Στο κείμενο αυτό αναφέρομαι στις παγκόσμιες προκλήσεις που καθορίζουν την εποχή μας και τον τρόπο με τον οποίο τέμνονται με την τρέχουσα διεθνή τάξη πραγμάτων, με επίκεντρο την προσπάθεια των ΗΠΑ να διατηρήσουν την παγκόσμια ηγεμονία τους. Τέλος, στο κρίσιμο ερώτημα της στρατηγικής αυτονομίας της Ευρώπης δηλαδή, αν θα παραμείνει υποτελές παράρτημα μιας παρακμάζουσας αμερικανικής ηγεμονίας ή αν θα χαράξει έναν εναλλακτικό δρόμο.
Ζούμε σε μια εποχή πολλαπλών κρίσεων με πλανητικό χαρακτήρα. Πρώτη και κρισιμότερη είναι η κλιματική αλλαγή. Το δικαίωμα των επόμενων γενεών σε έναν βιώσιμο πλανήτη απειλείται. Παρά τις φιλόδοξες πολιτικές της ΕΕ, η οικολογική μετάβαση υπονομεύεται από δύο δυνάμεις: τον πόλεμο –με αιχμή την Ουκρανία– και την προτεραιότητα του καπιταλιστικού συστήματος στο βραχυπρόθεσμο κέρδος, τον μιλιταρισμό και την κούρσα εξοπλισμών.
Δεύτερη πρόκληση είναι η τεχνολογική μετάβαση, με αιχμή την τεχνητή νοημοσύνη. Η ΤΝ υπόσχεται πρόοδο, αλλά συγκεντρώνεται στα χέρια λίγων πολυεθνικών, κυρίως αμερικανικών και κινεζικών, χωρίς ουσιαστικό δημοκρατικό έλεγχο. Η απουσία παγκόσμιας διακυβέρνησης επιτρέπει την κυριαρχία ιδιωτικών συμφερόντων εις βάρος της κοινωνικής δικαιοσύνης, ενώ οι επιπτώσεις στην εργασία, την ανισότητα και την επιτήρηση μόλις αρχίζουν να γίνονται ορατές.
Τρίτη πρόκληση είναι η χρηματιστικοποίηση του καπιταλισμού. Από τη δεκαετία του 1970, και ιδιαίτερα μετά το 2008, οι χρηματαγορές απέκτησαν υπερτροφικό ρόλο. Τα χρηματοοικονομικά περιουσιακά στοιχεία (250 με 400 τρις $) ξεπερνούν κατά πολύ το παγκόσμιο ΑΕΠ (115 τρις $), ενώ κολοσσοί όπως οι BlackRock, Vanguard και State Street διαχειρίζονται κεφάλαια που αθροιστικά είναι άνω των 20 τρις $ και κάθε μια ξεπερνά το ΑΕΠ όλων των χωρών πλην ΗΠΑ και Κίνας. Δεν επενδύουν απλώς: καθορίζουν πολιτικές, διαμορφώνουν κοινωνίες και διευρύνουν τις ανισότητες.
Οι κρίσεις αυτές δεν είναι ανεξάρτητες· αλληλοτροφοδοτούνται. Η χρηματιστικοποίηση στερεί πόρους από την οικολογική μετάβαση, η ΤΝ χρησιμοποιείται περισσότερο για επιτήρηση παρά για κοινωνικές ανάγκες, και ο πόλεμος απορροφά κεφάλαια που θα μπορούσαν να κατευθυνθούν στη διεθνή συνεργασία.
Η σημερινή διεθνής τάξη πρέπει να ιδωθεί ιστορικά. Οι Arrighi, Wallerstein και Braudel μίλησαν για «ηγεμονικούς κύκλους»: περιόδους όπου μια δύναμη οργανώνει γύρω της το παγκόσμιο σύστημα. Από τη Βενετία και τη Γένοβα έως τη Βρετανία και, μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, τις ΗΠΑ. Κάθε κύκλος ξεκινά με καινοτομία και δυναμισμό, αλλά καταλήγει σε στρατιωτική υπερέκταση, οικονομική στασιμότητα και χρηματιστικοποίηση. Ο αμερικανικός κύκλος έχει μια ιδιαιτερότητα: συναντάται με την παγκόσμια οικολογική κρίση. Αντί να επενδύουν σε συνεργασία, οι ΗΠΑ επιλέγουν στρατιωτική ισχύ, κυρώσεις και τεχνολογικό έλεγχο.
