«Κάθε λέξη αποδεικνύεται μικρή και αδύναμη μπροστά στο μέγεθος ενός τέτοιου πένθους». «Δεν το χωράει ο νους αυτό». «Αυτές τις στιγμές τα λόγια περισσεύουν». «Αβάσταχτος ο πόνος. Ο μεγαλύτερος. Οι λέξεις είναι φτωχές μπροστά σε ένα τόσο τραγικό γεγονός».
Δεν υπάρχει λέξη. Μια γυναίκα που χάνει τον άντρα της λέγεται χήρα. Ένας άντρας που χάνει τη γυναίκα του λέγεται χήρος. Ένα παιδί που χάνει τους γονείς του λέγεται ορφανό. Όταν μεγαλώσει αρκετά, έχει δικό του σπίτι, αυτοκίνητο, παιδιά, ρυτίδες, φροντίδες κι άλλες πυξίδες, τυπικά δεν θεωρείται ορφανό, αλλά έχει μπει στης αληθινής ενηλικίωσης το στενό, το παιδί που ήταν. Θάβεται μαζί με το γονιό.
Δεν υπάρχει, όμως, λέξη για τον γονιό που χάνει ένα παιδί. Δεν ξέρω γιατί. Ενδεχομένως, η γλώσσα αρνείται να βαφτίσει την ύψιστη ρωγμή στη φυσική ροή, να πατήσει στην επικράτεια της απόλυτης οδύνης και της σκληρότερης αδικίας.
Ένας ίσκιος μεγαλώνει. Ο φόβος της απώλειας του σπλάχνου ανοίγει λαγούμι και τρυπώνει. Ο φόβος αυτός κληροδοτείται εξ ολοκλήρου ή εξ αδιαιρέτου, είναι υπαρξιακός.
«Θέλω κάπως να αποκαλέσω τον εαυτό μου και άλλους γονείς που έχουν χάσει παιδί ως “semper parente”. Η λατινική αυτή φράση σημαίνει “γονιός για πάντα”.
Μία φράση που προσδιορίζει την αιωνιότητα της φύσης του γονιού, διευρύνει το χρονοδιάγραμμά του πέρα από αυτόν τον κόσμο. Το γεγονός ότι ήμουν γονιός και είχα παιδιά αλλάζει την αιωνιότητα. Τίποτα όμως δεν αλλάζει το ίδιο το γεγονός. “Semper Parente”, γονιός για πάντα. Αυτή η φράση με συνδέει με τα παιδιά μου και σε αυτόν τον κόσμο και στην αιωνιότητα.
Μου ταιριάζει και από το γεγονός, ότι τα λατινικά μπορεί να είναι μία νεκρή γλώσσα που δεν ομιλείται πια, όμως μεταμορφώθηκε σε ιταλικά, γαλλικά, ισπανικά, πορτογαλικά… Ναι, είναι σημαντικό να επιλέξω ένα όνομα για τον γονιό που έχει χάσει ένα παιδί». Η Karen Quandt, που είχε χάσει και τα δύο της παιδιά, τον Ιούνιο του 2022 στο today.com προσπαθεί με τις λέξεις την παιδορφάνια να αντέξει.