Θα έχω δουλειά αύριο;
Κάθε πρωί, εκατομμύρια εργαζόμενοι ανοίγουν τα μάτια τους κάτω από το βάρος μιας σιωπηλής αγωνίας: Θα έχω δουλειά αύριο; Το Παγκόσμιο Βαρόμετρο της ManpowerGroup ρίχνει φως σε αυτή την αλήθεια: μόλις το 65% νιώθει σιγουριά για τη δουλειά του τους επόμενους έξι μήνες. Οι υπόλοιποι; Ένας στους δύο ζει με καθημερινό άγχος – τα μεσαία στελέχη στο 82%, η Gen Z στο 56%.
Πίσω από αυτά τα ψυχρά νούμερα όμως κρύβονται ζωές: άνθρωποι με οικογένειες, λογαριασμοί που στοιβάζονται σαν πέτρες, όνειρα που κινδυνεύουν να συνθλιβούν ανεπιστρεπτί.
Η εργασιακή ασφάλεια δεν είναι στατιστικό – είναι ο στύλος που κρατά όρθια την καθημερινότητα. Είναι η βεβαιότητα ότι το νοίκι θα πληρωθεί, ότι το ψυγείο θα γεμίσει, ότι τα παιδιά θα μεγαλώσουν χωρίς το φάντασμα της απόλυσης να στοιχειώνει το σπίτι. Όταν το 35% των εργαζομένων νιώθει τη δουλειά του να ισορροπεί σε τεντωμένο σκοινί, το άγχος γίνεται δεύτερη φύση. Αϋπνίες σαν ατέλειωτες νύχτες, πονοκέφαλοι που σφυροκοπούν, μια κούραση που βαραίνει το σώμα χωρίς λόγο. Και η ανασφάλεια γίνεται σαράκι για την ελευθερία.
Για όσους έχουν οικογένειες, το διακύβευμα μοιάζει εκκωφαντικό και η πίεση μαχαίρι που κόβει βαθύτερα. Ένα παιδί περιμένει από χαρτζιλίκι έως σπουδές, ένας γονιός τροφή, φροντίδα και φάρμακα που δίνουν παράταση. Κάθε απόφαση είναι σταυροδρόμι: να κυνηγήσει κανείς μια καλύτερη θέση ή να παραμείνει σε έναν ρόλο που εξαντλεί, μόνο και μόνο γιατί φαντάζει σταθερός; Όταν το 34% των μεσαίων στελεχών τρέμει ότι η τεχνητή νοημοσύνη ή μια αναδιάρθρωση θα τους στείλει στην ανεργία, η λέξη «σταθερότητα» μοιάζει με εύθραυστο γυαλί.
Η έρευνα δείχνει ότι το 89% των εργαζομένων πιστεύει στις δεξιότητές του. Έχουν μάθει, έχουν προσαρμοστεί, έχουν χτίσει ικανότητες. Όμως μόνο το 62% νιώθει ικανοποιημένο, ενώ το ένα τρίτο βλέπει τις ευκαιρίες του κλειδωμένες πίσω από έναν τοίχο απροσπέλαστο. Σα να κρατάς φτερά σε έναν απρόσιτο ουρανό. Και μια σύγχρονη ελληνική τραγωδία διαδραματίζεται ανάμεσα σε γραφεία και οικίες.
Η τεχνητή νοημοσύνη ρίχνει ακόμα πιο βαριά σκιά. Μόνο το 10% των εταιρειών την έχει ενσωματώσει πλήρως, ενώ οι εργαζόμενοι μαθαίνουν γρήγορα, προσαρμόζονται, παλεύουν. Όταν οι εταιρείες μένουν πίσω όμως νιώθουν δρομείς σε έναν αγώνα χωρίς τερματισμό. Η εξουθένωση οδηγεί στην αποχώρηση. Όπως αναφέρει η Becky Frankiewicz της ManpowerGroup, «όταν οι εταιρείες επενδύουν στους ανθρώπους, οι άνθρωποι ανταποδίδουν». Όταν δεν το κάνουν, η πόρτα της εξόδου γίνεται μονόδρομος.
Η εργασιακή ανασφάλεια δεν είναι μόνο προσωπική πληγή. Είναι κοινωνική μάστιγα. Είναι οι γονείς που αναβάλλουν τις χαρές των παιδιών τους. Είναι τα κόστη κάθε αποχώρησης από εταιρείες που δεν φρόντισαν επαρκώς το ανθρώπινο δυναμικό τους. Είναι η αξιοπρέπεια που τσακίζεται όταν ο κόπος δεν φέρνει σιγουριά.
Η απάντηση δεν είναι ουτοπία. Μια δουλειά που σέβεται τον άνθρωπο δίνοντας σταθερότητα και χώρο για εξέλιξη, δεν είναι προνόμιο. Είναι η αναγκαιότητα που κάνει τη διαφορά ανάμεσα στο να ζεις και στο να επιβιώνεις.