Αυτό που συνέβη στο τουρκοκρατούμενο βόρειο τμήμα της Κύπρου στις 19 Οκτωβρίου 2025 δεν ήταν μια απλή εναλλαγή εξουσίας.
Ήταν η πρώτη ορατή ρωγμή στο αφήγημα που η Άγκυρα αφηγείται στον κόσμο – και στους ομοεθνείς της στο νησί – από το 1974. Οι Τουρκοκύπριοι ψηφοφόροι έδωσαν στον Τουφάν Ερχουρμάν μια καθαρή νίκη από τον πρώτο γύρο, περίπου 62,8% έναντι 35,8% του Ερσίν Τατάρ, εκφράζοντας ρητά την προτίμησή τους σε μια ομοσπονδιακή λύση βάσει των αποφάσεων του ΟΗΕ αντί για τη μόνιμη διχοτόμηση. Αυτή η ετυμηγορία, που δόθηκε στην Κερύνεια και τη Μόρφου – όχι στις Βρυξέλλες ή τη Νέα Υόρκη – διέλυσε την ψευδαίσθηση του τετελεσμένου.
Η ανατροπή ήρθε παρά τον μήνα προπαγάνδας που προηγήθηκε για να παρουσιαστεί το αντίθετο. Στις αρχές Οκτωβρίου, στη Σύνοδο των Τουρκικών Κρατών στην Καμπάλα, ο Τατάρ κάθισε και φωτογραφήθηκε ως «πρόεδρος» ανάμεσα σε αρχηγούς κρατών, υπογράφοντας τη λεγόμενη Διακήρυξη της Καμπάλας – μια επίδειξη αναγνώρισης de facto, καμουφλαρισμένης ως διπλωματικό πρωτόκολλο.
Ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν και ο Ίλχαμ Αλίγιεφ τον αντιμετώπισαν ως ισότιμο, ενώ η παρουσία του Ούγγρου πρωθυπουργού Βίκτορ Όρμπαν πρόσθεσε μια επικίνδυνη ευρωπαϊκή επίφαση συνενοχής. Λίγες ημέρες αργότερα, ο Τατάρ εμφανίστηκε στη Γενική Συνέλευση του ΟΗΕ, επιχειρώντας την ίδια εκστρατεία «αναγνώρισης». Όμως τίποτα από όλα αυτά δεν συγκίνησε το εκλογικό σώμα που μετρούσε πραγματικά. Η σκηνοθεσία νομιμότητας δεν μπορούσε να κρύψει την ουσιαστική εξάρτηση.
Η αρχή της κατάρρευσης του αφηγήματος βρίσκεται στην οικονομία και στο νόμισμα. Η οικονομία των κατεχομένων είναι πλήρως εξαρτημένη από την Τουρκία· κάθε υποτίμηση της λίρας μεταφράζεται άμεσα σε ακρίβεια και μειώσεις μισθών. Σύμφωνα με την ετήσια έκθεση του αμερικανικού Υπουργείου Εξωτερικών για το 2025, οι διακυμάνσεις της τουρκικής λίρας καθορίζουν ευθέως την οικονομική ζωή στα κατεχόμενα, και το φετινό ιστορικό χαμηλό της λίρας επιδείνωσε δραματικά την κρίση.
Ακολούθησε η ταυτότητα. Το 2025 ήταν το έτος που η τουρκοκυπριακή κοινωνία είπε «όχι» στην ισλαμοποίηση μιας από τις πιο κοσμικές μουσουλμανικές κοινότητες του κόσμου. Όταν η κατοχική «κυβέρνηση» νομιμοποίησε τις μαντίλες στα σχολεία, οι εκπαιδευτικοί αντέδρασαν, ο Ερντογάν τους επέπληξε και το «ανώτατο δικαστήριο» ακύρωσε τον νόμο. Μια κοινωνία υπερασπίστηκε τον κοσμικό της χώρο απέναντι σε μια εισαγόμενη πολιτισμική ατζέντα, και η αντίσταση αυτή εξελίχθηκε σε γενικότερη απόρριψη της κηδεμονίας.
