Από την έντυπη έκδοση
Του Αθαν. Χ. Παπανδρόπουλου
Στο Βιετνάμ, στη Συνάντηση της Οικονομικής Συνεργασίας Ασίας-Ειρηνικού (APEC), ο Αμερικανός πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ υπήρξε ξεκάθαρος. Είπε αντίο στο πολυμερές εμπόριο, τόνισε ότι θα προχωρήσει σε διμερείς εμπορικές συμφωνίες και απέρριψε με σκληρά λόγια «αυτές τις ευρείες συμφωνίες που δένουν τα χέρια μας, υπονομεύουν την κυριαρχία μας και κάνουν αδύνατη την ενδυνάμωσή μας…».
Λίγο αργότερα, παίρνοντας τον λόγο στην ίδια Συνάντηση, ο Κινέζος πρόεδρος υπεραμύνθηκε της παγκοσμιοποίησης, τόνισε πως αυτή τα τελευταία χρόνια έχει δημιουργήσει εκατομμύρια θέσεις εργασίας στις αναδυόμενες χώρες της Ασίας και έχει συμβάλει σε πολλές από αυτές στην ουσιαστική μείωση της φτώχειας. Με τα λόγια του αυτά είναι πλέον ξεκάθαρο ότι η Κίνα θέλει να έχει πρώτο ρόλο στην παγκοσμιοποίηση και πιθανότατα θα επιδιώξει να της δώσει όσο γίνεται το δικό της χρώμα. Κινεζικό χρώμα, όμως, σημαίνει ότι στη διεθνή οικονομική πραγματικότητα θα γίνουμε μάρτυρες της ανόδου μιας νέας πολιτικής και οικονομικής μορφής καπιταλισμού, η οποία σίγουρα θα έχει επιπτώσεις και στα δυτικά οικονομικά και, γιατί όχι, πολιτικά πρότυπα.
Το ερώτημα που ήδη τίθεται, έτσι, είναι το κατά πόσον η Κίνα θα μπορέσει να διαδραματίσει ηγετικό ρόλο στο παγκόσμιο σκηνικό και υπό ποιες προϋποθέσεις. Και από την άποψη αυτή θα πρέπει ευθύς εξαρχής να τονίσουμε ότι η Κίνα έχει αρκετά ατού στα χέρια της.
Μία μακρά περίοδος σταθερής οικονομικής ανάπτυξης επέτρεψε στην Κίνα να συσσωρεύσει τεράστιους οικονομικούς πόρους, καθιστώντας την μία πραγματική οικονομική δύναμη. Τα συναλλαγματικά της αποθέματα διογκώθηκαν στα 3,9 τρισεκατομμύρια δολάρια και είναι τα μεγαλύτερα στον κόσμο. Η China Investment Corporation, η οποία είναι το κρατικό επενδυτικό ταμείο της χώρας, αυτή τη στιγμή διαχειρίζεται assets αξίας μεγαλύτερης του 1,1 τρισεκατομμυρίου δολαρίων. Αυτοί οι τεράστιοι οικονομικοί πόροι έχουν αξιοποιηθεί από την πολιτική ηγεσία για την καθιέρωση της οικονομικής, πολιτικής και περιφερειακής υπεροχής της Κίνας.
Επίσης, τα δύο τελευταία χρόνια, η Κίνα έχει πετύχει τη δημιουργία δύο διαφορετικών διεθνών τραπεζών. Η μία είναι η Νέα Αναπτυξιακή Τράπεζα (NDB), επίσης γνωστή ως BRICKS Bank, η οποία ανακοινώθηκε τον Ιούλιο του 2014 στη συνάντηση των Βραζιλίας, Ρωσίας, Ινδίας, Κίνας και Νότιας Αφρικής – κράτη που είναι απογοητευμένα από την απουσία μεταρρυθμίσεων των θεσμών του Bretton Woods, και κυρίως της Παγκόσμιας Τράπεζας και του ΔΝΤ. Τέτοιες μεταρρυθμίσεις θα είχαν δώσει σε αυτά τα πέντε κράτη δικαίωμα ψήφου αντίστοιχα με το εδαφικό και το δημογραφικό τους μέγεθος. Αντ’ αυτού, τα ιδρυτικά μέλη αποφάσισαν να ιδρύσουν την NDB, με εξουσιοδοτημένο κεφάλαιο 100 δισεκατομμυρίων δολαρίων και 60 δισεκατομμύρια εγγεγραμμένο κεφάλαιο, κατανεμημένο ισομερώς μεταξύ τους. Ωστόσο, ενώ το μερίδιο των πέντε ιδρυτικών εταίρων είναι ίσο, θα είναι δύσκολο να αποφευχθεί να υπογραμμιστεί ότι η οικονομία της Κίνας είναι μεγαλύτερη από και τις τέσσερις άλλες οικονομίες μαζί.
