Skip to main content

Εμβόλια vs μεταλλάξεις : Ο αγώνας για την ανοσοποίηση του αναπτυσσόμενου κόσμου

Στις αρχές της βδομάδας δημοσιεύθηκε μία μελέτη που υποστήριζε πως σύμφωνα με τις πρώτες δοκιμές το εμβόλιο κατά του κορωνοϊού που έχει αναπτύξει  η AstraZeneca σε συνεργασία με το Πανεποστήμιο της Οξφόρδης προσφέρει περιορισμένη προστασία έναντι της ήπιας νόσου που προκαλείται από την παραλλαγή της Νότιας Αφρικής.

Την είδηση αυτή ακολούθησε η απόφαση της Νότιας Αφρικής να  αναστέλλει προσωρινά το πρόγραμμα εμβολιασμού κατά του  Covid-19, το οποίο επρόκειτο να αρχίσει τις ερχόμενες ημέρες με ένα εκατομμύριο δόσεις του της AstraZeneca.

Τα νέα αυτά καθιστούν ακόμη πιο επείγουσα την ανάγκη να εμβολιαστεί τόσο ο πληθυσμός των φτωχών κρατών όσο και των πλούσιων καθώς αν ο κορωνοϊός συνεχίσει να εξαπλώνεται σε «απροστάτευτους» πληθυσμούς, οι ειδικοί προειδοποιούν πως ο ιός θα μεταλλαχθεί γρήγορα και πάλι, βρίσκοντας ενδεχομένως τρόπο να αντεπεξέλθει όταν βρεθεί υπό την επήρεια των διαθέσιμων εμβολίων.

Σαφώς η μελέτη για το εμβόλιο της  AstraZeneca και την «περιορισμένη» του αποτελεσματικότητα απέναντι στη νοτιοαφρικανική μετάλλαξη, περιπλέκει τα πράγματα για την έκβαση των εμβολιασμών στον αναπτυσσόμενο κόσμο. Υπενθυμίζεται ότι το εμβόλιο της AstraZeneca διατίθεται σε τιμή κόστους από την φαρμακοβιομηχανία, είναι επίσης εύκολο στην αποθήκευση και στην μεταφορά του. Με βάση αυτά τα «χαρακτηριστικά» του, αναμενόταν ότι θα παίξει σημαντικό  ρόλο στους εμβολιασμούς κατά του κορωνοϊού στις φτωχότερος χώρες.

Ωστόσο, υπάρχει μεγάλη πιθανότητα το εμβόλιο να προστατεύει από τις σοβαρές ασθένειες που προκαλούνται από την πιο μεταδοτική παραλλαγή κορωνοϊού. Παρόλα αυτά οι επιστήμονες δεν μπορούν να το πουν ακόμα με σιγουριά.

Παραλλαγές του ιού έχουν εντοπιστεί επίσης στην Βραζιλία, τη Βρετανία και πιθανότατα και σε άλλες περιοχές, αναφέρουν οι επιστήμονες. «Είναι ένας αγώνας δρόμου μεταξύ των εμβολίων και των μεταλλάξεων για να δούνε ποιος θα φτάσει πρώτος στους ανθρώπους», σχολιάζει ο Φερνάντο Ρέιναχ, καθηγητής Βιοχημείας στο Πανεπιστήμιο του Σάο Πάολο.

Άνιση πραγματικότητα

Ο πλανήτης δεν έχει καλό ιστορικό στην έγκαιρη και δίκαιη διαχείριση υγειονομικών κρίσεων, σημειώνουν οι Financial Τimes. Από το 1980, όταν και έγιναν διαθέσιμες οι πρώτες αγωγές κατά του Aids, ο κόσμος χρειάστηκε μια δεκαετία προτού γίνουν προσιτές και προσβάσιμες ευρέως στην Αφρική, την Ινδία και την Λατινική Αμερική. Στο μεταξύ κόσμος πέθαινε.

Το φθινόπωρο του 2009, και αφού ο H1N1 είχε εξαπλωθεί από το Μεξικό σε 214 χώρες, οι πλούσιες χώρες απορρόφησαν όλα τα εμβόλια αφήνοντας τις φτωχές χωρίς επαρκείς δόσεις. Τελικά η πανδημία υποχώρησε, αφήνοντας τουλάχιστον 18.000 θύματα- ίσως και περισσότερα.

