Skip to main content

Το λαϊκίζειν εστί…παραπλανείν

(EUROKINISSI/ΠΑΝΑΓΟΠΟΥΛΟΣ ΓΙΑΝΝΗΣ)

Κατασκευάζεται ένα δίπολο: από τη μία ο «αγνός λαός» και από την άλλη η «διεφθαρμένη ελίτ». Οι πολίτες δεν καλούνται να σκεφτούν, αλλά να νιώσουν

Αν και ο τίτλος δεν είναι δικός μου, τον υιοθετώ. Καθημερινά γινόμαστε μάρτυρες διαφόρων επεισοδίων λαϊκισμού και τοξικότητας, που διαχεόμενα στα SoMe πολλαπλασιάζονται με γεωμετρική πρόοδο. Οι αντιπαραθέσεις ιδιαίτερα στην Βουλή, αν είναι ο καθρέπτης την κοινωνίας μας, δεν πιστεύω ότι περιποιεί τιμή ούτε για το Ελληνικό Κοινοβούλιο, ούτε για εμάς ως πολίτες αυτής της χώρας.

Ο δημόσιος λόγος στη χώρα μας θυμίζει αρένα μονομάχων. Οι πολιτικές αντιπαραθέσεις, οι τηλεοπτικές συζητήσεις-μονόλογοι, ακόμη και οι διαδικτυακές συνομιλίες, χαρακτηρίζονται από ένταση, ειρωνεία, ύβρεις, οργή και fake news. Η ψύχραιμη σκέψη και η επιχειρηματολογία υποχωρούν μπροστά στο συναίσθημα και τη φωνή.

Στις μέρες μας η πληροφορία διαχέεται με αστραπιαία ταχύτητα και οι γνώμες αποκτούν βαρύτητα ανάλογη της έντασης με την οποία εκφράζονται, η δημόσια ζωή γίνεται ολοένα και πιο εύφλεκτη. Ο δημόσιος διάλογος, αντί να βασίζεται στη λογική και την επιχειρηματολογία, συχνά υποχωρεί μπροστά στην κραυγή, την οργή και τη συναισθηματική φόρτιση. Πίσω από αυτό το φαινόμενο κρύβεται μια διαχρονική δυναμική: η ψυχολογία του όχλου, η οποία, όταν συνδυάζεται με τον λαϊκισμό, γεννά ένα τοξικό περιβάλλον που διαβρώνει τη δημοκρατία.

Περισσότερο «μέλος» παρά «εαυτός»

Όταν οι άνθρωποι δρουν ως μέλη μιας μάζας, παύουν να σκέφτονται ως αυτόνομα άτομα. Κυριαρχούνται από το συναίσθημα, παρασύρονται εύκολα από εικόνες, σύμβολα και συνθήματα, και υιοθετούν συλλογικά πάθη που δύσκολα θα εξέφραζαν μόνοι τους. Σ’ αυτές τις συνθήκες ο άνθρωπος γίνεται περισσότερο “μέλος” παρά “εαυτός”. Ηχεί ακόμα στ’ αυτιά μου το «ή εμείς ή αυτοί».

Αυτήν ακριβώς τη δυναμική εκμεταλλεύεται ο λαϊκισμός, που οι εκφραστές του δεν απευθύνονται στον νου, αλλά στο θυμικό. Κατασκευάζουν ένα δίπολο: από τη μία ο «αγνός λαός» και από την άλλη η «διεφθαρμένη ελίτ». Οι πολίτες δεν καλούνται να σκεφτούν, αλλά να νιώσουν· όχι να αναζητήσουν λύσεις, αλλά να επιλέξουν στρατόπεδο.

Ο λαϊκισμός, βέβαια, δεν είναι πάντα αβάσιμος. Συχνά πηγάζει από πραγματική κοινωνική δυσαρέσκεια, από τη φωνή ανθρώπων που νιώθουν αποκλεισμένοι ή αδικημένοι. Όμως, όταν μετατρέπεται σε μόνιμο τρόπο πολιτικής ύπαρξης, καταστρέφει το ίδιο το έδαφος του δημοκρατικού διαλόγου. Τρέφεται από τον θυμό, διχάζει την κοινωνία και ενισχύει την καχυποψία απέναντι στους θεσμούς και τη γνώση. Η δημαγωγία αντικαθιστά την ευθύνη· το συναίσθημα αντικαθιστά τη σκέψη.

Σήμερα, η τοξικότητα στη δημόσια ζωή είναι ορατή παντού: στα τηλεοπτικά πάνελ, στις πολιτικές αντιπαραθέσεις, στα κοινωνικά δίκτυα. Η γλώσσα γίνεται επιθετική, ο διάλογος μετατρέπεται σε μονολόγους οργής, ενώ η διαφωνία θεωρείται εχθρότητα.

Η δημοκρατία δεν ευδοκιμεί με κραυγές, αλλά με επιχειρήματα· δεν αντέχει χωρίς ψυχραιμία και διάλογο. Ουτοπικό ίσως, αλλά χρειαζόμαστε θεσμούς και μέσα ενημέρωσης που να καλλιεργούν νηφαλιότητα και σεβασμό, πολιτικούς που να προτιμούν την αιτιολογημένη εξήγηση από την ανέξοδη υπόσχεση.

Δεν πρέπει η τοξικότητα να συνεχίσει να υπονομεύει κάθε προσπάθεια συνεννόησης. Και χωρίς συνεννόηση, καμία δημοκρατία δεν μπορεί να επιβιώσει. Και δεν είναι καιρός για πισωγυρίσματα με όσα συμβαίνουν στη …γεωγραφική γειτονιά μας.