Υπέρ της παραμονής της ΔΕΘ στο κέντρο της Θεσσαλονίκης τάσσεται ξεκάθαρα ο Ευρωπαίος Επίτροπος Βιώσιμων Μεταφορών και Τουρισμού, Απόστολος Τζιτζικώστας, τονίζοντας πως πρέπει επίσης να αυξηθει η δημόσια συμμετοχή στιο έργο και πως η ανταγωνιστικότητα του εκθεσιακόυ φορέα δεν είναι εταιρική υπόθεση αλλά θέμα ζωτικής σημασίας για τη Θεσσαλονίκη και όλη την χώρα.
Με δήλωσή του στην εφημερίδα “Μακεδονία της Κυριακής” ο κ. Τζιτζικώστας τονίζει χαρακτηριστικά ότι «το Διεθνές Εκθεσιακό και Συνεδριακό Κέντρο Θεσσαλονίκης πρέπει να παραμείνει στην “καρδιά” της πόλης και με την ανάπλασή του να θωρακιστεί, να εκσυγχρονιστεί, να αναβαθμιστεί και να ενισχυθεί σημαντικά για να αντιμετωπίσει τον ολοένα και μεγαλύτερο διεθνή εκθεσιακό ανταγωνισμό, ειδικότερα τον αυξανόμενο ανταγωνισμό στην ευρύτερη Νοτιοανατολική Ευρώπη, όπου οι εκθεσιακοί και συνεδριακοί χώροι επεκτείνονται και εκσυγχρονίζονται διαρκώς. Χρέος μας είναι να προασπίσουμε το μέλλον και τη βιωσιμότητα του εκθεσιακού μας κέντρου, διασφαλίζοντας τα πολλαπλά οφέλη του για τον τόπο μας και παράλληλα να δώσουμε στην πόλη ένα μητροπολιτικό πάρκο που θα βελτιώσει σημαντικά την ποιότητα της ζωής όλων των πολιτών και θα ενισχύσει την προσπάθειά μας για τουριστική ανάπτυξη της περιοχής, δημιουργώντας ένα επιπλέον τοπόσημο».
Αναφορικά, δε, με τον τρόπο χρηματοδότησης του έργου και τις επόμενες κινήσεις τονίζει: «Ως Περιφερειάρχης, είχα θέσει την ανάπλαση και αναβάθμιση του εκθεσιακού μας κέντρου ως κορυφαία προτεραιότητα, κάτι που αποτυπώνεται και στο γεγονός ότι καταφέραμε να εξασφαλίσουμε 30 εκατομμύρια ευρώ από ευρωπαϊκούς πόρους της Περιφέρειας Κεντρικής Μακεδονίας για το έργο. Αυτό ήταν ένα σημαντικό πρώτο βήμα. Σήμερα που το συνολικό κόστος για την υλοποίηση του έργου έχει αυξηθεί, είναι αναγκαίο η Πολιτεία να αυξήσει τη δημόσια συμμετοχή για να στηρίξει αποφασιστικά το έργο. Να προχωρήσει άμεσα η ανάπλαση, στη βάση του εξαιρετικού αρχιτεκτονικού σχεδίου που αναδείχθηκε μέσα από τον διεθνή διαγωνισμό του 2021, σε μια μοναδική διαδικασία για τα διεθνή αρχιτεκτονικά δεδομένα, που έλαβε υπόψη της την πόλη, τους πολίτες και την ανάγκη για τη δημιουργία ενός σύγχρονου, βιοκλιματικού και ανταγωνιστικού εκθεσιακού και συνεδριακού κέντρου. Σε καμία περίπτωση πάντως δεν μπορούμε να πάμε σε μια κουτσουρεμένη λύση που θα καταστήσει τη Διεθνή Έκθεση Θεσσαλονίκης μη ανταγωνιστική.
Δεν πρέπει λοιπόν να χάσουμε άλλο χρόνο. Η Θεσσαλονίκη δεν πρέπει να μείνει πίσω. Έχει ανάγκη από ένα έργο που θα σηματοδοτήσει αναπτυξιακά την επόμενη 50ετία, που θα τη βοηθήσει να ενισχύσει την εκθεσιακή και τουριστική της δυναμική και μαζί την επιχειρηματική και οικονομική της προοπτική, βελτιώνοντας ταυτόχρονα την καθημερινότητα και την ποιότητα ζωής των πολιτών και των επισκεπτών της».