Η αξιοπιστία αποδείχθηκε καθοριστική. Τα σκάνδαλα στην «εκπαιδευτική βιομηχανία» – πλαστά πτυχία, απουσία ελέγχου και διαφθορά – αποκάλυψαν ένα σύστημα διακυβέρνησης που βασίζεται στην πελατειακή σχέση και όχι στη νομιμότητα. Όσο περισσότερο ο Τατάρ μιλούσε για «κυρίαρχη ισότητα», τόσο περισσότερο η καθημερινότητα έδειχνε ανισότητα. Και τέλος, η μνήμη. Η τουρκική παρέμβαση στις εκλογές του 2020 αποτελεί πλέον τεκμηριωμένο γεγονός· τα συνδικάτα προειδοποιούσαν και φέτος για νέες παρεμβάσεις. Οι ψηφοφόροι απέρριψαν το παλιό σενάριο – και τον άνθρωπο που το εκπροσωπούσε.
Για τη Λευκωσία, η πρόκληση δεν είναι να πανηγυρίσει μια «φιλική νίκη», αλλά να εδραιώσει τη θέση του κράτους. Η λύση που έχει καθορίσει ο Πρόεδρος Νίκος Χριστοδουλίδης είναι η μόνη που μπορεί να σταθεί στο διεθνές δίκαιο: μια διζωνική, δικοινοτική ομοσπονδία με πολιτική ισότητα, όπως ορίζεται από τον ΟΗΕ – μία κυριαρχία, μία διεθνή προσωπικότητα, μία ιθαγένεια και πλήρη εφαρμογή του ευρωπαϊκού κεκτημένου σε ολόκληρο το νησί.
Η Άγκυρα εξακολουθεί να κρατά όλα τα κλειδιά: στρατιωτικά, οικονομικά και θεσμικά. Περισσότεροι από 35.000 Τούρκοι στρατιώτες παραμένουν εγκατεστημένοι, οι δυνάμεις ασφαλείας υπάγονται στην τουρκική διοίκηση, οι χρηματοδοτήσεις, τα νερά και σύντομα το ηλεκτρικό ρεύμα ρέουν μέσω τουρκικών πρωτοκόλλων. Όποιος κι αν κάθεται στην «προεδρική καρέκλα», ο μετρητής βρίσκεται στην Άγκυρα.
Ο Ερχουρμάν μιλά τη γλώσσα της διπλωματίας. Είπε ότι, αν υπάρξει λύση, θα είναι μια δικοινοτική, διζωνική ομοσπονδία βασισμένη στην πολιτική ισότητα. Είναι μια αναγκαία, αλλά όχι επαρκής θέση. Η Λευκωσία οφείλει να ζητήσει σαφείς δεσμεύσεις: ότι η πολιτική ισότητα σημαίνει συμμετοχή μέσα στη μία Κυπριακή Δημοκρατία και όχι «κυρίαρχη ισότητα» δύο κρατών· ότι τα βήματα στα Βαρώσια θα αντιστραφούν σύμφωνα με το Ψήφισμα 550 του ΟΗΕ· και ότι κάθε συμφωνία ασφάλειας θα περιλαμβάνει επικυρωμένο χρονοδιάγραμμα αποχώρησης στρατευμάτων. Δύο ακόμη ενδείξεις θα αποδείκνυαν ειλικρίνεια: η αποσύνδεση της αστυνομίας από την τουρκική διοίκηση και η πλήρης διαφάνεια στα πρωτόκολλα συνεργασίας με την Άγκυρα. Αυτά δεν είναι μαξιμαλιστικές απαιτήσεις, αλλά οι ελάχιστες προϋποθέσεις για μια ομοσπονδία που μπορεί να λειτουργήσει.
