«Έδωσε τα ρέστα του», έλεγαν οι περισσότεροι από τους παριστάμενους, μετά το τέλος της ομιλίας του πρωθυπουργού στη ΔΕΘ.
Αναμφίβολα ήταν «γενναίο» και καλοδεχούμενο το πακέτο των μέτρων που ανακοίνωσε ο Κυριάκος Μητσοτάκης από το βήμα της ΔΕΘ.
Δεν μπορούσε να κάνει κι αλλιώς, αφού θέλει να αντιστρέψει το γενικευμένο κλίμα δυσαρέσκειας που επικρατεί στην κοινωνία. «Δεν υποτιμώ τη δυσφορία. Δεν θα τινάξω όμως την μπάνκα στον αέρα», απάντησε ο πρωθυπουργός σε ερώτηση της «Ναυτεμπορικής».
Δεν ακούστηκε όμως τίποτα για τη συγκράτηση των τιμών στα ράφια.
Αρνήθηκε ο πρωθυπουργός τη μείωση του ΦΠΑ σε βασικά αγαθά, παρά τις προτάσεις παραγόντων της αγοράς. «Μείωση του ΦΠΑ σημαίνει επιδότηση των μεσαζόντων», ισχυρίστηκε.
Όραμα, επίσης, δεν είδαμε. Δεν ακούσαμε μεταρρυθμίσεις στο παραγωγικό μοντέλο της χώρας, που νοσεί. Δεν ακούσαμε πώς θα ενισχυθεί η επιχειρηματικότητα.
Το εμπορικό έλλειμμα διευρύνθηκε τον Ιούλιο και διαμορφώθηκε στα 19,48 δισ. ευρώ στο επτάμηνο.
Σε κάθε περίπτωση, η ομιλία του πρωθυπουργού απευθυνόταν κυρίως στο «χαμένο» 41%.
Στόχος ήταν να ανακτήσει την εμπιστοσύνη της ίδιας της παράταξης της Ν.Δ., που φυλλορροεί, όπως δείχνουν μέχρι τώρα οι δημοσκοπήσεις.
Στόχος του πρωθυπουργού είναι φυσικά να ανακόψει την καθοδική δημοσκοπική πορεία.
Η αγωνία του είναι πριν από το «πέναλτι» των επόμενων δημοσκοπήσεων.
Η αποτελεσματικότητα της δέσμης των παροχών θα κριθεί στις δημοσκοπήσεις που έρχονται τις επόμενες ημέρες, όσο και αν ο πρωθυπουργός είπε πως τον «προσέλαβαν οι Έλληνες πολίτες για τέσσερα χρόνια».
Η αβεβαιότητα επιτείνεται και από το γεγονός ότι στην πολιτική ζωή έχει εισβάλει δραματικά το πρόβλημα της εκτεταμένης διαφθοράς – κάτι που εξοργίζει σχεδόν έναν στους δύο Έλληνες.
Μέχρι τώρα, σε ποσοστό 61% οι ερωτηθέντες δήλωναν πως τα όποια μέτρα ανακοινωθούν δεν θα επηρεάσουν ιδιαίτερα -έως καθόλου- τη ζωή τους και μόνο 9% ότι θα την επηρεάσουν σημαντικά.
Πόσο μπορεί ν’ αλλάξει αυτή η κατάσταση;
Όπως έλεγε ένας βετεράνος βουλευτής μετά το τέλος της ομιλίας, όταν ένας πρωθυπουργός είναι στον κολοφώνα της δημοτικότητάς του, ακόμη και τα χειρότερα μέτρα γίνονται αποδεκτά από την κοινή γνώμη.
Όταν όμως ένας πρωθυπουργός είναι αδύναμος, ακόμη και τα πιο γενναία μέτρα δεν συγκινούν τους πολίτες.