Η Τέταρτη Γαλλική Δημοκρατία (1946 – 1958) χαρακτηρίζεται τόσο για τη μεγάλη οικονομική ανάπτυξη, όσο και για την πολιτική αστάθεια, μία κυβέρνηση κάθε 5,7 μήνες. Από το 1959 μέχρι τα τέλη του 2016 – αρχές 2017 η χώρα είχε κατά μέσο όρο μία κυβέρνηση κάθε 17,5 μήνες. Τι στο καλό μάς είχαν ζαλίσει τότε με την ιταλική κυβερνητική αστάθεια;
Στη μέχρι τώρα οκταετή + 4 μήνες μακρονική εποχή, οι επτά πρωθυπουργοί είναι μάλλον επιστροφή στη μεταπολεμική περίοδο, χωρίς οικονομική άνοιξη. Σαν να δουλεύουν σεζόν οι επικεφαλής κυβέρνησης στο Παρίσι, αλλά με καλό πακέτο και χωρίς μετακομίσεις.
Στο μανιφέστο του «Επανάσταση» του 2016, ο τότε υποψήφιος πρόεδρος κατηγορούσε τον απολιθωμένο πολιτικό μηχανισμό της Γαλλίας, «βλέπουμε τα ίδια πρόσωπα κι ακούμε τις ίδιες ομιλίες», οπότε έβαλε μπρος (En Marche!) για ιστορίες.
Δεν λέω ότι το είχε σχεδιάσει, για να μη χάνουν οι συμπατριώτες του το στοιχείο της ποικιλομορφίας και του ανακατέματος της τράπουλας, που δεν αντιλέγω είναι απαραίτητα στην πολιτική, αλλά δεν μπορώ παρά να επισημάνω την αντιστροφή της φάσης.
Δεν βλέπουν τα ίδια πρόσωπα, αλλά ακούν τις ίδιες ομιλίες για ασθένειες και θεραπείες, στο όνομα της σταθερότητας.
Αλλά φταίει όντως η κυβερνητική αστάθεια για την κακή δημοσιονομική κατάσταση της Γαλλίας ή μήπως η διαχείριση της οικονομίας έφερε μία κατάσταση οιονεί ακυβερνησίας; Οι φοροαπαλλαγές στους εύπορους στέρησαν 50 δισ. το χρόνο από τον κρατικό κορβανά, σύμφωνα με το γενικό λογιστήριο του κράτους, κι οι επενδύσεις, που θα απογειώνονταν, ήταν του περιπάτου.
Τέτοια διλήμματα, βέβαια, δεν έχουν οι αγορές, οι οποίες μοιράζουν χαρές ή συμφορές. Αν θα είναι αυτή η κυβέρνηση, αν θα λάβει ψήφο εμπιστοσύνης, αν φτάσουν τα Παρίσια σε πρόωρες βουλευτικές εκλογές ή ακόμη και στην παραίτηση του προέδρου, το ζητούμενο για τις αγορές είναι ένα: Περικοπές.
Οι αγορές είναι σταθερές.