Στην ταινία «Πώς να κλέψετε ένα εκατομμύριο», η Όντρεϊ Χέπμπορν και ο Πίτερ Ο’ Τουλ εισβάλλουν σε ένα μουσείο και τεστάρουν με ψεύτικους συναγερμούς τα αντανακλαστικά της ασφάλειας. Κομεντί του 1966, το πλαστό και το αυθεντικό αλλάζουν διαρκώς θέση, με τη φινέτσα στη μέση.
Στην κοιλιά του Παρισιού, η φύλαξη της τέχνης είναι του κωμικού συγχρονισμού. Όχι πως θα μπορούσε να συμβεί καμιά μεγάλη συμφορά, όταν ακόμα και η στολή της καθαρίστριας είναι σχεδιασμένη από έναν από τους μεγαλύτερους οίκους μόδας της εποχής.
Σε άλλη εποχή, το 1999, η Κάθριν Ζέτα Τζόουνς ιδροκοπεί για να ξεφύγει από «Διπλή Παγίδα». Η σκηνή, που ελίσσεται ανάμεσα στα λέιζερ, για να φτάσει στην προθήκη και να κλέψει το πολύτιμο αντικείμενο, είναι χορογραφία, χωρίς μουσική συνοδεία.
Στη μυθοπλασία, ακόμη κι οι ευγενείς κλέφτες πρέπει να ξεπεράσουν εξελιγμένα σχέδια προστασίας.
Αυτό που δεν θα καταδεχόταν ούτε ο πιο κουρασμένος σεναριογράφος του Χόλιγουντ, έγινε πραγματικότητα, χωρίς πολυπλοκότητα. Κυριακή πρωί στο Λούβρο, με τα λόγια της Γαλλίδας υπουργού Δικαιοσύνης, «κάποιοι κατάφεραν να παρκάρουν έναν ανυψωτικό γερανό στη μέση του Παρισιού, να ανεβούν σε αυτόν, μέσα σε λίγα λεπτά να αρπάξουν κοσμήματα ανεκτίμητα». Με ένα δισκοπρίονο και δύο κίτρινα γιλέκα, ενώ ένας επισκέπτης καταγράφει με το κινητό έναν εκ των δραστών μπροστά σε μία προθήκη. Στο ανάλαφρο ρίχνω πάντα λευκή πετσέτα.
Όχι, λοιπόν, δεν ήταν κινηματογραφική ληστεία. Ακόμη και στην ενδυμασία. Ο καλός ο κλέφτης τέχνης είναι ντυμένος από την κορυφή ως τα νύχια σαν καλιακούδα.
Δεν ήταν κινηματογραφική ληστεία, αν μία από τις αίθουσες δεν είχε κάμερες ασφαλείας. Η ευκολία εξόρισε τη φαντασία. Εκτός αν έγινε η κλοπή κατά παραγγελία και ο παθιασμένος συλλέκτης ή η εμμονική συλλέκτρια κάνει ψυχοθεραπεία, βουτώντας σε αυτοκρατορικά μεγαλεία. Λέτε γι’ αυτό να άφησαν πίσω τη σπασμένη τιάρα της Ευγενίας; Δεν εγκαταλείπεις 1.354 διαμάντια και 56 σμαράγδια, αν σε ενδιαφέρει η εμπορική αξία.