Από την έντυπη έκδοση
Του Ιωάννη Παπαδόπουλου,
αναπληρωτή καθηγητή στο Τμήμα Διεθνών και Ευρωπαϊκών Σπουδών του Πανεπιστημίου Μακεδονίας
Στο σημερινό άρθρο θα ήθελα να κλείσω την παρουσίαση των προγραμμάτων των ευρωπαϊκών πολιτικών κομμάτων με τις πολιτικές για την κλιματική αλλαγή. Σε σύγκριση με τις ευρωεκλογές του 2014, η κλιματική αλλαγή έχει αναμφισβήτητα εξελιχθεί σε κεντρικό θέμα, όπως δείχνουν οι συνεχείς πορείες και διαδηλώσεις στις χώρες της Βόρειας και Δυτικής Ευρώπης για την άσκηση πίεσης επί των πολιτικών ώστε να επισπεύσουν την ενεργειακή μετάβαση των οικονομιών και να σωθεί έτσι ο πλανήτης από τα δεινά της υπερθέρμανσης. Διαπιστώθηκε διαπίδυση από την κοινωνική στην πολιτική σφαίρα, καθώς τώρα πια η κλιματική αλλαγή δεν είναι ένα σλόγκαν που περιορίζεται μόνο στο αριστερό ήμισυ του πολιτικού φάσματος, αλλά έχει πλέον επεκταθεί συνολικά – με την αξιοσημείωτη εξαίρεση της «αντισυστημικής» Άκρας Δεξιάς, η οποία παραμένει κλιματοσκεπτικιστική. Η οριζόντια διάχυση της κλιματικής ανησυχίας θα γίνει εμφανής με τη συνοπτική εξέταση των προγραμμάτων των τεσσάρων κεντρικών παρατάξεων, ξεκινώντας από τη μεγαλύτερη και πηγαίνοντας προς τις μικρότερες.
Πρώτα η Κεντροδεξιά του Ευρωπαϊκού Λαϊκού Κόμματος (ΕΛΚ). Ενώ αυτή η παράταξη ήταν μέχρι πρόσφατα επιφυλακτική απέναντι στις εκκλήσεις της διεθνούς επιστημονικής κοινότητας για μεγαλύτερες περικοπές εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου, τώρα με το εκλογικό της μανιφέστο για τις ευρωεκλογές του 2019 έλαβε δυναμικότερη στάση, εντάσσοντας αυτήν την ατζέντα στο πολιτικό της όραμα. Έτσι, το ΕΛΚ καλεί σε βελτίωση του Ευρωπαϊκού Συστήματος Ανταλλαγής Δικαιωμάτων Εκπομπής Αερίων Θερμοκηπίου (γνωστού ως ETS – European Trading System) με στόχο την αύξηση της τιμής των εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα. Η αναμόρφωση της αγοράς ανταλλαγής δικαιωμάτων εκπομπής ρύπων μέσω της προσθήκης «ετικέτας τιμής» (price tag) στον άνθρακα θα λειτουργήσει ως οικονομικό κίνητρο για περισσότερες επενδύσεις σε τεχνολογίες πράσινης ενέργειας και οικολογικής καινοτομίας και θα συμπαρασύρει τους οικονομικούς παράγοντες σε νέες μορφές αειφόρου ενεργειακού σχεδιασμού. Κατ’ αυτόν τον τρόπο, το ΕΛΚ πραγματοποιεί στροφή από την παραδοσιακή υπεράσπιση των μεγάλων ρυπογόνων βιομηχανιών του 20ού αιώνα, αφήνοντας μόνο του στη Δύση τον Αμερικανό πρόεδρο να υπερασπίζεται τη «ζώνη της σκουριάς» (rust belt), δηλαδή τις βρόμικες μορφές βιομηχανικής παραγωγής. Επίσης, το ΕΛΚ τοποθετείται υπέρ της Ενεργειακής Ένωσης για την εξασφάλιση ασφάλειας ενεργειακού εφοδιασμού στην Ε.Ε. συνολικά. Είναι χαρακτηριστικό ότι, έστω και καθυστερημένα, ο πρώτος υποψήφιος του ΕΛΚ για τη θέση του προέδρου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Manfred Weber τάχθηκε υπέρ του μεγάλου στόχου για μηδενικές εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα έως το 2050.
