Skip to main content

Πυρκαγιά στο Μάτι: Οι καταθέσεις-περιγραφές από τους συγγενείς θυμάτων

Συγκλονίζουν οι καταθέσεις συγγενών θυμάτων της φονικής πυρκαγιάς στο Μάτι. «Τους άφησαν στο έλεος του Θεού» φώναξαν στο δικαστήριο, επιρρίπτοντας ευθύνες στους αρμόδιους, τους οποίους καταγγέλλουν για τραγικές παραλείψεις και ολιγωρία.

Όπως κατέθεσαν, δεν υπήρχε ούτε πυροσβεστικό μέσο, ούτε αεροπλάνο, ούτε ακούστηκε κάποια σειρήνα, όπως έχει αναφερθεί, για να τους προϊδεάσει για την καταστροφή που ερχόταν.

Η κ. Μαργαρίτα Φύτρου, η οποία έχασε τον αδελφό της και τα δυο ανήλικα ανιψάκια της, περιέγραψε στους δικαστές τις τραγικές στιγμές που βίωσε όταν έμαθε για τον χαμό τους.

«Στις 3 τα ξημερώματα μου τηλεφώνησε η σύζυγος του αδελφού μου και μου είπε “το Εβιτάκι βρέθηκε νεκρό”. Πήγα στο Μάτι, συνάντησα τη γειτόνισσά μας που σώθηκε φεύγοντας προς Ραφήνα. Πρώτη έφυγε αυτή, πίσω ήταν αδελφός μου. Η διαδρομή του αδελφού μου προς διάσωση ήταν θανάσιμη. Την άλλη ημέρα μέσα στο οικόπεδο Φράγκου βρέθηκε ο μικρούλης Ανδρέας και ο αδελφός μου… Διακρινόταν για τη στοργικότητά του ως πατέρας και εάν είχε λάβει στοιχειώδη ενημέρωση, θα είχε φύγει νωρίτερα. Το αυτοκίνητό του βρέθηκε ανέπαφο κατά τραγική ειρωνεία στη λεωφόρο Ποσειδώνος. Στις κρίσιμες ώρες που ο αδελφός μου βίωνε αυτό, η Πολιτεία ήταν παντελώς ανύπαρκτη. Εάν είχε ενεργοποιηθεί το “112”, θα είχαν σωθεί, όπως γίνεται σήμερα. Καμία προετοιμασία, κανένας σχεδιασμός. Όλοι έπρατταν κατά τη δική τους κρίση. Εάν είχε δεχθεί βοήθεια, θα ζούσαν. Έτσι έγινε η εκατόμβη των θυμάτων και των εγκαυματιών. Μετά από εννέα μήνες, έφυγε και ο πατέρας με αυτόν τον καημό. Είναι λελογισμένο και επιβεβλημένο όλοι αυτοί που δεν έσπευσαν, όλοι αυτοί που ευθύνονται για τα λάθη και τις παραλείψεις της Πολιτείας, να οδηγηθούν ενώπιον της Δικαιοσύνης και να τιμωρηθούν. Να δώσει το δικαστήριο μία δίκαιη τιμωρία για υπαίτιους. Τους εγκλώβισαν χωρίς δυνατότητα διαφυγής…» είπε.

Απανθρακωμένο βρήκε τον πατέρα της μέσα στο αυτοκίνητό του η Παρασκευή Τσάμπρου. «Όταν έφτασα στο αυτοκίνητο και αφού έσκυψα και κοίταξα, δεν είδα τίποτα και πήγα να φύγω. Και κάποιος τότε μου φώναξε – δεν ξέρω ποιος – “κοίταξε καλύτερα”. Είδα τον πατέρα μου πεσμένο στη θέση του συνοδηγού, με τα χέρια του να κρατάει το κεφάλι. Μου είπαν ότι δεν μπορώ να είμαι σίγουρη ότι είναι ο μπαμπάς μου αυτός. Τους ζήτησα να ανοίξουν το πορτ μπαγκάζ, γιατί ήξερα ότι είχε βάλει τον σκύλο μέσα για να μην φοβηθεί. Δεν το έκαναν.  Πήρα το κινητό μου και έριξα φως στο πίσω μέρος του αυτοκινήτου και είδα τον σκύλο μέσα. Τους είπα ότι σε αυτό το αμάξι βρίσκεται πλήρως απανθρακωμένος ο πατέρας μου. Το αυτοκίνητο είχε λιώσει αλλά η πινακίδα μπορούσε να αναγνωριστεί» κατέθεσε η μάρτυρας και συμπλήρωσε:

«Δεν υπήρχε κανείς να ενημερώσει τους κατοίκους ότι έπρεπε να φύγουν, να εκκενώσουν. Απλά τους άφησαν έτσι στο έλεος… Ο παππούς μου, η μητέρα μου και ο αδελφός μου σώθηκαν από θαύμα» ανέφερε.

Έπεφταν πύρινες μπάλες…

Μαζί με τον πατέρα του εκείνη την ημέρα ήταν και ο Νίκος Τσάμπρος. Ο μάρτυρας περιέγραψε στους δικαστές τη φρίκη που βίωσε προσπαθώντας να ξεφύγει από τη μανία της φωτιάς.

«Ο πατέρας μου ήταν ένα αυτοκίνητο πίσω από εμένα… Έκανα αναστροφή και ένας γείτονάς μου μου φώναξε να φύγουμε από άλλον δρόμο. Ξαφνικά πέφτανε πύρινες μπάλες, ακούγονταν εκρήξεις, επικρατούσε μια κατάσταση σαν να ήταν σε πόλεμο. Θεωρούσα ωστόσο ότι ο πατέρας μου ακολουθούσε από πίσω. Περιμέναμε μέσα στο αυτοκίνητο τον πατέρα μου, ο οποίος δεν ακολουθούσε. Ξεκίνησα να τον παίρνω τηλέφωνο, δεν τον έβρισκα. Περιμέναμε χωρίς ανταπόκριση. Μετά από περίπου 30 λεπτά προσπαθήσαμε να πάμε σε ένα φιλικό σπίτι στα Γλυκά Νερά. Ο πατέρας μου πρέπει να απανθρακώθηκε γύρω στις 18:00. Ψάχναμε με την αδελφή μου σε νοσοκομείο, στο λιμενικό, μήπως και τον βρούμε. Βρήκανε το αυτοκίνητό του κάθετα, που σημαίνει ότι πήγε να κάνει αναστροφή, όμως κάτι έγινε εκεί και δεν μπόρεσε».

naftemporiki.gr