Skip to main content

Γ. Γεραπετρίτης: Συνάντηση με τον ΥΠΕΞ της Αλβανίας – «Σκιές που τάραξαν τις σχέσεις των 2 χωρών θα πρέπει να εκλείψουν»

Φωτ. ΥΠΕΞ

Ο κ. Γεραπετρίτης επεσήμανε ότι «οφείλουμε να δούμε το μέλλον με μία θετική ματιά, με βάση την αναγκαία προσήλωση στο διεθνές δίκαιο και αναζητώντας πάντοτε σχέσεις φιλίας και καλής γειτονίας»

«Η ανάπτυξη περιφερειακών συνεργασιών, ιδιαίτερα μεταξύ των γειτονικών μας χωρών, αποκτούν εξαιρετική σημασία για την εμπέδωση της σταθερότητας και της ευημερίας στην περιοχή μας. Σκιές που τάραξαν τις σχέσεις των δύο χωρών μας θα πρέπει να εκλείψουν και να μην επαναληφθούν», δήλωσε ο υπουργός Εξωτερικών Γιώργος Γεραπετρίτης, κατά τις κοινές του δηλώσεις με τον υπουργό Ευρώπης και Εξωτερικών της Αλβανίας Ίγκλι Χασάνι, έπειτα από τη συνάντηση που είχαν στο υπουργείο Εξωτερικών.

Ο κ. Γεραπετρίτης επεσήμανε ότι «οφείλουμε να δούμε το μέλλον με μία θετική ματιά, με βάση την αναγκαία προσήλωση στο διεθνές δίκαιο και αναζητώντας πάντοτε σχέσεις φιλίας και καλής γειτονίας».

Ως προς την ευρωπαϊκή προοπτική της Αλβανίας, σημείωσε ότι «η Ελλάδα, συνεπής απέναντι στη διακηρυγμένη θέση της, συναίνεσε στην έναρξη των ενταξιακών διαπραγματεύσεων μεταξύ Ευρωπαϊκής Ένωσης και Αλβανίας, αξιολογώντας την πρόοδο που έχει σημειωθεί στα επιμέρους κεφάλαια».

«Προτεραιότητα για εμάς η προστασία των δικαιωμάτων της Ελληνικής Εθνικής Μειονότητας»

Ο υπουργός Εξωτερικών αναφέρθηκε «στον οφειλόμενο απόλυτο σεβασμό στην προστασία και κατοχύρωση των δικαιωμάτων της γηγενούς Ελληνικής Εθνικής Μειονότητας, που αποτελεί μείζονα προτεραιότητα για εμάς» και τόνισε πως «η Ελληνική Εθνική Μειονότητα είναι ένας από τους πιο ισχυρούς κρίκους στη σχέση μεταξύ των δύο χωρών μας. Αποτελεί, εδώ και αιώνες, γέφυρα επικοινωνίας και συνεννόησης μεταξύ των δύο λαών. Το ίδιο μπορεί να ειπωθεί και για το μεγάλο αριθμό των Αλβανών που ζουν και εργάζονται στην Ελλάδα, οι οποίοι έχουν διακριθεί για την εξαιρετικά λειτουργική ενσωμάτωσή τους στην ελληνική κοινωνία».

Όπως υπογράμμισε ο υπουργός Εξωτερικών, «είναι προς το συμφέρον των δύο λαών να καλλιεργούμε τα κοινά μας συμφέροντα και να εργαζόμαστε για την καταπολέμηση των στερεοτύπων. Και είναι πράγματι εξαιρετική ευκαιρία να δώσουμε μια νέα ολόπλευρη δημιουργική ώθηση στη σχέση μας».

Σημείωσε εξάλλου ότι κατά τη συνάντηση συζητήθηκε όλο το φάσμα των διμερών σχέσεων, η συνεργασία στην οικονομία, το εμπόριο, οι Άμεσες Ξένες Επενδύσεις, η διασυνδεσιμότητα, η εκπαίδευση, ο πολιτισμός, το περιβάλλον.

«Επώδυνη παγκόσμια γεωπολιτική συγκυρία»

Αναφερόμενος στις διεθνείς και περιφερειακές εξελίξεις, ο κ. Γεραπετρίτης έκανε λόγο για «επώδυνη παγκόσμια γεωπολιτική συγκυρία».

Όπως τόνισε, «πόλεμοι, ένοπλες συρράξεις και ανθρωπιστικές κρίσεις έχουν συνταράξει τη διεθνή αρχιτεκτονική ασφαλείας. Οι εξελίξεις αυτές και οι σύγχρονες προκλήσεις ασφαλείας μας απασχολούν με τον Αλβανό ομόλογό μου στο πλαίσιο του ΝΑΤΟ, όπως επίσης και στο πλαίσιο του ΟΗΕ. Η Ελλάδα, ως προεδρεύουσα χώρα στο Συμβούλιο Ασφαλείας τον μήνα Μάιο, ανέλαβε σειρά πρωτοβουλιών για την προστασία των αμάχων και την ανθρωπιστική κρίση στη Γάζα».

Ο κ. Γεραπετρίτης σημείωσε ότι «ο κόσμος αλλάζει με μεγάλη ταχύτητα και, δυστυχώς, όχι προς το καλύτερο», προσθέτοντας ότι «η πολυμερής διπλωματία στέκεται πολλές φορές ανήμπορη μπροστά σε εξελίξεις, που συχνά την ξεπερνούν».

«Επωδός μας παραμένει ότι για την εδραίωση της σταθερότητας και ασφάλειας στην Νοτιοανατολική Ευρώπη, απαραίτητη είναι η διεύρυνση της Ευρωπαϊκής Ένωσης με την ένταξη των Δυτικών Βαλκανίων στην ευρωπαϊκή οικογένεια. Αφήνοντας πίσω τους βαλκανικούς εθνικισμούς και τους παράγοντες οπισθοδρόμησης και αποσταθεροποίησης. Η Ελλάδα, αντιλαμβανόμενη τον σημαίνοντα ρόλο της στην περιοχή,  ήταν επισπεύδουσα χώρα για την ένταξη των Δυτικών Βαλκανίων με την Ατζέντα της Θεσσαλονίκης το 2003 και παραμένει ταγμένη στον στόχο αυτό» σημείωσε.

Καταλήγοντας, τόνισε πως «έχουμε την αγαθή τύχη να υπηρετεί στη γειτονική Αλβανία, ως υπουργός Ευρώπης και Εξωτερικών, ένας άνθρωπος με εξαιρετικές ικανότητες και ένας άνθρωπος που μιλάει τη γλώσσα μας. Τη γλώσσα του ευρωπαϊκού ορθού λόγου. Αλλά και την ελληνική γλώσσα, από την ελληνική του καταγωγή, την οποία σήμερα τιμά».