Προχωρώντας στο δεύτερο σε δύναμη ευρωπαϊκό πολιτικό κόμμα, την Κεντροαριστερά των Σοσιαλιστών και Δημοκρατών (Σ&Δ), αυτοί τοποθετούνται εδώ και πολλά χρόνια ανοιχτά υπέρ της ενεργειακής μετάβασης σε καθαρότερες μορφές παραγωγής και βιώσιμες μορφές κατανάλωσης. Στο εκλογικό τους πρόγραμμα για τις ευρωεκλογές του 2019, οι Σ&Δ έδωσαν ξανά ιδιαίτερη έμφαση σε μια δίκαιη ενεργειακή μετάβαση, η οποία δεν θα εγκλωβίζει σε ενεργειακή φτώχεια τους πιο αδύναμους της κοινωνίας. Επίσης, περίοπτη προγραμματική θέση καταλαμβάνει και η τόνωση των επενδύσεων για την αύξηση της ενεργειακής απόδοσης των κτηρίων, τα οποία αντιπροσωπεύουν το μεγαλύτερο μερίδιο στην κατανάλωση ενέργειας, αλλά και θέματα ποιότητας ζωής, όπως η σταδιακή εξάλειψη των πλαστικών ουσιών μιας χρήσης και η βελτίωση της ποιότητας των δημόσιων αγαθών που είναι το νερό και ο αέρας.
Αν και παρατηρείται μια επαμφοτερίζουσα στάση στις περιβαλλοντικές πολιτικές των Γάλλων Φιλελεύθερων του προέδρου Μακρόν, καθώς η έντονα «πράσινη» ευρωπαϊκή τους ρητορική μετριάζεται από άτολμες πολιτικές στο εσωτερικό της Γαλλίας, η τρίτη σε δύναμη ευρωπαϊκή παράταξη των Φιλελεύθερων Δημοκρατών (η οποία μετονομάστηκε πρόσφατα από ALDE σε Renew Europe) είναι σαφέστατα υποστηρικτική της φιλόδοξης ευρωπαϊκής ατζέντας για την κλιματική αλλαγή. Μια από τις πιο προωθημένες θέσεις των Φιλελεύθερων είναι η νομική κατοχύρωση ενός ποσοστού 40% των δαπανών του προϋπολογισμού της Ε.Ε. αποκλειστικά για τη χρηματοδότηση επενδύσεων για την καταπολέμηση της κλιματικής αλλαγής. Αυτή η πρόταση συνδυάζεται με την υποστήριξη της οικονομίας μηδενικών εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα έως το 2050 μέσω αυστηροποίησης των στόχων και με τη βελτίωση του ETS.
Τέλος, οι τέταρτοι σε δύναμη Πράσινοι παρουσιάζονται, όπως είναι φανερό, ως η πολιτική δύναμη με το πιο φιλόδοξο πρόγραμμα σχετικά με την κλιματική αλλαγή. Ας σημειωθεί μόνο εδώ ότι οι Πράσινοι επιμένουν, όχι μόνο στο περιεχόμενο των επιμέρους πολιτικών, αλλά και στο θέμα των κατάλληλων εργαλείων διακυβέρνησης (governance) για την επίτευξη των πρωτοποριακών και μακροπρόθεσμων ευρωπαϊκών στόχων. Έτσι, για παράδειγμα, ένα θέμα που κάνει ιδιαίτερα αισθητή την παρουσία του στο εκλογικό τους μανιφέστο για τις ευρωεκλογές του 2019 είναι η λεγόμενη «οριζόντια ολοκλήρωση», δηλαδή η πάγια και διαρθρωμένη συνεργασία μεταξύ διαφορετικών τομέων πολιτικής (π.χ., γεωργία, μεταφορές, δίκτυα και υποδομές, έρευνα και καινοτομία) και των αντίστοιχων διοικητικών τους υπηρεσιών. Αυτή η οριζόντια πολιτική και διοικητική δικτύωση, σε συνδυασμό με σφιχτότερες διαδικασίες διακυβερνητικής συνεργασίας, είναι που μπορεί να εγγυηθεί την υπερπήδηση πολλών από τα γραφειοκρατικά εμπόδια που μπαίνουν στον δρόμο της ενεργειακής μετάβασης.
Όλα τα παραπάνω προδιαγράφουν με σαφήνεια μια μεγαλύτερη απ’ ό,τι στο παρελθόν ευκολία στον σχηματισμό πολιτικών συμμαχιών στο μέσον του πολιτικού φάσματος. Συνεπώς, αναμένεται η κλιματική αλλαγή να είναι ένα από τα βασικά πολιτικά διακυβεύματα της Ευρώπης που θα προωθηθεί απρόσκοπτα κατά την πενταετία 2019-2024.