Και ενώ η συζήτηση ξαναγύρισε στο 2015 και το ποιος ήθελε ή όχι από τους τότε πολιτικούς αρχηγούς να βγούμε από το ευρώ, χάνουμε ως χώρα το δάσος και την ουσία.
Η παρελθοντολογία στην οποία επιδίδονται με ζέση οι πολιτικές δυνάμεις, αποδεικνύει ότι είναι κουρασμένες και ξεπερασμένες και αδυνατούν να επινοήσουν ακόμα και τεχνάσματα που θα τραβήξουν την προσοχή του κόσμου.
Η ουσία είναι ότι ενώ είχαμε και συνεχίζουμε να έχουμε στα χέρια μας έναν πληθωρισμό πόρων από τα κάθε είδους ευρωπαϊκά ταμεία, η παραγωγικότητα της οικονομίας είναι στο 45% του μέσου κοινοτικού όρου, οι εξαγωγές τον Απρίλιο μειώθηκαν κατά 14,5%, ενώ το πραγματικό ΑΕΠ το 2024 ήταν 201 δισ., μικρότερο δηλαδή εκείνου του έτους 2008 που ήταν 239 δισ. ευρώ.
Την περίοδο 2021 έως 2027 η Ελλάδα είχε και έχει στη διάθεσή της πάνω από 76,5 δισ. από τα κοινοτικά ταμεία. Τα 26,2 δισ. αφορούν το νέο ΕΣΠΑ, 17 δισ. από την ΚΑΠ, 17,8δισ. επιχορηγήσεις από το Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας (RRF), 12,7 δισ. δάνεια μέσω του RRF, 800 εκατ. από το REPowerEU (αφορά ενέργεια), 2 δισ. από προγράμματα όπως το Horizon Europe και το Erasmus+. Επίσης λόγω της πανδημίας επετράπη από την Ε.Ε. ο δανεισμός της Ελλάδας με εγγύηση της ΕΚΤ ύψους 50,5 δισ. για να στηριχθεί η οικονομία όταν όλα ήταν κλειστά.
Συμποσούμενα τα παραπάνω μας κάνουν 127 δισ. ευρώ, ένα τεράστιο ποσό, που μέχρι τώρα δεν έχει αποτυπωθεί στην αύξηση του ΑΕΠ, που, αν και από τις υψηλότερες στην Ευρώπη, κινείται μακρά από το πού θα έπρεπε να είναι με βάση τους πόρους που απορροφά η οικονομία. Και για του λόγου το αληθές αρκεί να δει κάποιος τη μικρή αύξηση (17 δισ.) του πραγματικού ΑΕΠ, από 184,5 δισ. το 2019 στα201,5 δισ. το 2024.ΚΑΙ ΕΙΝΑΙ λογικό αυτό, καθώς η οικονομία βασίζεται κυρίως στην κατανάλωση και στον τουρισμό, που, παρά τα έσοδα που φέρνει στη χώρα, αδυνατεί να περιορίσει την τρύπα στο ισοζύγιο εξωτερικών συναλλαγών.
Μια και ο ΟΠΕΚΕΠΕ είναι στη δημοσιότητα, αξίζει να αναφέρουμε ότι μέσω της ΚΑΠ από το 1981 μέχρι το 2024 οι Έλληνες αγρότες έχουν εισπράξει 81,6 δισ. ως επιδοτήσεις για τη στήριξη του αγροτικού εισοδήματος. Το 1980, όταν ακόμα υπήρχε παραγωγή, αυτές οι επιδοτήσεις αντιστοιχούσαν στο16,3% της παραγωγής για να φθάσουν το 1998 στο 48,6%.
Το λυπηρό είναι ότι αυτά τα 81,6 δισ., αντί να πάνε στον εκσυγχρονισμό του πρωτογενούς τομέα που ήταν και ο στόχος, διατέθηκαν για εξαγορές ψήφων, πολυτελή βίο των επιδοτούμενων, αλλά και για βελτίωση του προφίλ των εκάστοτε κυβερνήσεων. Οι τελευταίες μοίραζαν κοινοτικό χρήμα, με πελατειακά κριτήρια, όπως αποδεικνύει και η ιστορία με τις απάτες στον ΟΠΕΚΕΠΕ, με όλες τις πολιτικές δυνάμεις να είναι στο κόλπο!