Του Γιάννη Καμπουράκη
[email protected]
Εύλογα, ο φακός της επικαιρότητας εστράφη στα όσα είπε ο κ. Μητσοτάκης στη ΔΕΘ για την οικονομία, τα ελληνοτουρκικά, το εξοπλιστικό, την πανδημία, ακολούθως και στις ανακοινώσεις των κομμάτων της αντιπολίτευσης.
Από τη δεύτερη ανάγνωση, ωστόσο, των όσων ειπώθηκαν τόσο από τον κ. Μητσοτάκη όσο και από τους άλλους πολιτικούς αρχηγούς, προκύπτουν συμπεράσματα που έχουν άμεση επίπτωση στη λειτουργία του πολιτικού συστήματος και κατ΄ επέκταση την πορεία της χώρας.
Κατ΄ αρχήν, η υπόθεση της συμφωνίας με την Τουρκία, ανέδειξε την έλλειψη εμπιστοσύνης η οποία , ατυχώς γα τη χώρα, υπάρχει ανάμεσα στον πρωθυπουργό και τον αρχηγό της αξιωματικής αντιπολίτευσης, αλλά και τους άλλους πολιτικούς αρχηγούς.
Ο κ. Μητσοτάκης υπαινίχθη σαφώς ότι ο κ. Τσίπρας και η κ. Γεννηματά υποστηρίζουν δημοσίως ότι δεν ενημερώθηκαν για τα περί συμφωνίας με την Τουρκία – που με υπαιτιότητα της Άγκυρας δεν μπήκε ποτέ σε εφαρμογή – επειδή εντάσσουν και τα εθνικά θέματα στον πολιτικό και επικοινωνιακό τους σχεδιασμό στο εσωτερικό. Είπε ξεκάθαρα, ότι το κλίμα στις κατ΄ ιδίαν συναντήσεις με τους πολιτικούς αρχηγούς είναι τελείως διαφορετικό από αυτό που με τις παρεμβάσεις τους βγάζουν προς τα έξω οι αρχηγοί, βάζοντας σαφώς θέμα εμπιστοσύνης μεταξύ τους.
Ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης και η πρόεδρος του Κινήματος Αλλαγής επιμένουν ότι δεν ενημερώθηκαν (άρα κατηγορούν τον πρωθυπουργό ότι ψεύδεται) και ο γ.γ. γραμματέας του ΚΚΕ Δημήτρης Κουτσούμπας καταγγέλλει ότι ο κ. Μητσοτάκης έκανε επιλεκτική ενημέρωση, εννοώντας προφανώς ότι Αλέξης Τσίπρας και Φώφη Γεννηματά ενημερώθηκαν από τον πρωθυπουργό, όχι όμως και ο ίδιος.
Η κατάσταση αυτή, εφόσον ισχύει, είναι επιζήμια για τη χώρα και τα συμφέροντά της, ειδικά σε μία περίοδο όπως αυτή όπου η αντιμετώπιση της τουρκικής επιθετικότητας και προκλητικότητας απαιτεί ένα μίνιμουμ συνεννόησης και εμπιστοσύνης μεταξύ των πολιτικών δυνάμεων. Στο Μαξίμου πάντως επιμένουν ότι στην πραγματικότητα, στα εθνικά θέματα ο κ. Μητσοτάκης είναι ειλικρινής και αναλυτικός έναντι των πολιτικών αρχηγών αλλά και οι πολιτικοί αρχηγοί μιλούν μαζί του σε διαφορετικό κλίμα από αυτό που βγάζουν προς τα έξω. Και πως στα μεγάλα δεν υπάρχουν οι διαφορές που βγάζει προς τα έξω η αντιπολίτευση για λόγους πολιτικής σκοπιμότητας.
Αισθητή ήταν και η προσπάθεια του πρωθυπουργού να εμφανιστεί ως ο εκπρόσωπος του ορθού λόγου στο εσωτερικό πολιτικό σκηνικό, αφήνοντας το απέναντι πεδίο στους πολιτικούς του αντιπάλους.