Στον πυρήνα αυτής της ηγεμονίας βρίσκονται τα πολυεθνικά ολιγοπώλια: χρηματοπιστωτικά, τεχνολογικά, ενεργειακά, φαρμακευτικά. Εδραιώνουν αυτό που ο Karl Kautsky περιέγραψε ως «υπερ-ιμπεριαλισμό», όπου ένα μπλοκ κεφαλαίου καθορίζει τους κανόνες υπέρ της συσσώρευσης και εις βάρος της δημοκρατίας και της βιωσιμότητας.
Η Ευρώπη, σε αυτό το πλαίσιο, λειτουργεί συχνά ως υποτελής. Ο πόλεμος στην Ουκρανία αποκαλύπτει την εξάρτηση: πίσω από το επιχείρημα της υπεράσπισης της δημοκρατίας, υπηρετείται η πάγια στρατηγική των ΗΠΑ να εμποδίζουν την ανάδυση ανταγωνιστών (Ιαπωνία παλιότερα, τώρα Κίνα).
Το χάσμα ανάμεσα στο παγκόσμιο ΑΕΠ και στα χρηματοοικονομικά περιουσιακά στοιχεία έχει διευρυνθεί σε πρωτοφανή επίπεδα. Το κεφάλαιο κατευθύνεται ολοένα και λιγότερο σε παραγωγικές επενδύσεις και περισσότερο σε φούσκες, χρέος και ενοίκια. Οι κρίσεις επαναλαμβάνονται, ενώ η ανισότητα βαθαίνει.
Αντί η καινοτομία να υπηρετεί την πράσινη μετάβαση ή την υγεία, επενδύεται σε βιομηχανίες επιτήρησης, όπλων και μονοπώλια τεχνητής νοημοσύνης. Η οικονομία εμφανίζει στασιμότητα, αδυναμία ανοίγματος νέων δρόμων ανάπτυξης και τάση ολιγοπωλιακού ελέγχου. Η άνοδος της Κίνας και των BRICS+ λειτουργεί ως αποσταθεροποιητικός παράγοντας σε αυτό το πλαίσιο.
Η άνοδος της Κίνας είναι εντυπωσιακή. Από το 3% του παγκόσμιου ΑΕΠ το 1980, στο 17% σήμερα. Από την περιφέρεια της επιστημονικής παραγωγής στην πρωτοκαθεδρία σε κρίσιμες τεχνολογίες, από την ΤΝ έως την πράσινη ενέργεια.
Οι BRICS+ δεν αποτελούν ομοιογενές μπλοκ και φέρουν αντιφάσεις. Όμως το μήνυμά τους είναι σαφές: η μονοπολική στιγμή της αμερικανικής κυριαρχίας έχει τελειώσει. Οδεύουμε είτε προς νέο κύκλο με επίκεντρο την Ασία είτε προς πολυπολική τάξη. Οι επιλογές της Ευρώπης θα επηρεάσουν καθοριστικά την κατεύθυνση.
Ο νεοφιλελευθερισμός προέβαλε την παγκοσμιοποίηση ως δίκτυο αμοιβαίου οφέλους. Στην πράξη δημιούργησε μηχανισμούς καταναγκασμού. Συστήματα όπως το SWIFT ή η παραγωγή ημιαγωγών ελέγχονται από τις ΗΠΑ και χρησιμοποιούνται, όπως γράφουν οι Farrell and Newman, ως όπλα (Weaponised Interdependence).
Η πολιτική Τραμπ ανέδειξε απροκάλυπτα αυτή την τάση, με δασμούς, κυρώσεις και απειλές αποχώρησης από συμφωνίες. Ο Μπάιντεν άλλαξε το ύφος αλλά όχι την ουσία, συνεχίζοντας περιορισμούς και επιδοτήσεις. Η κυβέρνηση Τραμπ 2.0 προμηνύει ακόμη πιο συγκρουσιακή κατεύθυνση. Στην νέα τάξη πραγμάτων, δεν μετρά ποιος παράγει αποδοτικότερα· μετρά ποιος είναι πολιτικά ευθυγραμμισμένος. Το συγκριτικό πλεονέκτημα δίνει τη θέση του στη γεωπολιτική υπακοή.
