Η πόλωση και η τοξικότητα, αυτές οι δίδυμες αδελφές, όταν μπαίνουν στην πολιτική ζωή, δεν δείχνουν μόνο το μέγεθος της έλλειψης πολιτικού πολιτισμού, αλλά έλλειψη επιχειρημάτων, έστω ισχνών ιδεολογημάτων.
Για πρώτη φορά στη σύγχρονη πολιτική μας ιστορία δεν υπάρχει αντιπολίτευση και ο πολιτικός λόγος αρκείται σε διαλόγους ανεπαρκών διαχειριστών του παρόντος, δίχως όραμα για το αύριο. Οι προσωπικότητες της δημόσιας σφαίρας αποκλεισμένες, μιας και οι ιδιοκτήτες των μέσων ενημέρωσης στηρίζουν μόνον χειραγωγήσιμους ηγετίσκους σε όλη την Ευρώπη και τον κόσμο.
Αυτοί που θα μπορούσαν να είναι μια ισχυρή αντιπολίτευση σήμερα στην Ελλάδα -προς όφελος θεσμών, δημοκρατίας και λαού- κατέδειξαν το πώς προσλαμβάνουν τα αιτούμενα της εποχής, με τον κατακερματισμό τους που εδράζεται σε προσωπικές ιδιοτελείς μικροφιλοδοξίες και όχι σε ιδεολογικές διαφορές. Όταν λείπουν το όραμα, η στοιχειώδης πρόβλεψη του επερχόμενου, η κατανόηση των συσχετισμών δυνάμεων στον κόσμο, η κατόπτευση του εφικτού, οι υλοποιήσιμες προτάσεις -πέραν κενών περιεχομένου συνθημάτων μακρινού παρελθόντος, δεν μπορείς να στηρίξεις καμία πρόταση υπέρ του -όλο και διογκούμενου- δοκιμαζόμενου μέρους της κοινωνίας μας.
Ο ρεαλισμός δεν είναι ηττοπάθεια. Να μιλάς σήμερα για την εκ βάθρων ανατροπή ενός παγκοσμιοποιημένου πολιτικού συστήματος, δεν είναι μόνον ουτοπικό, αλλά περιοριστικό της σκέψης έναντι κάθε θετικής αλλαγής. Μοναδικός στόχος πλέον είναι το τι μπορείς να κάνεις μέσα στο συνεχώς αναδιαμορφούμενο παγκόσμιο σκηνικό, ώστε να διασώσεις ό,τι μπορείς για την πατρίδα σου και τον λαό της. Κι αν δεν μπορείς να δεις πόσο ραγδαία έχει αλλάξει και αλλάζει ο κόσμος ως οικονομία, πολιτική, κοινωνία, η αποτυχία είναι δεδομένη. Αναρωτιέμαι συχνά πόσοι από αυτούς που μας εκπροσωπούν στη Βουλή έχουν την ικανότητα να δουν το παρόν, να διαβλέψουν το μέλλον, να οραματιστούν. Και απάντηση δεν έχω.
Οι παγκοσμιοποιημένες πολιτικές κατάφεραν τη δημιουργία ενός νέου μοντέλου ανθρώπου με έξαρση του εαυτουλισμού, της απομόνωσης, της βίας, του αλόγιστου καταναλωτισμού, της αδηφάγου κερδοσκοπίας, του αφανισμού της αλληλεγγύης, της απαξίωσης των έργων πολιτισμού. Μιλώ για μια αυτοχειριαζόμενη ανθρωπότητα αναλογιζόμενος την ανθρωπογενή καταστροφή της φύσης, του κλίματος, του φιλόξενου πλανήτη και τη μετατροπή μας σε όντα που πασχίζουν να επιβιώσουν, όχι να ζήσουν, σε μια ιδιότυπη φυλακή που χτίσαμε οι ίδιοι. Ήδη το κλίμα, η φύση μάς εκδικούνται με καύσωνες, πλημμύρες, πυρκαγιές, λειψυδρία, μείωση καλλιεργήσιμων εκτάσεων, υπερθέρμανση του πλανήτη.