Στην οικονομία, εξήγησε ότι η προσεκτική διαχείριση – που καταγγέλλει η αξιωματική αντιπολίτευση – είναι ο λόγος γι τον οποίο η χώρα δανείζεται πιο φθηνά από ποτέ και έχει την εμπιστοσύνη των αγορών και αν ξόδευε από τα αποθεματικά της χώρας, οι αγορές θα άλλαζαν συμπεριφορά έναντι της Ελλάδας.
Στην αντιμετώπιση της πανδημίας, είπε ότι θα κάνει ο ίδιος και η οικογένειά του πρώτος το εμβόλιο και κάλεσε «και άλλους σοβαρούς ανθρώπους» να κάνουν το ίδιο για να δώσουν το παράδειγμα στην κοινωνία και να αντιμετωπιστεί η συνομωσιολογία και η δαιμονολογία που μαστίζει τη χώρα. «Είμαι οπαδός του ορθού λόγου, μόνο σε στοιχεία μπορώ να βασιστώ» είπε.
Στο εξοπλιστικό, προσπάθησε να εξηγήσει ότι η Ελλάδα δεν μπορεί να συνεχίσει να μένει πίσω μετά από τη δεκαετία της κρίσης στο κομμάτι των εξοπλισμών, αλλά δεσμεύθηκε ότι δεν θα ακολουθήσει «κούρσα εξοπλισμών» όπως δεν θα κάνει και «τα λάθη του παρελθόντος».
Η προσπάθεια του κ. Μητσοτάκη να καταλάβει το χώρο του «ορθού λόγου» στο εσωτερικό πολιτικό σκηνικό, είναι συνειδητή πολιτική επιλογή. Εξελίσσεται σε μία περίοδο όπου η αξιωματική αντιπολίτευση επιχειρεί να τον εμφανίσει ως σκληρό νεοφιλελεύθερο στην οικονομία και τα εργασιακά και ακροδεξιό στο μεταναστευτικό. Εξελίσσεται επίσης σε μία περίοδο που ο κ. Τσίπρας κάνει καθαρό ότι θα πορευτεί σε υψηλούς τόνους και σκληρό ρόκ, αλλά και την ίδια ώρα που η κ. Γεννηματά – εκμεταλλευόμενη αυτή τη ροπή του ΣΥΡΙΖΑ – επιχειρεί η ίδια να εμφανιστεί ως «υπεύθυνη αντιπολίτευση», άρα και εκπρόσωπος του ορθού λόγου στη χώρα.
Ο κ. Μητσοτάκης, 14 μήνες μετά την εκλογή του, συνεχίζει να συνομιλεί απευθείας με την μεγάλη πλειονότητα της χώρας, είτε συμφωνεί, είτε διαφωνεί μαζί του και αυτό είναι ένα πλεονέκτημα που θέλει να διατηρήσει και το επόμενο διάστημα. Ο ίδιος και οι επιτελείς του, διαβάζουν διαβάσει πως πέραν της αποτελεσματικότητας, οι περισσότεροι πολίτες επιθυμούν ήπιους τόνους, συνετές επιλογές – αν και όχι πάντα εύκολες και φιλολαϊκές – και δεν επιθυμούν υψηλούς τόνους και καυγάδες, που κυριάρχησαν την προηγούμενη δεκαετία. Το αν η …ανάγνωση των διαθέσεων της κοινής γνώμης είναι σωστή ή λάθος, θα φανεί στο …χειροκρότημα.
Υ.Γ. Οι δημοσιογράφοι που παρακολούθησαν την συνέντευξη Τύπου του πρωθυπουργού αντιλήφθηκαν την πρόθεσή του να στηρίξει δημοσίως δύο υπουργούς που δοκιμάζονται σκληρά αυτήν την περίοδο. Αμέσως την υπουργό Παιδείας Νίκη Κεραμέως και εμμέσως τον υπουργό Μετανάστευσης και Ασύλου Νότη Μηταράκη.