Η Ευρώπη βρίσκεται σε κρίσιμο σταυροδρόμι. Η «στρατηγική αυτονομία» παραμένει ρητορική, όσο η ΕΕ παραμένει εγκλωβισμένη στη λιτότητα, στο χρέος και στην εξάρτηση από τις ΗΠΑ. Η Ευρώπη συρρικνώνεται: το μερίδιό της στο παγκόσμιο ΑΕΠ μειώθηκε από 30% το 1992 σε 17% σήμερα, ο πληθυσμός της γερνά, και σε τομείς όπως η ΤΝ ή η πράσινη τεχνολογία υστερεί τόσο έναντι ΗΠΑ όσο και Κίνας.
Ο πόλεμος στην Ουκρανία έδειξε το κόστος: απώλεια φθηνής ενέργειας, αποβιομηχάνιση, στασιμότητα και ανισότητες. Παρά ταύτα, η ευρωπαϊκή ηγεσία υιοθετεί πολιτικές που εξυπηρετούν την Ουάσινγκτον. Το πρόγραμμα Rearm Europe κατευθύνει πολύτιμους πόρους στη βιομηχανία όπλων, ενισχύοντας κυρίως μεγάλες χώρες, ενώ τα μικρότερα κράτη-μέλη επωμίζονται τα βάρη.
Η στρατηγική αυτονομία δεν μπορεί να περιοριστεί σε στρατιωτική ισχύ. Σημαίνει οικονομική και τεχνολογική κυριαρχία, οικολογική μετάβαση και κοινωνική δικαιοσύνη. Σημαίνει μείωση των κοινωνικών και περιφερειακών ανισοτήτων, ρήξη με τη λιτότητα, τους φορολογικούς παραδείσους και το χρηματοπιστωτικό ολιγοπώλιο, φορολόγηση του πλούτου και επενδύσεις στην πράσινη και ψηφιακή βιομηχανία.
Σημαίνει νέα σχέση με τον Παγκόσμιο Νότο, όχι ως πεδία εκμετάλλευσης αλλά ως εταίρους, με δίκαιο εμπόριο, τεχνολογική συνεργασία και ανακούφιση χρέους. Σημαίνει τέλος ρήξη με την υποτέλεια στην Ουάσινγκτον και προώθηση πολυπολικής διπλωματίας: συνεργασία με Δυτικό κόσμο αλλά και Κίνα, Ινδία και γενικότερα διαχειρίζεται ένα συνδυασμένο χαρτοφυλάκιο αξίας άνω των 20 τρισεκατομμυρίων δολαρίων BRICS+ στη βάση ισότητας και ειρήνης. Δεν πρόκειται για ουτοπία αλλά για ρεαλισμό. Η εναλλακτική είναι η παρακμή, η στρατιωτικοποίηση και η πολιτική ασημαντότητα.
Οι μεταβάσεις παγκόσμιας ηγεμονίας στην ιστορία υπήρξαν ταραχώδεις. Γέννησαν πολέμους και κρίσεις, αλλά άνοιξαν και νέες δυνατότητες. Σήμερα η ανθρωπότητα βρίσκεται ξανά σε σταυροδρόμι. Η Ευρώπη πρέπει να αρνηθεί τον ρόλο υποτελούς και να χαράξει πορεία θεμελιωμένη στην ειρήνη, τη δημοκρατία και την οικολογική βιωσιμότητα. Αν δεν το κάνει, το μέλλον θα καθοριστεί από ολιγάρχες, εμπόρους όπλων και αυταρχικούς ηγέτες. Αν το τολμήσει, μπορεί να μετατρέψει την κρίση σε ευκαιρία χειραφέτησης.
*Ο Λόης Λαμπριανίδης είναι αφ. Καθηγητής Πανεπιστήμιο Μακεδονίας, πρ. Γενικός Γραμματέας Ιδιωτικών Επενδύσεων υπ. Οικονομίας & Ανάπτυξης
**Οι ιδέες που αναπτύσσονται σε αυτό το κείμενο παρουσιάστηκαν στο Συνέδριο των European Economists for an Alternative Economic Policy in Europe «Europe Quo Vadis: Militarisation or Socio-Ecological Transformation?».