Σήμερα βρισκόμαστε αντιμέτωποι με άλλο ένα αγώνα εμβολιασμού, αυτήν τη φορά κατά του Sars-Cov-2, του ιού που προκαλεί τον Covid-19. Οι εμβολιασμοί ξεκίνησαν επίσης άνισα, σχολιάζουν οι FT. Ενώ χώρες όπως το Ηνωμένο Βασίλειο, οι ΗΠΑ, το Ισραήλ και τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα προχωρούν ανοσοποιώντας μεγάλους μέρος του πληθυσμού τους, πολλά φτωχότερα έθνη περιμένουν ακόμα τις πρώτες δόσεις τους.

Η έλλειψει παγκόσμιας συνεργασίας απειλεί να παρατείνει την πανδημία, υποστηρίζει ο πρόεδρος της μη κερδοσκοπικής οργάνωσης για την εξάλειψη της φτώχειας ONE Campaign. «Αυτό που είναι εντυπωσιακό είναι ότι βρισκόμαστε σχεδόν ένα χρόνο σε αυτό (στην πανδημία) και δεν έχε πραγματοποιηθεί μία σύνοδος κορυφής ηγετών σχετικά με τον τρόπο διαχείρισης αυτής της πανδημίας και τη μείωση της διάρκειας ζωής της», αναφέρει ο Γκέιλ Σμιθ.

Υπενθυμίζεται ότι για να εξασφαλιστεί η πρόσβαση χωρών χαμηλού και μεσαίου εισοδήματος στο εμβόλιο κατά του COVID-19, έχει δημιουργηθεί ο μηχανισμός COVAX. Τον COVAX τρέχει η Συμμαχία για τα Εμβόλια, GAVI.

«Θέλαμε να αποφύγουμε τα λάθη του παρελθόντος  με τον H1N1 όταν μια μικρή μερίδα κρατών αγόρασε όλες τις παγκόσμιες προμήθειες εμβολίων και οι φτωχές χώρες έμειναν αβοήθητες», αναφέρει ο γενικός διευθυντής της GAVI, Σεθ Μπέρκλεϊ.  

Ο Συνασπισμός για Καινοτομίες Επιδημιολογικής Ετοιμότητας, ο οποίος συμμετέχει στον μηχανισμό COVAΧ μαζί με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας και την GAVI, επένδυσε έως 1,2 δισεκατομμύρια δολάρια σε εμβόλια κατά του  Covid και στην τόνωση της παραγωγής τους. Ο Covax δημιούργησε μια λέσχη αγοραστών για να πραγματοποιήσει μεγάλες παραγγελίες εμβολίων, με χώρες που θεωρούνται αρκετά πλούσιες να πληρώνουν και 92 φτωχές και μεσαίου εισοδήματος χώρες – με συνδυασμένο πληθυσμό σχεδόν 4 δισεκατομμυρίων ατόμων – να λαμβάνουν δωρεάν δόσεις.

Μία από τις βασικές αρχές του  Covax είναι ότι πρέπει πρώτα να προστατευθούν οι υπάλληλοι υγείας, οι ηλικιωμένοι και οι ευάλωτοι, ανεξάρτητα από το πού ζουν. Στοχεύει επίσης  να διασφαλίσει ότι κάθε συμμετέχουσα χώρα μπορεί να εμβολιάσει το 20% του πληθυσμού της, ανεξάρτητα από το επίπεδο εισοδήματός της. σύμφωνα με το ιδανικό σενάριο του Covax, κάθε χώρα θα είχε κάνει τις παραγγελίες της μέσω του  μηχανισμού της επιτρέποντας στην πρωτοβουλία να «διευθύνει» την παγκόσμια διανομή των εμβολίων ανάλογα με τις ανάγκες κάθε έθνους.

Τα πράγματα δεν έγιναν όμως έτσι. Οι πλούσιες χώρες εξασφάλισαν συμφωνίες προμήθειας  εκατομμυρίων δόσεων πριν ακόμα αποδειχτούν αποτελεσματικά τα υποψήφια εμβόλια. «Με τον πανικό που δημιούργησαν το δεύτερο και το τρίτο κύμα του ιού, και τώρα οι παραλλαγές, βλέπουμε ότι όλοι προσπαθούν να εξασφαλίσουν εμβόλια», σχολιάζει ο Μπέρκλεϊ.

