Skip to main content

Τ’ απομεινάρια ενός έργου

Από την έντυπη έκδοση 

Της Κατερίνας Τζωρτζινάκη
[email protected]

Οι Γερμανοί Σοσιαλδημοκράτες μετά τον Σρέντερ άλλαξαν τόσους προέδρους όσους προπονητές η Ρεάλ Μαδρίτης. Ένας απ’ αυτούς, ο Κουρτ Μπεκ (2006-2008), έδωσε μια απάντηση σε άνεργο γενειοφόρο, ο οποίος διαμαρτυρήθηκε επειδή δεν έβρισκε δουλειά, που δύσκολα μπορεί να θεωρηθεί ικανοποιητική. «Ξυρίσου, πλύσου, και όλα θα πάνε καλά».

Καλά, ο Μπεκ δεν ήταν ο «άνθρωπος του λαού», ο προσηνής και συμπαθής, τον οποίο οι ελίτ σνόμπαραν ως επαρχιώτη; Πού πήγε το λαϊκό προφίλ, όταν συνάντησε την πραγματικότητα;

«Λυπάμαι», ούτε για δείγμα. Σαν τεχνοκράτης στο βήμα. Ούτε ο Σρέντερ τέτοιο ποίημα.

Είναι πολλά αυτά που μπορεί να κάνουν έναν πολιτικό να χάσει την ψυχραιμία του, να εκνευριστεί, να σηκώσει το φρύδι και να «δικάσει» τους «μικρούς», αυτός «μεγάλος». Αυτό, όμως, δεν είναι δείγμα ότι είναι άλλος απ’ όσους κατακεραυνώνει, «ακόμη κι αν διατηρεί κάποια πολιτικά πλεονεκτήματα: Το χάρισμα να δείχνει σαν ένας από τον λαό», όπως γράφει η WSJ.

Είναι πολλά αυτά που μπορεί να κάνουν έναν πολιτικό να χάσει την ψυχραιμία του, να εκθέσει τον εκνευρισμό του και να χάσει τον ειρμό του. Άλλωστε, οι άνθρωποι δεν είναι βουνά αμετακίνητα. Απόψεις αλλάζουν, θέσεις ενταφιάζουν. Ακόμη και την αυτορρύθμιση της αγοράς μπορεί να υψώσουν, για να γλιτώσουν.

«Βεβαίως η αγορά έχει τους δικούς της όρους να αυτορρυθμίζεται». Ενίοτε μέχρι και του σημείου της πλήρους απορρύθμισης.

Σουρεαλισμός μεν, με ιδεολογία ευκαιρίας δε. Τα ’χει αυτά η εξουσία. Εύθραυστο έργο τέχνης. Σαν αυτό που δημιουργούσε για πολλά χρόνια ένας από τους πιο σημαντικούς ζωγράφους του σουρεαλισμού, ο Μαρσέλ Ντισάν. Το έργο, που ήταν φτιαγμένο ανάμεσα σε δύο κρύσταλλα, εκτίθεται σ’ ένα μουσείο και κάποια στιγμή τον καλούν για να του πουν ότι ένας άνδρας μ’ ένα σφυρί άλλαξε το έργο. Πάει ο καλλιτέχνης στο μουσείο, βλέπει το ράγισμα και λέει: «Το έργο τώρα τελείωσε».

Το σίριαλ εδώ ξεχείλωσε, μα η ειρωνεία, με ή χωρίς φωτογραφία, κανέναν δεν καθήλωσε.