Το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο προειδοποιεί ότι η παγκόσμια οικονομία δείχνει σημάδια πίεσης και ο κύριος λόγος γι’ αυτό είναι η εμπορική πολιτική των ΗΠΑ. Συγκεκριμένα, οι σαρωτικοί δασμοί και ο προστατευτισμός που απορρέουν από τον παγκόσμιο εμπορικό πόλεμο του Ντόναλντ Τραμπ.
Βέβαια, η παγκόσμια οικονομία αναμένεται να αναπτυχθεί κατά 3,2% φέτος, από 3% που εκτιμούσε το ΔΝΤ τον περασμένο Ιούλιο. Κάτι που οφείλεται σε δύο παράγοντες: Πρώτον, στην αύξηση της ζήτησης, καθώς εταιρείες και νοικοκυριά έσπευσαν να αγοράσουν πρώτες ύλες και προϊόντα, εν αναμονή των υψηλών δασμών, αλλά και στο ασθενέστερο δολάριο που έδωσε ώθηση στο εμπόριο. Την ίδια ώρα μάλιστα, οι μεγάλες αμερικανικές τράπεζες στέλνουν ένα μήνυμα ισχύος. Έκλεισαν το τρίτο τρίμηνο με σημαντικές αυξήσεις στα κέρδη τους.
Προειδοποίηση του Ντάιμον
Παρ ‘όλα αυτά, ο Ελληνοαμερικανός Διευθύνων Σύμβουλος της JPMorgan, Τζέιμι Ντάιμον προετοιμάζει τον κλάδο για δύσκολες στιγμές που έρχονται. «Εξακολουθεί να υπάρχει υψηλός βαθμός αβεβαιότητας λόγω των πολύπλοκων γεωπολιτικών συνθηκών, των δασμών και της αβεβαιότητας του εμπορίου, των υψηλών τιμών των περιουσιακών στοιχείων και του κινδύνου επίμονου πληθωρισμού», λέει ο Ντάιμον, που έχει επανειλημμένα προσελκύσει την προσοχή τους τελευταίους μήνες, με επιφυλακτικές προβλέψεις.
Αλλωστε, στη Wall Street διεξάγεται μια έντονη συζήτηση σχετικά με το αν η άνθηση της τεχνητής νοημοσύνης έχει οδηγήσει σε μια φούσκα που θα μπορούσε τώρα να σκάσει.
Ο πρόεδρος Τραμπ επίσης, έχει αναζωπυρώσει τις ανησυχίες για μια κλιμάκωση του εμπορικού πολέμου με την Κίνα. Αν και φάνηκε να κάνει πίσω βέβαια, η απαισιοδοξία επικράτησε ξανά μεταξύ των επενδυτών.
Η αγορά φοβάται ότι το όπλο των δασμών κινδυνεύει να βλάψει τις Ηνωμένες Πολιτείες περισσότερο από την Κίνα και ελπίζει ότι οι εντάσεις θα εκτονωθούν στη συνάντηση του προέδρου Τραμπ με τον Κινέζο ομόλογό του, Σι Τζιπινγκ κατά την ετήσια συνάντηση του Φόρουμ Οικονομικής Συνεργασίας Ασίας-Ειρηνικού στις 31 Οκτωβρίου στη Νότια Κορέα.
Ο Αμερικανός πρόεδρος έχει βάλει βέβαια σκοπό την επαναβιομηχανοποίηση των Ηνωμένων Πολιτειών, θεωρώντας ότι η Κίνα δεν θα μπορέσει να αντέξει μια μετωπική αντιπαράθεση.
Ωστόσο η επιβολή νέων δασμών μπορεί να οδήγησε σε μείωση κατά 27% των κινεζικών εξαγωγών στις ΗΠΑ, αλλά το Πεκίνο, όπως δείχνουν και τα στοιχεία, έχει εναλλακτικές διεξόδους, ειδικά σε γειτονικές ασιατικές χώρες που βιώνουν επίσης μια περίοδο ανάπτυξης, όπως η Ινδονησία. Ταυτόχρονα, η Κίνα θα μπορούσε να θέσει τις ΗΠΑ σε δύσκολη θέση στο μέτωπο των σπάνιων γαιών, που είναι αναγκαίες για τις αμερικανικές επιχειρήσεις και την άμυνα.
