Skip to main content

Αναμόρφωση ΤΧΣ: «Να προστατευθεί η αξία του ποσοστού που συνεχίζει να διατηρεί το Δημόσιο στις τράπεζες»

«Πρέπει να προστατευθεί η αξία του ποσοστού που συνεχίζει να διατηρεί το Δημόσιο στις τράπεζες», επεσήμανε η ειδική αγορήτρια του ΠΑΣΟΚ -ΚΙΝΑΛ, Τόνια Αντωνίου, κατά τη συζήτηση στην ολομέλεια της Βουλής, του νομοσχεδίου για την αναμόρφωση του Ταμείου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας (ΤΧΣ).

«Κάθε λογικός άνθρωπος θα περίμενε ότι, εφόσον τα μνημόνια έχουν τυπικά λήξει, θα καταργούνταν και οι μνημονιακοί μηχανισμοί. Εδώ όμως συμβαίνει το αντίθετο! Και το Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας συνεχίζει να υπάρχει και το Υπερταμείο συνεχίζει να ζει και να βασιλεύει», είπε η ειδική αγορήτρια του ΠΑΣΟΚ.

«Με το νομοσχέδιο που συζητάμε σήμερα, έρχεται η κυβέρνηση Μητσοτάκη και δρομολογεί διαδικασίες για το Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας, οι οποίες θα έχουν ως κατάληξη να υποστεί ζημιά το Δημόσιο. Κι ακριβώς επειδή η κυβέρνηση γνωρίζει ότι θα συμβεί αυτό, παρέχει ταυτόχρονα και νομοθετική κάλυψη στα μέλη του Ταμείου για να μην κινδυνεύσουν να παραπεμφθούν για κακουργηματική απιστία», είπε η ειδική αγορήτρια του ΠΑΣΟΚ και πρόσθεσε:  
 
«Σχεδιάζετε να πουλήσετε όλες τις τραπεζικές μετοχές που έχει στη διάθεσή του το Δημόσιο. Ορίζετε ότι η πώληση αυτή δεν θα γίνει με δημόσια προσφορά, αλλά με βιβλίο προσφορών και σε τιμές που θα προσδιορίζουν ως εύλογες οι εκάστοτε σύμβουλοι, ακόμα και κάτω από τις χρηματιστηριακές αξίες, ή την τιμή των μετοχών στην οποία αγόρασε το ΤΧΣ. Εάν το κάνετε αυτό, θα πρόκειται καθαρά για ξεπούλημα. Ένα ξεπούλημα, ίδιο με εκείνο του 2014 και του 2015, αλλά και με το πρόσφατο του 2021, όταν μετατράπηκαν τα CoCos, που κατείχε το ελληνικό Δημόσιο στην Τράπεζα Πειραιώς, ύψους 2 δισεκατομμυρίων ευρώ, με αποτέλεσμα να υπάρξει ζημιά για το ΤΧΣ ύψους 1,3 δισεκατομμυρίων ευρώ».

Εμείς διαφωνούμε με όλα αυτά και θεωρούμε ότι θα έπρεπε να προστατευθεί η αξία του ποσοστού που συνεχίζει να έχει το Δημόσιο στις τράπεζες, είπε η Τόνια Αντωνίου, σημειώνοντας ότι «δεν μπορεί να προχωρήσει μια στρατηγική αποεπένδυσης εις βάρος του Δημοσίου για μία ακόμα φορά».