματος στην Βρετανία για την παραμονή ή μη της χώρας στην Ε.Ε. παράλληλα με την επαναφορά πάνω στο τραπέζι ενός Grexit, σε συνδυασμό με τις εξελίξεις στο προσφυγικό, θα θέσει σε μείζονα κίνδυνο το ευρωπαϊκό οικοδόμημα.