Skip to main content

Ρήτρα αναπροσαρμογής: Απορρίφθηκαν οι αγωγές σε βάρος της ΔΕΗ

Το δικαστήριο έκρινε ότι «η ρήτρα, όχι μόνο δεν είναι αδόκιμη, αλλά συνιστά μία συναλλακτικώς αποδεκτή πρακτική στην αγορά ηλεκτρικής ενέργειας προκειμένου η τιμολογούμενη προμήθεια ηλεκτρικής ενέργειας να ανταποκρίνεται στην αρχή της κοστοστρέφειας».

Απορρίφθηκαν από το Πολυμελές Πρωτοδικείο της Αθήνας οι αγωγές καταναλωτικών οργανώσεων, δικηγορικών συλλόγων και άλλων, οι οποίοι ζητούσαν την ακύρωση της ρήτρας αναπροσαρμογής στα τιμολόγια ρεύματος της ΔΕΗ.

Το δικαστήριο έκρινε ότι «η ρήτρα, όχι μόνο δεν είναι αδόκιμη, αλλά συνιστά μία συναλλακτικώς αποδεκτή πρακτική στην αγορά ηλεκτρικής ενέργειας προκειμένου η τιμολογούμενη προμήθεια ηλεκτρικής ενέργειας να ανταποκρίνεται στην αρχή της κοστοστρέφειας».

Όπως αναφέρεται στην απόφαση «οι ρήτρες αναπροσαρμογής αφενός μεν επιδρούν στον καθορισμό του τιμήματος, αφετέρου δε, είναι απολύτως αναμενόμενες στις συμφωνίες κυμαινόμενου τιμολογίου. Ο καταναλωτής που επιλέγει να συνάψει σύμβαση προμήθειας ενέργειας όχι σε σταθερή τιμή, αλλά σε κυμαινόμενο τιμολόγιο, ασφαλώς γνωρίζει ότι η διακύμανση γίνεται στη βάση μιας συμβατικής ρήτρας, της ρήτρας αναπροσαρμογής. Ως εκ τούτου οι εν λόγω ρήτρες, όπως κάθε ρήτρα για την αναπροσαρμογή του τιμήματος στην περίπτωση κυμαινόμενου ύψους της παροχής δεν υπόκειται σε έλεγχο καταχρηστικότητας, αλλά μόνο σε έλεγχο διαφάνειας».

Η ΔΕΗ, όπως αναφέρεται στην απόφαση, προχώρησε στην ενεργοποίηση της ρήτρας αναπροσαρμογής από τις 5 Αυγούστου 2021 καθ’ υπόδειξη της ΡΑΕ, αφού είχε γνωστοποιήσει στο καταναλωτικό κοινό την πρόθεση εφαρμογής της από τις 11 Μαρτίου του 2021.« Κατά τον χρόνο εισαγωγής της ρήτρας, ο καταναλωτής είχε στη διάθεσή του όλες τις ουσιώδεις πληροφορίες που απαιτούνται για να λάβει μία τεκμηριωμένη απόφαση συναλλαγής», επισημαίνεται στην απόφαση σημειώνοντας ότι η ΡΑΕ, στο πλαίσιο της εποπτικής της αρμοδιότητας αποφάσισε να συστήσει την εφαρμογή της ρήτρας.

Το δικαστήριο δικαιολογεί την εφαρμογή της ρήτρας αναπροσαρμογής λαμβάνοντας υπόψιν ότι «η ραγδαία αύξηση του κόστους της ηλεκτρικής ενέργειας διεθνώς δεν μπορούσε να προβλεφθεί» κι επισημαίνει: «Σε κάθε περίπτωση, σκοπός της σχετικής ρήτρας δεν είναι ούτε το όφελος, ούτε η βλάβη του πελάτη, αλλά η συμμόρφωση της εναγόμενης προς τις προβλεπόμενες στον Κώδικα Προμήθειας Ηλεκτρικής Ενέργειας αρχές τιμολόγησης, ήτοι την αρχή διαφάνειας ως εξειδικεύτηκε με την 409/2020 απόφαση της ΡΑΕ».

Η ρήτρα πρέπει να είναι διαφανής

Παρόλα αυτά, όπως αναφέρεται στην απόφαση, με βάση τον Κώδικα Προμήθειας Ηλεκτρικής Ενέργειας (ΦΕΚ Απρίλιο του 2013), «οι ρήτρες αναπροσαρμογής πρέπει να εκθέτουν κατά τρόπο διαφανή την αιτία και τη μέθοδο μεταβολής του κόστους του ηλεκτρικού ρεύματος ώστε ο καταναλωτής να μπορεί να ελέγχει τη μεταβολή της τιμής με σαφή, αντικειμενικά κι επαληθεύσιμα κριτήρια», προσθέτοντας πως «η ΔΕΗ μπορεί με τη δική της μόνο θέληση οποιαδήποτε στιγμή που θα διαρκεί η ισχύς του συμβολαίου να αναπροσαρμόζει, τροποποιεί τους όρους και το τιμολόγιο, ενώ ο καταναλωτής έχει το δικαίωμα να το καταγγείλει».

Επιπλέον, σύμφωνα με την απόφαση, «ο προμηθευτής υποχρεούται να παράσχει στον αντισυμβαλλόμενό του τη δυνατότητα να λύσει τη σύμβαση, οφείλει δηλ. να του επιτρέπει να αποδεσμευτεί από τη σύμβαση στο μέτρο που κρίνει ότι είναι ασύμφορη για αυτόν η αναπροσαρμογή».

Το δικαστήριο επικαλείται αποφάσεις του ΔΕΕ και σημειώνει ότι θα πρέπει να μπορεί όντως το δικαίωμα του καταναλωτή να ασκηθεί. «Κάτι τέτοιο δεν θα ισχύει κατά το ΔΕΕ όταν ο καταναλωτής δεν έχει τη δυνατότητα να αλλάξει προμηθευτή ή όταν δεν έχει ενημερωθεί με το δέοντα τρόπο και εγκαίρως για την επικείμενη τροποποίηση».