Χθες, έκανε πρεμιέρα στην Επίδαυρο η παράσταση «ζ – η – θ, ο ξένος. Μια επιστροφή στις πηγές: Επίσκεψη σε τρεις ραψωδίες της Οδύσσειας».
Χθες, ψηφίστηκε στη Βουλή η τροπολογία που προβλέπει τρίμηνη αναστολή στην υποβολή αιτήσεων ασύλου για τους μετανάστες που εισέρχονται στην Ελλάδα με πλοιάρια από τη βόρεια Αφρική. Την αιτιολόγησή της, «στην οποία δεν βρίσκει λογική και νομική συνοχή», ο Ευάγγελος Βενιζέλος αμφισβητεί, ενώ ο επίτροπος Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων του Συμβουλίου της Ευρώπης υπογραμμίζει τις νομικές συμβάσεις τις οποίες παραβιάζει.
Απέναντι στη δραματουργική πρόταση του Μιχαήλ Μαρμαρινού η «επιτηδευμένα σκληρή ρητορεία» του καταδρομέα εσωτερικού, που έχει καταφέρει να κάνει το Μεταναστευτικό θέμα μενού.
Απέναντι στον ξένο, που τον ξεβράζει η θάλασσα στη Σχερία, η επώδυνα παροντική πραγματικότητα για ξένους και ντόπιους.
Από την εποχή του Χαλκού τι μαθαίνεις; Για τον πολιτισμό της Αιδούς.
Τι ακούς; «Ένας ξένος και Οίος επιπλέον ονομάζεται από τον Όμηρο, δηλαδή μόνος… εδώ, σε μια ξένη ακτή που δεν διάλεξε, του ορίστηκε να αναζητήσει και να ξαναβρεί το σώμα, το πρόσωπο και το όνομά του. Για 1.263 στίχους παραμένει άγνωστος, απρόσωπος, ξένος».
Και ο γηγενής φοβισμένος, αμήχανος, με κοντό σκοινί δεμένος.
Δεν έχει ταυτότητα του έπους ο ξένος. Όπως δεν έχουν και σήμερα όσοι μπαίνουν στα σκάφη. Προηγουμένως έχουν ξεφορτωθεί ταξιδιωτικά έγγραφα. Συνεπώς, πού τους επιστρέφεις; Ακόμη και στη χώρα αναχώρησης, δεν μπορείς, αν δεν τους δέχεται.
Δέχομαι ότι υπάρχουν συχνά γεωπολιτικά στίγματα στα μεταναστευτικά κύματα, ότι υπάρχουν χώρες που τα έχουν αξιοποιήσει κι όχι μόνο για μπαξίσι, ότι υπάρχουν συμφέροντα τόσο στη διακίνηση όσο και στη συντήρηση μιας κερδοφόρας μπίζνας σε βάρος αναγκεμένων.
Δέχομαι ότι «κανονικά» δεν θα έπρεπε να βρίσκονται στην ακτή, στη δομή, στη φυλακή. Το «κανονικά», όμως, έχει γίνει εντελώς απροσδιόριστο και τ’ άλλα υπερχειλίζουν την εικόνα. Εκτός αναλύσεων και εκ των πραγμάτων ατελών λύσεων.
Αποδέχομαι ότι τίποτα δεν μου διασφαλίζει πως δεν θα βρεθώ σε ανάλογη θέση σε μια επόμενη, απότομη στροφή. Ξένη, εκεί, που η ιστορία ακόμα συμβαίνει.