Υπάρχουν βέβαια σπάνιες γαίες στην Αυστραλία και σε άλλες περιοχές, αλλά η αξιοποίησή τους απαιτεί σημαντικές επενδύσεις που αποφέρουν όμως, μακροπρόθεσμες αποδόσεις.
Ο χρυσός της Κίνας
Μία αντανάκλαση της συνεχιζόμενης ρήξης μεταξύ Κίνας και Ηνωμένων Πολιτειών, είναι επίσης και η δραματική αύξηση της τιμής του χρυσού, που κατέγραψε νέο ιστορικό ρεκόρ-πάνω από τα 4.200 δολάρια η ουγκιά. Η εκρηκτική άνοδος της τιμής του πολύτιμου μετάλλου -κατά 56% από την αρχή του χρόνου- εξηγείται από την αναζήτηση ασφαλών καταφυγίων από τους επενδυτές σε μια περίοδο οικονομικής και γεωπολιτικής αβεβαιότητας, καθώς και από άλλους παράγοντες, όπως ο φόβος για «φούσκα» της τεχνητής νοημοσύνης.
Επιπλέον, οι κεντρικές τράπεζες σε όλο τον κόσμο έχουν στραφεί στον χρυσό: έως το 2024, οι αγορές χρυσού αυτών των ιδρυμάτων θα αντιπροσωπεύουν το 20% της παγκόσμιας ζήτησης για το μέταλλο, διπλάσια από τα επίπεδα που διατήρησαν τη δεκαετία του 2010.
Αυτή η τελευταία άνοδος της τιμής του μετάλλου έχει αξιοποιηθεί, πάνω απ’ όλα, από την Κίνα, η οποία έχει ξεκινήσει μια μαζική αγορά χρυσού μέσω της κεντρικής της τράπεζας, με πρωτοφανή αύξηση των στρατηγικών της αποθεμάτων: μεταξύ 2020 και 2025, το Πεκίνο διπλασίασε τα αποθέματα σε χρυσό, με αύξηση 1.185 τόνων κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου, έχοντας πλέον 2.280 τόνους, σύμφωνα με στοιχεία του Παγκόσμιου Συμβουλίου Χρυσού. Αυτό καθιστά την Κίνα την έκτη χώρα στον κόσμο με τα μεγαλύτερα στρατηγικά αποθέματα, πίσω μόνο από τις ΗΠΑ, τη Γερμανία, την Ιταλία, τη Γαλλία και τη Ρωσία.
Η Ευρώπη συνθλίβεται
Την ίδια ώρα η Κίνα ξεφορτώνεται συνεχώς «αμερικανικό χρέος», καθώς οι συμμετοχές του Πεκίνου σε ομόλογα του αμερικανικού δημοσίου μειώθηκαν κατά 41% από το 2015 έως τα τέλη Ιουλίου, σύμφωνα με στοιχεία που συγκέντρωσε το Bloomberg.
Οι εξελίξεις αυτές δείχνουν ότι χρειάζεται επομένως ένας πιο «υπομονετικός» καπιταλισμός. Τόσο στις Ηνωμένες Πολιτείες, όσο και στην Ευρώπη. Ειδικά στην Ε.Ε. που κινδυνεύει να συντριβεί στις μυλόπετρες της αντιπαράθεσης ΗΠΑ –Κίνας.
Η κινεζική πίεση στην Ευρώπη είναι εξαιρετικά ισχυρή, αλλά δυστυχώς, οι ηγέτες της Ε.Ε. δεν διαθέτουν σκεπτόμενο μυαλό και αυτό θα μπορούσε να αποτελέσει πλεονέκτημα για την Κίνα. Οι Ηνωμένες Πολιτείες θα πρέπει να κατανοήσουν επίσης, ότι η στάση τους έναντι της Ε.Ε., εμποδίζει τις ευρωπαϊκές ατλαντικές δυνάμεις και τελικά βοηθά το Πεκίνο.