Ποικίλες αντιδράσεις πυροδότησε η έκθεση για τη «δημιουργικότητα στο σχολείο».
Ζητήθηκε από τους 17χρονους μαθητές να εκφράσουν «ελεύθερα» τις απόψεις τους για το εκπαιδευτικό σύστημα.
Ένα σύστημα που, δυστυχώς, συνεχίζει να πλήττεται από την αποστήθιση και τη μηχανική επανάληψη.
Ένα σχολείο που έχει περιορίσει τη δημιουργικότητα και τη φαντασία των μαθητών στη «σωστή απάντηση». Και στην «προκρούστεια κλίνη» του εξεταστικού ανταγωνισμού.
Χωρίς μάλιστα να υπάρχουν ίσες ευκαιρίες για όλα τα παιδιά.
Το επιβεβαίωσε και η Eurostat: Ένα στα τρία παιδιά στην Ελλάδα ζει, και αγωνίζεται να μάθει, μέσα στη φτώχεια. Αν και το ποσοστό παιδικής φτώχειας στη χώρα μειώθηκε οριακά στο 27,9% το 2024, παραμένει, για δεύτερη χρονιά, το τέταρτο υψηλότερο στην Ε.Ε.
Φυσικά και η «δημιουργικότητα» είναι σπουδαίο εργαλείο. Και για τη μετέπειτα ζωή.
Γιατί το κεντρικό πρόβλημα της χώρας παραμένει η παραγωγικότητα και η ανάπτυξη, μέσω της καινοτομίας.
Μήπως απέχει όμως και η «δημιουργική παραγωγικότητα» από την καθημερινότητα στη χώρα; Στις δαπάνες για έρευνα και ανάπτυξη, η Ελλάδα, με ποσοστό 1,49% του ΑΕΠ, βρίσκεται στη 14η θέση μεταξύ των 27.
Όχι δηλαδή ότι η Ευρώπη τα πάει καλύτερα: Από το 2019, η παραγωγικότητα στην Ε.Ε. έχει αυξηθεί κατά 2%, σε σύγκριση με 10% στις Ηνωμένες Πολιτείες, όπου οφείλεται κυρίως σε τομείς υψηλής τεχνολογίας.
Καλύτεροι μάρτυρες της υποβάθμισης «δημιουργικότητας και παραγωγικότητας» είναι άλλωστε οι νέοι που έφυγαν πρόσφατα από τα θρανία: η περίφημη Γενιά Ζ -οι νέοι που γεννήθηκαν μεταξύ 1995 και 2012- αντιπροσωπεύει πλέον περίπου το 27% του παγκόσμιου εργατικού δυναμικού.
Αυτή η γενιά φέρνει αναγκαστικά μαζί της ένα ριζικά διαφορετικό όραμα για την εργασία από αυτό των Baby Boomers ή της Γενιάς Χ: αναζητά νόημα, ισορροπία μεταξύ επαγγελματικής και προσωπικής ζωής, ευημερία και κοινωνικό αντίκτυπο και αμφισβητεί τα παραδοσιακά επιχειρηματικά μοντέλα.
Η Γενιά Ζ δεν πιστεύει στην αφοσίωση στην εταιρεία, ανεξάρτητα από το τι σημαίνει αυτό, αλλά επιδιώκει δυναμικές και ουσιαστικές καριέρες.
Για αυτούς, δεν είναι πλέον αποδεκτό να βιώνουν την εργασία ως μια ολοκληρωτική θυσία. Η εργασία πρέπει να προσαρμόζεται στο άτομο, όχι το αντίστροφο.
Συνεπώς, και οι εταιρείες πρέπει να επενδύσουν σε εκπαιδευτικά προγράμματα και εξατομικευμένα συστήματα ανάπτυξης.
Αλλιώς, οι πιο λαμπροί νέοι και νέες θα συνεχίσουν να φεύγουν, αναζητώντας στα ξένα τη «χαμένη δημιουργικότητα».