Η Κύπρος πρέπει να υπενθυμίσει στους εταίρους της ότι το Σύνταγμά της προβλέπει Βουλή των Αντιπροσώπων με 80 έδρες – 56 Ελληνοκυπρίων και 24 Τουρκοκυπρίων – οι οποίες παραμένουν κενές από το 1964 αλλά ουδέποτε καταργήθηκαν. Αυτή η νομική συνέχεια είναι η βάση για άμεση επανένωση, μόλις αποκατασταθεί η νομιμότητα. Η Ευρώπη έχει ευθύνες που ξεπερνούν τα χειροκροτήματα. Το έργο του Great Sea Interconnector, που θα συνδέσει ενεργειακά την Κύπρο με την Ε.Ε., είναι και ενεργειακό και γεωπολιτικό – ένα μέσο απεξάρτησης από την τουρκική πολιτική. Η Ε.Ε. πρέπει να καταστήσει σαφές ότι τέτοια οφέλη, ενεργειακά ή οικονομικά, εξαρτώνται από πρόοδο εντός των πλαισίων του ΟΗΕ και από σεβασμό στη νεκρή ζώνη και στα Βαρώσια. Οι φωτογραφίες δεν μπορούν να υποκαταστήσουν τον νόμο ή την εμπιστοσύνη.
Αυτές οι εκλογές δεν άνοιξαν ένα παράθυρο· ανατίναξαν τον μύθο ότι η τουρκική κατοχή είναι βιώσιμη. Μισό αιώνα μετά το 1974, οι ίδιοι οι Τουρκοκύπριοι παρέδωσαν την πρώτη εσωτερική καταδίκη του σχεδίου της Άγκυρας. Η ετυμηγορία είναι ξεκάθαρη: η οικονομική προσάρτηση μέσω της λίρας, η δημογραφική αλλοίωση μέσω εποίκων, η θρησκευτική αποικιοποίηση μέσω κρατικών ιμάμηδων και η πολιτική υποταγή μέσω στρατιωτικής διοίκησης δεν συνιστούν κυριαρχία, αλλά δουλεία.
Αν ο Ερχουρμάν θέλει να μιλήσει τη γλώσσα της συμφιλίωσης, πρέπει πρώτα να μιλήσει τη γλώσσα της ανεξαρτησίας: να ζητήσει την αποχώρηση κάθε Τούρκου στρατιώτη, να τερματίσει τα πρωτόκολλα που δένουν τον βορρά στον τουρκικό προϋπολογισμό, να καταργήσει τον έλεγχο της Διεύθυνσης Θρησκευτικών Υποθέσεων στην εκπαίδευση και να επιστρέψει την αστυνόμευση και τη δικαιοσύνη στο κυπριακό δίκαιο. Διαφορετικά, ο βορράς παραμένει, όπως από το 1974, ένα προτεκτοράτο διοικούμενο από την Άγκυρα, μεταμφιεσμένο σε αυτοδιοίκηση.
Δεν θα υπάρξουν άλλες εκλογές υπό ξένη κατοχή· ψήφοι ριγμένοι κάτω από ξένες ξιφολόγχες δεν έχουν δημοκρατική νομιμότητα. Στο νησί υπάρχει – και μπορεί να υπάρχει – μόνο μία νόμιμη αρχή: ο Πρόεδρος και η Βουλή της Κυπριακής Δημοκρατίας στη Λευκωσία, όπως αναγνωρίζονται από το διεθνές δίκαιο και τον Χάρτη του ΟΗΕ. Η Κύπρος δεν μπορεί να διαπραγματεύεται την επανένωση με υποκατάστατα· πρέπει να συνομιλεί με ηγεσία που διοικεί το δικό της έδαφος. Η Ευρώπη οφείλει να μην είναι συνένοχη: κανένα κράτος-μέλος δεν μπορεί να ζει υπό ξένη στρατιωτική διοίκηση. Η αποχώρηση αυτής της διοίκησης δεν είναι προϋπόθεση ειρήνης· είναι η αποκατάσταση της νομιμότητας. Μόνο όταν οι στρατιώτες, οι αξιωματούχοι και οι επίτροποι της Άγκυρας επιστρέψουν στην πατρίδα τους, η Κύπρος θα είναι ξανά ολόκληρη. Η κάλπη έδωσε την άδεια· η ιστορία απαιτεί την πράξη.
*Ο Shay Gal είναι στρατηγικός αναλυτής και σύμβουλος σε θέματα διεθνούς ασφάλειας, διπλωματικής στρατηγικής και διαχείρισης κρίσεων. Συνεργάζεται με κυβερνητικούς και αμυντικούς αξιωματούχους και ειδικεύεται στη δημόσια διπλωματία και τις διεθνείς σχέσεις.