Η χώρα χρειάζεται επανεκκίνηση με άλλη φιλοσοφία εάν θέλουμε να εκμεταλλευτούμε τις δυνατότητές μας και τις ευκαιρίες που δημιουργούνται στο νέο σκηνικό.
Και όταν λέμε επανεκκίνηση, εννοούμε σαν εκείνο το «restart» που κάνουν οι τεχνικοί στα κομπιούτερ όταν τελειώσουν τις εργασίες τους και θέλουν ο υπολογιστής να ξεκινήσει από την αρχή… Λύση δεν είναι η αλλαγή των προσώπων που κάθονται στις καρέκλες, καθώς αυτή από μόνη της δεν λέει πολλά όσο όλοι κινούνται στην πεπατημένη που συνίσταται στο: «βλέποντας και κάνοντας».
Από τις ρευματοκλοπές που είναι 400 εκατ. (και πληρώνουν τα κορόιδα), την ακριβή ενέργεια, που είναι τροχοπέδη για την παραγωγή και τα νοικοκυριά, ή τα καλώδια στο Αιγαίο, που η Τουρκία δεν μας αφήνει, μέχρι την παράνομη μετανάστευση (που γελοιοποιεί την εθνική κυριαρχία) και την ακρίβεια (ελλείψει προσφοράς και εγχώριας παραγωγής) σε προϊόντα και υπηρεσίες, με τη στέγη να έχει τα πρωτεία, η χώρα είναι σε θέση άμυνας.
Οι πολιτικές δυνάμεις, απαξιωμένες μετά τη χρεοκοπία, τσαλαβουτάνε στα ρηχά, αναζητώντας δικαιολογίες οι κυβερνητικοί για την υστέρηση που νιώθει η κοινωνία, ενώ οι της αντιπολίτευσης με κούφιο αντικυβερνητικό λόγο υπόσχονται συνέχιση αυτού που ζούμε σήμερα, με άλλα πρόσωπα. Οι μεταξύ τους κόντρες -που τις κανοναρχεί μια ερεβώδης άγνοια των συνθηκών- προκαλούν θυμηδία και αυξάνουν την αποστροφή.
Η επανεκκίνηση είναι κάτι σαν την επίλυση του δημογραφικού. Για να λυθεί το πρόβλημα αυτό, πρέπει να βρούμε τρόπο να ζωντανέψει η ύπαιθρος. Και για να γίνει αυτό, η συνταγή είναι απλή και την ξέρουν όλοι: Πρέπει να υπάρξουν δουλειές όπου σήμερα δεν υπάρχουν. Και εκεί είναι το κράτος που θα βάλει πλάτη και θα λειτουργήσει ξανά μονάδες(έστω με χασούρα στην αρχή), οι οποίες θα δώσουν εργασία καταρχάς στους ανθρώπους που ζουν σήμερα εκεί. Επιπροσθέτως αυτό θέλει σχεδιασμούς ώστε οι μονάδες αυτές μεσοπρόθεσμα να σταθούν στα πόδια τους και όχι να γίνουν προβληματικές, κάτι που είναι μόνιμη ροπή σε κάθε πράγμα που αναλαμβάνει το κράτος.
Από την άλλη, η οικονομία θέλει μεταρρυθμίσεις ριζικές, με περιορισμό του κράτους και της γραφειοκρατίας, με ενίσχυση της παραγωγής και περιορισμό των πόρων που πάνε στις υπηρεσίες. Ο τουρισμός είναι μια λύση που βοηθάει, αλλά το μοντέλο που ακολουθούμε είναι εξαιρετικά κοστοβόρο (εισάγει το 80% των προϊόντων που χρησιμοποιεί) και θέλει μια νέα θεώρηση. Αυτά εφόσον συνδυαστούν με γρηγορότερη και ανεξάρτητη δικαιοσύνη, θα φέρουν τις επενδύσεις που έχουμε ανάγκη, για να πλησιάσουμε ως κοινωνία το επίπεδο διαβίωσης των άλλων χωρών της Ε.Ε. Τα παραπάνω θέλουν όραμα και ανθρώπους που θα πάρουν στην πλάτη τους τις αλλαγές για να τις κάνουν πράξη στην αληθινή ζωή. Σήμερα ακούμε για διάφορα «θετικά» χωρίς όμως να ανταποκρίνονται σε ό,τι βλέπουμε και ζούμε.