Ως αποτέλεσμα ο Covax παλεύει μόνος του να κλείσει συμφωνίες  για άμεση παράδοση εμβολίων. Σημειώθηκαν επίσης καθυστερήσεις γιατί αρχικά δεν είχε παραγγελίες για τα εμβόλια των BioNTech/Pfizer και ης Moderna, τα οποία εγκρίθηκαν πρώτα, επειδή ήταν ακριβότερα και απαιτούσαν αποθήκευση σε χαμηλότερες θερμοκρασίες. Αντ ‘αυτού, ο Covax πόνταρε πολλά στο εμβόλιο της AstraZeneca, παραγγέλνοντας εκατοντάδες εκατομμύρια δόσεις.

Τώρα που ο ΠΟΥ έχει συστήσει το εμβόλιο της AstraZeneca για παγκόσμια χρήση, αυτές οι δόσεις θα εξακολουθούν να είναι πολύτιμες σε χώρες όπου δεν κυκλοφορεί η παραλλαγή της Νότιας Αφρικής, συμπεριλαμβανομένης της Ινδίας, της Αφρικής και της Λατινικής Αμερικής.  

Καθώς θα κυκλοφορούν περισσότερα εμβόλια, η εικόνα θα βελτιώνεται. Στα τέλη Ιανουαρίου, η Novavax και η Johnson & Johnson, της οποίας το εμβόλιο ενός εμβολίου είναι ιδανικό για τις αναπτυσσόμενες χώρες, δημοσίευσαν πολλά υποσχόμενα δεδομένα της κλινικής φάσης 3. Μελέτες στη Νότια Αφρική έδειξαν επίσης ότι και τα δύο εμβόλια προλαμβάνουν σοβαρές ασθένειες από το νοτιοαφρικανικό στέλεχος.

Στις 3 Φεβρουαρίου, ο Covax δήλωσε ότι έχει  συνάψει συμφωνία με το Serum Institute of India, τον μεγαλύτερο κατασκευαστή εμβολίων στον κόσμο, για 1,1 δισεκατομμύρια δόσεις των εμβολίων της AstraZeneca και της Novavax . Την προηγούμενη μέρα, το Sputnik V, το ρωσικό εμβόλιο που κατασκευάστηκε από το Gamaleya Institute, έδειξε 92% αποτελεσματικότητα έναντι του Covid-19, σύμφωνα με προκαταρκτικά στοιχεία που δημοσιεύθηκαν στο Lancet.

Ο Covax πήρε επίσης τα πάνω του όταν η κυβέρνηση Μπάιντεν είπε ότι οι ΗΠΑ θα ενταχθούν στον μηχανισμό, δεσμεύοντας 4 δισεκατομμύρια δολάρια για χρηματοδότηση τα επόμενα δύο χρόνια.

Συνολικά, ο  Covax δηλώνει ότι έχει εξασφαλίσει παραγγελίες για τουλάχιστον 2 δισεκατομμύρια δόσεις φέτος και επιπλέον 1 δισεκατομμύριο το 2022, αν και παραδέχεται ότι οι αριθμοί θα κυμαίνονται σύμφωνα με τις κανονιστικές εγκρίσεις και τους περιορισμούς στην παραγωγήγ. Ωστόσο, λέει, αντί να υπολείπεται, μπορεί στην πραγματικότητα να είναι σε θέση να προσφέρει περισσότερα εμβόλια στον αναπτυσσόμενο κόσμο από ό, τι είχε αρχικά προβλεφθεί, παρέχοντας αρκετές δόσεις για να ανοσοποιήσει το 27% των ανθρώπων στις 92 φτωχότερες χώρες.

Τροποποιήσεις εμβολίων

Η αβεβαιότητα έχει αλλάξει τον σχεδιασμό σε πολλές χώρες. Η Νότια Αφρική, όπου περισσότεροι από 46.000 άνθρωποι έχουν πεθάνει επίσημα και σχεδόν 1,5 εκατομμύρια έχουν μολυνθεί από τον κορωνοϊό, θέλει να εμβολιάσει 40 εκατομμύρια ανθρώπους φέτος, περίπου δηλαδή τα δύο τρίτα του πληθυσμού. Η επίτευξη αυτού του στόχου έγινε ακόμη πιο επιτακτικής σημασίας μετά από ένα θανατηφόρο δεύτερο κύμα που χτύπησε πριν από τα Χριστούγεννα, αν και έκτοτε έχει υποχωρήσει.

