Από την έντυπη έκδοση
ΝΑΤΑΣΑ ΣΤΑΣΙΝΟΥ
[email protected]
Οταν πέντε μήνες μετά τις εκλογές ακούγεται και πάλι το ενδεχόμενο προσφυγής στην κάλπη, είναι προφανές ότι η χώρα βρίσκεται σε αδιέξοδο.
Τη λύση, υποστηρίζουν ορισμένοι, θα πρέπει να δώσουν οι πολίτες. Μα αυτό δεν έκαναν στα τέλη Ιανουαρίου; Αυτό δεν έγινε τέσσερις φορές σε λιγότερο από πέντε χρόνια;
Κανείς δεν αμφισβητεί τη σημασία της «δημοκρατικής προσφυγής στη λαϊκή ετυμηγορία». Στην προκειμένη περίπτωση, όμως, αυτό θα ήταν η εύκολη οδός.
Θα ήταν η εύκολη λύση για ένα πολιτικό σύστημα που αδυνατεί να συνεννοηθεί ακόμη και την πιο κρίσιμη στιγμή.
Αυτό κατέστη σαφές και στην πρόσφατη συζήτηση στη Βουλή. Σε αυτήν υπήρχε η ευκαιρία για ένα τρόπον τινά… brainstorming μεταξύ των πολιτικών δυνάμεων του τόπου.
Με τις προτάσεις των πιστωτών και της ελληνικής πλευράς να είναι πια γνωστές και με δεδομένο ότι η μεγάλη πλειονότητα στη Βουλή υποστηρίζει (επισήμως τουλάχιστον) ότι κοινός στόχος είναι η παραμονή στο ευρώ, θα περίμενε κανείς πρωτίστως από την κυβέρνηση, αλλά και από τα κόμματα της αντιπολίτευσης να παρουσιάσουν ιδέες για το πώς θα επέλθει η σύγκλιση με τους εταίρους.
Να αναλύσουν το δικό τους σχέδιο, να καταθέσουν μία δέσμη προτάσεων που θα μας βγάζει από το τέλμα και την ατέρμονη αβεβαιότητα. Να εξηγήσουν πώς θα δοθεί τέλος στα επίμονα σενάρια καταστροφής.
Αντ’ αυτού, όλοι ανεξαιρέτως επιδόθηκαν για ακόμη μία φορά στο αγαπημένο σε εμάς τους Ελληνες… blamestorming.
Είναι κάτι στο οποίο το ελληνικό πολιτικό σύστημα έχει «παράδοση».
Ο καθένας αφηγείται τη δική του εκδοχή της «αλήθειας», αυτή που θα χαϊδέψει τα αυτιά του κομματικού κοινού, εξηγεί ποιος πιστεύει ότι φέρει την ευθύνη για τα δεινά και αποφεύγει να πει τι πρέπει να γίνει.
Στη Βουλή λοιπόν η κυβέρνηση επέρριψε την ευθύνη στους πιστωτές με τις «παράλογες απαιτήσεις» και στις προηγούμενες κυβερνήσεις, οι οποίες είχαν συνηθίσει την τρόικα να γίνεται αποδεκτό κάθε αίτημά της.
Σε εκείνους που «μας έβαλαν στα μνημόνια», οδηγώντας μας έτσι στην ύφεση και την εκρηκτική ανεργία.
Τα κόμματα της αντιπολίτευσης μας είπαν ότι φταίει η κυβέρνηση, η οποία «αδυνατεί να διαπραγματευτεί», «ταπεινώνει τη χώρα» και αποκρύπτει από τους πολίτες ότι τους οδηγεί είτε στο χείλος του γκρεμού είτε σε τρίτο μνημόνιο.
Ακούσαμε με λίγα λόγια, από την κάθε πλευρά, ό,τι λίγο-πολύ λεγόταν και πριν από τις εκλογές του Ιανουαρίου, όπως και όλους τους μήνες που μεσολάβησαν.
Μάλλον κανείς δεν έχει κατανοήσει ότι οι πολίτες δεν ενδιαφέρονται πια για το ποιος έχει δίκιο, αλλά για το πώς επιτέλους θα βρουν το δικό τους δίκιο.
Το blamestorming προσφέρει την ευκαιρία στους ηγέτες των πολιτικών κομμάτων να υψώσουν τη φωνή, να πουν την έξυπνη ατάκα, να «χτυπήσουν» τον αντίπαλο, να δείξουν με το δάχτυλο.
Το πρόβλημα είναι πως όλοι μένουν τελικά να κοιτούν το δάχτυλο, ξεχνώντας να μας πουν αυτό για το οποίο συγκεντρώθηκαν: τις λύσεις.