Η δεύτερη τράπεζα, η Ασιατική Επενδυτική Τράπεζα Υποδομών, είναι αποκλειστικά πρωτοβουλία της Κίνας και είναι ένα εντυπωσιακό πολιτικό επίτευγμα για την Κίνα. Η ΑΙΙΒ είναι επίσης αποτέλεσμα της δυσαρέσκειας της Κίνας για το γεγονός ότι οι μεταπολεμικοί θεσμοί και η Ασιατική Αναπτυξιακή Τράπεζα δεν μεταρρυθμίστηκαν και συνεχίζουν να κυριαρχούνται από τις ΗΠΑ, από ορισμένα ευρωπαϊκά κράτη και από την Ιαπωνία. Η ιδέα για την ΑΙΙΒ προέκυψε στην Κίνα το 2013 και εγκαινιάστηκε στο Πεκίνο τον Οκτώβριο του 2014. Λειτουργεί δε με επιτυχία από τα τέλη του 2015.
Πέρα, όμως, από τη διεθνή τραπεζική παρουσία της Κίνας, κυρίως στον ασιατικό χώρο, που επίσης είναι ανερχόμενος, το πιο φιλόδοξο κινεζικό οικονομικό σχέδιο επισήμως ονομάζεται «Belt and Road Initiative» και είναι ο περίφημος Δρόμος του Μεταξιού. Όπως ήδη έχουμε γράψει, στόχος του σχεδίου είναι να συνδέσει πιο στενά τις ασιατικές, ευρωπαϊκές και αφρικανικές χώρες και να προαγάγει την αμοιβαία επωφελή συνεργασία σε υψηλά επίπεδα και νέες μορφές.
Το γεωγραφικό πεδίο εφαρμογής αυτού του φιλόδοξου σχεδίου καλύπτει την Κίνα, την Κεντρική Ασία, τη Ρωσία και την Ευρώπη, συνδέει την Κίνα με τον Περσικό Κόλπο και τη Μεσόγειο Θάλασσα μέσω της Κεντρικής και της Δυτικής Ασίας, και συνδέει την Κίνα με τη Νοτιοανατολική Ασία, τη Νότια Ασία και τον Ινδικό Ωκεανό. Ο θαλάσσιος Δρόμος του Μεταξιού του 21ου αιώνα έχει σχεδιαστεί να προχωρήσει μακρύτερα από τις ακτές της Κίνας, στην Ευρώπη, μέσω της Νότιας Θάλασσας της Κίνας και του Ινδικού Ωκεανού σε μία διαδρομή και από την κινεζική ακτή μέσω της Νότιας Θάλασσας της Κίνας προς το Νότιο Ειρηνικό από την άλλη.
Αν λοιπόν λάβουμε υπ’ όψιν μας ότι ο διεθνής εμπορεύσιμος τομέας της Κίνας ελέγχεται σε ποσοστό πάνω από 70% από το κινεζικό κράτος, τότε έχουμε να κάνουμε με πραγματική επέλαση κρατισμού στη διεθνή οικονομική σκηνή. Εκκολάπτεται άρα μία νέα διεθνής πολιτικο-οικονομική τάξη, απομένει δε να δούμε ποια θα είναι τα πιο αδρά συστατικά της στοιχεία.