Προτού όμως ακόμη σημειωθούν αμφιβολίες για το εμβόλιο της AstraZeneca, αρκετοί υποστήριζαν ότι ο στόχος ήταν ανέφικτος κάνοντας λόγο για δυσκολίες εφοδιασμού και διστακτικότητα απέναντι στο εμβόλιο.

Σύμφωνα με τον Covax, η Νότια Αφρική, που θεωρείται χώρα μεσαίου εισοδήματος, πρέπει να πληρώσει για τις  δόσεις. Μετά από μια διαμάχη μεταξύ των υπουργείων Υγείας και Οικονομικών, η χώρα αρκετές δόσεις μέσω του Covax για να ανοσοποιήσει το 10% μόνο του πληθυσμού της, λιγότερο από ό, τι είχε δηλαδή δικαίωμα να παραγγείλει.

Πλέον η χώρα στρέφει το ενδιαφέρον της στα εμβόλια των J&J και Pfizer, ενώ προτίθεται να ελέγξει την υπόθεση ότι το εμβόλιο της AstraZeneca είναι αποτελεσματικό στο να προστατεύει από τις σοβαρές ασθένειες που προκαλούνται από την νοτιοαφρικανική μετάλλαξη.

Οι κυβερνήσεις προσπαθούν απεγνωσμένα να εξασφαλίσουν δόσεις για να ανταποκριθούν σε φιλόδοξα εθνικά σχέδια και σε άλλες αφρικανικές χώρες. Αυτό το μήνα, η Νιγηρία, μια χώρα με περισσότερα από 200 εκατομμύρια πληθυσμό, αύξησε την παραγγελία της από την Αφρικανική Ένωση σε 41 εκατομμύρια δόσεις και ανακοίνωσε ότι διερευνά τη δυνατότητα διμερών συμφωνιών εμβολίων με τη Ρωσία και την Ινδία. Η κυβέρνηση ελπίζει ότι θα εμβολιάσει το 40% των πολιτών φέτος και ‘ένα επιπλέον 30% το 2022, αν και ορισμένοι περιγράφουν αυτόν τον στόχο ως εξαιρετικά ελπιδοφόρο.

Ευτυχώς, μπορεί να μην είναι απαραίτητο να επιτευχθεί ο στόχος εμβολιασμού γα το 70% του πληθυσμού, λέει ο Μπέρκλεϊ. Όπως πολλές χώρες της Αφρικής, ο μισός πληθυσμός της Νιγηρίας είναι κάτω των 18 ετών, πράγμα που σημαίνει ότι ένα ποσοστό εμβολιασμού 50 τοις εκατό θα καλύπτει σχεδόν ολόκληρο τον ενήλικο πληθυσμό. Να σημειωθεί ότι δεν έχει εγκριθεί ακόμη εμβόλιο κατά του Covid για χρήση σε παιδιά.

Ένα μεγαλύτερο πρόβλημα αποτελεί η άρνηση του κόσμου να εμβολιαστεί. Επισήμως, ο Covid-19 σκότωσε περίπου 1.700 Νιγηριανούς, περίπου τον ίδιο αριθμό ανθρώπων που πεθαίνουν καθημερινά στο Ηνωμένο Βασίλειο. Όμως, όπως σε ορισμένα άλλα μέρη του αναπτυσσόμενου κόσμου, παραμένει η τάση μεταξύ των Νιγηριανών να βλέπουν τον Covid ως μια ασθένεια που πλήττει κυρίως «ξένους».

Η Βραζιλία, παραγωγός εμβολίων από μόνη της, είναι θεωρητικά σε καλύτερη θέση για τον εμβολιασμό ενός πληθυσμού της. Περισσότεροι από 233.000 Βραζιλιάνοι έχουν πεθάνει από τον Covid-19, τον υψηλότερο αριθμό θανάτων στον κόσμο μετά τις ΗΠΑ.

Το Ινστιτούτο Butantan με έδρα το Σάο Πάολο, το οποίο ανέπτυξε από κοινού με την κινεζική Sinovac το CoronaVac, δεσμεύθηκε να παραδώσει 100 εκατομμύρια δόσεις πριν από τον Αύγουστο, αν και καθυστέρησε την παραγωγή η έλλειψη ενός  κινεζικού συστατικού.

