Κανόνας 1: Επίθεση, επίθεση, επίθεση. Αν κάποιος έρθει καταπάνω σου με μαχαίρι, τον πυροβολείς με μπαζούκα.
Κανόνας 2: Τι είναι αλήθεια; Ό,τι λέω εγώ πως είναι αλήθεια
Κανόνας 3: Όσο «τελειωμένος» και εάν είσαι, ποτέ μα ποτέ δεν παραδέχεσαι την ήττα σου.
Αυτούς τους τρεις κανόνες ακούμε τον Ντόναλντ Τραμπ, στην ταινία Apprentice, να εξηγεί ότι έχει ως «οδηγό» στα πάντα στη ζωή του. Στη δεύτερη θητεία του είναι προφανές πως τους ακολουθεί πιστά.
Αρχικά, εξαπέλυσε δριμεία επίθεση σε συμμάχους και αντιπάλους με βαρύτατους ανταποδοτικούς δασμούς. Και το έκανε παρουσιάζοντας τη δική του «αλήθεια» ως προς τα δεδομένα για το εμπορικό ισοζύγιο και για το ποιος «κλέβει», βιάζει» και «καταστρέφει» την αμερικανική οικονομία. Και όταν η αγορά ομολόγων μάτωσε επικίνδυνα και τον ανάγκασε σε μερική υποχώρηση, δεν το έβαλε κάτω.
Η παύση των 90 ημερών ήρθε, όπως εξήγησε, όχι από φόβο για την εκτίναξη του κόστους δανεισμού της χώρας ή υπό την απειλή της ύφεσης, αλλά επειδή ως «μεγαλόψυχος» λυπήθηκε τους ηγέτες των χωρών εκείνων, που έπαιρναν πανικόβλητοι τηλέφωνο στον Λευκό Οίκο και εκλιπαρούσαν για έλεος.
Νοσταλγός του 1955
Γιατί όμως τα κάνει όλα αυτά; Ο Τραμπ φαίνεται να πιστεύει πως οι εργάτες του 2025 νοσταλγούν τα εργοστάσια του 1955. Ξεχνά όμως πως οι εργάτες είναι και καταναλωτές. Πως το εμπόριο, με όλα του τα ελαττώματα, κρατά χαμηλά τις τιμές, υφαίνει δεσμούς και – κυρίως – δεν καταπνίγει την καινοτομία στο όνομα του «πατριωτισμού». Πως δίνει στις αμερικανικές μεταποιητικές βιομηχανίες τη δυνατότητα να εισάγουν φθηνές πρώτες ύλες. Αν είχε εμποδιστεί η άνοδος της Κίνας τη δεκαετία του ’90 ίσως οι ΗΠΑ να μην είχαν ποτέ «κερδίσει» τη μάχη κατά του υψηλού πληθωρισμού.
Το μεγαλύτερο ψέμα είναι πως μπορείς να βάλεις έναν φράχτη γύρω από μια οικονομία χωρίς συνέπειες. Οι δασμοί φέρνουν αντίποινα. Κανείς δεν μένει ατιμώρητος στον παγκόσμιο εμπορικό πόλεμο. Και ο Αμερικανός ψηφοφόρος; Αυτός θέλει να φοράει Nike, όχι να τα φτιάχνει.