Από την έντυπη έκδοση
Του Γιώργου Κούρου
[email protected]
Η έμμεση φορολογία είναι η πλέον άδικη και επαχθής για τα κοινωνικά ασθενέστερα στρώματα, αφού επιβαρύνει την κατανάλωση, ανεξαρτήτως μεγέθους και ύψους και επιβαρύνει καταθλιπτικά όλα συλλήβδην τα εμπορεύματα και τις υπηρεσίες, ανεξαρτήτως αν είναι ή όχι απολύτως απαραίτητα για μια ανεκτή διαβίωση.
Στη χώρα μας ιδιαίτερα η έμμεση φορολογία και οι ειδικοί φόροι στην κατανάλωση είναι πανύψηλοι και αποτελούν το κύριο δημόσιο έσοδο.
Ολοι οι συμπολίτες μας και πρώτοι απ’ όλους οι πιο φτωχοί, αυτοί που επιβιώνουν με 500 και 600 ευρώ, ακόμα και οι άνεργοι, καταβάλλουν τουλάχιστον το 20% των καταναλωτικών τους δαπανών σε έμμεσους φόρους.
Οι πιο φτωχοί, μάλιστα, πληρώνουν στην ουσία το 20% του εισοδήματός τους στην έμμεση φορολογία, αναλογικά το περισσότερο από όλους τους φορολογούμενους, καταρρίπτοντας έτσι τον μύθο ότι οι πολύ φτωχοί δεν φορολογούνται. Οχι μόνο φορολογούνται, αλλά ποσοστιαία υπερφορολογούνται, πολύ περισσότερο από τους πλούσιους.
«Η επιδρομή έμμεσων φόρων που προωθεί αυτή την περίοδο η κυβέρνηση δεν δείχνει μόνο κοινωνική αγριότητα, αλλά και έσχατο παραλογισμό, αφού κινδυνεύει να δώσει τη χαριστική βολή στην ίδια την οικονομία».
Αυτό -και πολύ ορθά- υποστήριζαν με θέσεις και δηλώσεις τους λίγο καιρό πριν ανέλθουν στην εξουσία κορυφαία στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ, μεταξύ αυτών και ο υπουργός Παραγωγικής Ανασυγκρότησης, το οποίο όμως σήμερα φαίνεται ότι έχουν λησμονήσει. Διότι όλοι οι δρόμοι της διαπραγμάτευσης οδηγούν στην αύξηση του πιο άδικου, για τους αδυνάτους, φόρου.
Του ΦΠΑ! Και στην παρούσα φάση της οικονομικής κρίσης, με την εξαθλίωση να χτυπά «κόκκινο», αυτή θα έπρεπε να ήταν η μεγαλύτερη «κόκκινη» γραμμή του κυβερνητικού συνασπισμού και οι άλλες, του συνταξιοδοτικού και των εργασιακών σχέσεων, να έπονται.
Αλλωστε, όλοι γνωρίζουν ότι η έμμεση φορολογία είναι η πιο άδικη που μπορεί να επιβληθεί, ειδικά για τις ασθενέστερες οικονομικά ομάδες, και μάλιστα σε περιόδους κρίσης όπως αυτή που βιώνει η χώρα και η κοινωνία μας τα τελευταία έξι χρόνια.
Και το ερώτημα είναι γιατί να υποχωρήσει η κυβέρνηση από αυτή την «κόκκινη» γραμμή; Διότι εάν δεν είναι «κόκκινη» γραμμή η «χαριστική βολή στην οικονομία», εάν δεν είναι περαιτέρω έμμεση μείωση των μισθών και συντάξεων μια αύξηση του ΦΠΑ, σε οποιοδήποτε ποσοστό 18%-21%, ποια είναι;
Θα είναι η πιο επώδυνη φορολογική αφαίμαξη των ήδη εξασθενημένων νοικοκυριών, αφού είναι γεγονός ότι η αύξηση της έμμεσης φορολογίας επιβαρύνει περαιτέρω την κατανομή του φορολογικού βάρους, καθώς καλούνται όλοι να πληρώσουν τον ίδιο φόρο, ανεξάρτητα από τη φοροδοτική ικανότητά τους και πλήττει κυρίως τα χαμηλά εισοδήματα.
Ταυτόχρονα η αύξηση της έμμεσης φορολογίας οδηγεί στην αύξηση του τζίρου της παραοικονομίας και ουσιαστικά αναιρεί – ακυρώνει την προσπάθεια που γίνεται στο μέτρο των αποδείξεων για τη μείωση των φαινομένων της παραοικονομίας και της φοροδιαφυγής. Αρα, όσες Λοταρίες κι αν κάνει η κυβέρνηση, αποτέλεσμα δεν θα έχει και η παραοικονομία θα ανθεί.
Το σίγουρο λοιπόν είναι ότι η όποια αύξηση του ΦΠΑ θα οδηγήσει σε συρρίκνωση της αγοραστικής δύναμης των φορολογουμένων, θα… «κοκκινίσει» τους οικογενειακούς προϋπολογισμούς και θα αδειάσει περαιτέρω το καλάθι της νοικοκυράς, αλλά δεν θα είναι η πρώτη φορά!