Skip to main content

Τα κόκκινα δάνεια επιβαρύνουν το στεγαστικό

ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΑΓΟΠΟΥΛΟΣ/ EUROKINISSI

Η Ελλάδα είναι πρώτη με διαφορά στην Ε.Ε. όσον αφορά τα έξοδα στέγασης (ενοίκιο, δόσεις στεγαστικών, λογαριασμοί) που αντιστοιχούν στο 35,5% του διαθέσιμου εισοδήματος

Από τα σοβαρότερα προβλήματα που αντιμετωπίζει η χώρα είναι το οικιστικό με τις πολλές παραμέτρους, μία εκ των οποίων είναι τα κόκκινα δάνεια.

Το συνολικό ύψος τους υπολογίζεται λίγο πάνω από τα 65 δισ., από 92 δισ. που ήταν το 2019. Μέσω του εξωδικαστικού μηχανισμού έχουν ρυθμιστεί δάνεια ύψους 10 δισ. ευρώ, ενώ ένα μεγάλο κομμάτι των οφειλετών αδυνατούν να ενταχθούν στον μηχανισμό. ΜΙΛΑΜΕ για 500 χιλιάδες δάνεια που αποτελούν βαρίδι καταρχάς για την οικονομία, τις τράπεζες, αλλά και για τους δανειολήπτες.

Οι τελευταίοι, είτε ως επιχειρήσεις είτε ως πολίτες, ζουν βίο αβίωτο, χωρίς ελπίδα να ανακάμψουν, συνιστώντας μια μαύρη τρύπα μεγάλου εμβαδού στο σώμα της ελληνικής κοινωνίας.

Η διαγραφή των εξωλογιστικών τόκων και η ρύθμιση με μακροχρόνιες δόσεις με σταθερό χαμηλό επιτόκιο θα ήταν μια λύση του προβλήματος. Θα μπορούσε βέβαια να δοθεί και η δυνατότητα εξαγοράς τους από τους οφειλέτες σε τιμές λίγο υψηλότερες από αυτές που εξαγοράστηκαν από τα funds ή ακόμα και η σύσταση μιας κρατικής «bad bank» που θα εξαγοράσει μαζικά τα ενυπόθηκα δάνεια από τα funds. Αυτό θα απαιτούσε πολύ λιγότερα κεφάλαια από τις εγγυήσεις του «Ηρακλή» στις τράπεζες που τελικά θα εκπέσουν.

Αν προχωρούσε μια τέτοια λύση (που γίνεται όλο και περισσότερο εφικτή λόγω των καλών κερδοφοριών των πιστωτικών ιδρυμάτων), θα μπορούσε δυνητικά να συμπεριλάβει και τα δάνεια σε ελβετικό φράγκο, ώστε να υπάρξει συνολική αντιμετώπιση. Λύση πραγματική στο θέμα με τα κόκκινα δάνεια θα ανακουφίσει την κοινωνία, αλλά και θα βάλει το στεγαστικό ζήτημα σε άλλο δρόμο. Τα δάνεια για απόκτηση κατοικιών -που χορηγούν τα προγράμματα «Σπίτι μου» 1 και 2- αυξάνουν τις τιμές στα προς πώληση ακίνητα, καθώς ενδυναμώνουν τη ζήτηση ενώ δεν υπάρχει προσφορά.

Η Ελλάδα είναι πρώτη με διαφορά στην Ε.Ε. όσον αφορά τα έξοδα στέγασης (ενοίκιο, δόσεις στεγαστικών, λογαριασμοί) που αντιστοιχούν στο 35,5% του διαθέσιμου εισοδήματος.

Το ποσοστό είναι σχεδόν διπλάσιο του ευρωπαϊκού μέσου όρου (19,2%). Στην Ελλάδα, οι αντίστοιχες δαπάνες το 2024 έχουν αυξηθεί κατά 1,3% σε σχέση με το 2022 και 0,3% σε σχέση με το 2023, ενώ στην Ε.Ε. έχει καταγραφεί μείωση κατά 0,4% σε σχέση με το 2022 και 0,5% σε σχέση με το 2023.

Από τα στοιχεία της Eurostat προκύπτει και μια άλλη πρωτιά για τη χώρα μας που καταγράφει την κρισιμότητα του προ βλήματος στέγης και της αύξησης των δαπανών που απαιτεί. Σχεδόν το 29% του πληθυσμού διαθέτει περισσότερο από το 40% του εισοδήματός του για τη στέγαση. Το ποσοστό είναι υπερτριπλάσιο του ευρωπαϊκού μέσου όρου (8,2%).

Η διευθέτηση του στεγαστικού πάει χέρι-χέρι με τα κόκκινα δάνεια και πρέπει να είναι συνολική, για να υπάρξουν αποτελέσματα που θα ανακουφίσουν την κοινωνία εντός της οποίας υπάρχουν στρώματα που τιμωρούνται πολλαπλώς.