Ξεχωριστά, το Ίδρυμα Oswaldo Cruz (FioCruz) με έδρα το Ρίο ντε Τζανέιρο (FioCruz), το οποίο συνεργάζεται με την AstraZeneca για την παραγωγή του εμβολίου του τοπικά, υποσχέθηκε 30 εκατομμύρια δόσεις τον Φεβρουάριο και άλλα 70 εκατομμύρια μέχρι τον Ιούλιο. Η Βραζιλία έχει επίσης παραγγείλει 42 εκατομμύρια δόσεις από τον  Covax, μερικές από τις οποίες αναμένεται να φτάσουν τον Μάρτιο, αν και οι προμήθειες αναμένεται να είναι περιορισμένες έως τουλάχιστον τον Ιούνιο.

Επιρροή και καλή θέληση

Ο ανταγωνισμός μεταξύ των κρατών, ιδιαίτερα μεταξύ της Ρωσίας, της Κίνας και της Ινδίας, για να προμηθεύσουν με εμβόλια τον κόσμο αποτελεί μια άλλη πτυχή του αγώνα.

Η Ινδία, η οποία σε κανονικές περιόδους παρέχει περίπου το 60% της παγκόσμιας παραγωγής εμβολίων, επιθυμεί να παραδώσει τα σκήπτρα της ως το πρώτο εργοστάσιο παραγωγής εμβολίων παγκοσμίως. Το Δελχί έχει επίσης δωρίσει δόσεις σε γειτονικές χώρες, όπως στις Μαλδίβες, τον Μαυρίκιο και τις Σεϋχέλλες.

«Υπάρχουν γεωπολιτικά ζητήματα στο παιχνίδι, συμπεριλαμβανομένης της οικοδόμησης καλής θέλησης, της δημιουργίας επιρροής και της αντιστάθμισης του διευρυμένου αποτυπώματος της Κίνας στην περιοχή του Ινδικού Ωκεανού», λέει ο Μπράχμα  Τσέλινι, καθηγητής στρατηγικών μελετών στο Κέντρο Έρευνας Πολιτικής του Δελχί.

«Δεδομένου του γεγονότος ότι χρειαζόμαστε δισεκατομμύρια εμβόλια κορωνοϊού που απαιτούνται για να τεθεί υπό έλεγχο η πανδημία, ο ρόλος της Ινδίας θα είναι ζωτικός», προσθέτει.

Ο ανταγωνισμός για τα εμβόλια και οι μεταλλάξεις του ιού καθιστούν απρόβλεπτη εξίσωση τον εμβολιασμό του πληθυσμού των φτωχών κρατών, πράγμα που με την σειρά του καθιστά απρόβλεπτη την επίδραση της χαμηλής ανοσοποίησης κάποιων  χωρών στην πορεία της πανδημίας.

Ο Μπέρκλεϊ απορρίπτει τις προβλέψεις ότι ο αναπτυσσόμενος κόσμος θα πρέπει να περιμένει έως το 2024 για να εμβολιαστεί πλήρως. «Όποιος βγαίνει και σου λέει ένα χρονοδιάγραμμα, νομίζω ότι αυτό δεν είναι πραγματικά έγκυρο», λέει. Οι προβλέψεις είναι δύσκολες, προσθέτει, λόγω της αβεβαιότητας για το πόσο αποτελεσματικά θα είναι τα εμβόλια στη διακοπή της μετάδοσης και εάν θα πρέπει να χορηγούνται σε κυλιόμενη βάση για να συμβαδίζουν με τις μεταλλάξεις.

Φέτος, λέει ο Μπέρκλεϊ, ο κύριος περιοριστικός παράγοντας είναι πιθανό να είναι η παραγωγική ικανότητα σε μια βιομηχανία όπου είναι εξαιρετικά δύσκολο να αυξηθεί γρήγορα η προσφορά ευαίσθητων προϊόντων. Η Νότια Αφρική και η Ινδία ζήτησαν από τον Παγκόσμιο Οργανισμό Εμπορίου να αναστείλει τα δικαιώματα ευρεσιτεχνίας στα εμβόλια, αλλά πολλοί ειδικοί, συμπεριλαμβανομένου τυ Covax, λένε ότι δεν αποτελούν σημαντικό εμπόδιο.

naftemporiki.gr