Οι πόλεμοι, οι λιμοκτονίες, οι γενοκτονίες, οι θάνατοι παιδιών από ασιτία και λειψυδρία -που έγιναν τηλεοπτικό θέαμα για ανέγγιχτες πλέον ψυχές- εκφράζουν στο έσχατο την κτηνώδη διάσταση του απανθρωπισμού μας. Νομίζουμε πως μόνη απώλεια ενός πολέμου είναι οι θάνατοι και οι τραυματίες. Αγνοούμε την τεράστια οικολογική καταστροφή και το βαρύ -πλην κερδοφόρο για κάποιους- τίμημα της μελλοντικής ανοικοδόμησης σε βάρος του περιβάλλοντος και της ανθρώπινης υγείας. Μας διαφεύγει ότι το 2024 οι πόλεμοι στον πλανήτη ξεπέρασαν τους σαράντα. Οι ισχυροί του κόσμου έκαναν κουρελόχαρτα συμφωνίες, διακηρύξεις, ανθρώπινα δικαιώματα, διεθνές δίκαιο και με το δίκαιο του ισχυρότερου η ζουγκλοποίηση καλά κρατεί.
Δεν αντιλαμβάνονται οι ηγετίσκοι του κόσμου το μέγεθος της καταστροφής φύσης και ανθρώπου βαθειά στο μέλλον. Μία ανθρωπότητα που σκάβει απύθμενα το αύριο των επερχόμενων γενεών βυθίζοντάς το, δίχως ελπίδα επανόρθωσης. Το ανθρώπινο είδος αυτοκτονεί σταδιακά, έχει μπει για τα καλά στον δρόμο του καταστροφικού αδιεξόδου. Και απομένει η απλοϊκή διερώτηση: Αυτοί που αποφασίζουν δεν έχουν παιδιά, εγγόνια; Κι εδώ δεν χωράει καμία, λογικοφανής έστω, απάντηση. Ως και το δημιούργημα του ανθρώπου, η Τεχνητή Νοημοσύνη, μας απειλεί με την ραγδαία αυτοβελτίωση και την ανεξέλεγκτη αυτονόμησή της, την οποία τρέμουν οι ειδικοί.
Φτάνει να σκεφτούμε το φανταστικό σενάριο: Το κόστος των πολέμων, των επανορθώσεων, των φυσικών καταστροφών, των εξοπλισμών, των παραγωγικών ανθρωποωρών, να μετατρεπόταν σε επένδυση για τη βελτίωση της ανθρώπινης ζωής. Έτσι, θα αντιλαμβανόμασταν πλήρως τον παραλογισμό και τη συρρίκνωση κάθε έννοιας ανθρωπισμού. Ξέρουμε ότι στο τέλος του δρόμου υπάρχει ο γκρεμός κι εμείς, τάχα αμέριμνοι, πατάμε γκάζι…
Πρόοδο θεωρώ κάθε βήμα προς την ενίσχυση των κοινωνικών αλλαγών που ενδυναμώνουν την αξιοπρέπεια του πολίτη, ήτοι το ισότιμο δικαίωμα στην εργασία, την υγεία, την παιδεία και τόσα άλλα. Επαναστατικό είναι να μιλάς και να κάνεις πράξη τον σεβασμό στον συνάνθρωπο και τη φύση, τη συναίσθηση, την ανιδιοτελή προσφορά. Μόνον η στροφή στον ανθρωπισμό, με ό,τι αυτός συνεπάγεται, θα μπορούσε να σταματήσει την διολίσθηση στην καταστροφή. Αλλά οι φωνές εν τη ερήμω λιγοστεύουν και όταν επικαλείσαι τον ανθρωπισμό, εκλαμβάνεσαι ως γραφικός.
*Ο Γιώργος Δουατζής είναι δημοσιογράφος