Skip to main content

Τα… εύκολα πλεονάσματα

Αντανακλά, επίσης, τη σημαντική επίδραση των υψηλών συντελεστών ΦΠΑ, 13% και 24%

Το 2022 η Ελλάδα κατάφερε να μηδενίσει το πρωτογενές έλλειμμα και να ξεκινάει από καλύτερη αφετηρία το 2023, αλλά αυτό συνέβη χωρίς καμία προσπάθεια και χωρίς καμία δημοσιονομική προσαρμογή στον τομέα των δημοσίων δαπανών. Ο κύριος λόγος του μηδενισμού του πρωτογενούς ελλείμματος είναι η υπεραπόδοση των εισπράξεων από τον ΦΠΑ, που αντανακλά τον υψηλό πληθωρισμό (9,6% σε μέσα επίπεδα) και την εκτόξευση των τιμών αγαθών και υπηρεσιών, επί των οποίων υπολογίζεται ο φόρος προστιθέμενης αξίας.

Αντανακλά, επίσης, τη σημαντική επίδραση των υψηλών συντελεστών ΦΠΑ, 13% και 24%, οι οποίοι παραμένουν στα μνημονιακά επίπεδα, παρότι έχουμε εξέλθει της μνημονιακής και μεταμνημονιακής εποπτείας και η Ελλάδα φιγουράρει στην κορυφαία πεντάδα των χωρών της Ε.Ε. με τους υψηλότερους συντελεστές. Και όσο το δημόσιο ταμείο γεμίζει με έσοδα, χωρίς κόπο από την πλευρά του φοροεισπρακτικού μηχανισμού του υπουργείου Οικονομικών, δύσκολα θα μειωθούν οι συντελεστές, παρά τις υποσχέσεις που δόθηκαν, όταν αυξήθηκαν, καθώς και στην προηγούμενη προεκλογική περίοδο, του 2019.

Προσφάτως, δε, ο γενικός γραμματέας Δημοσιονομικής Πολιτικής του ΥΠΟΙΚ, Αθανάσιος Πετραλιάς, σε παρέμβασή του στο 3ο Πανελλήνιο Συνέδριο Συλλόγων Εστίασης, μίλησε ρεαλιστικά. «Σήμερα, το νούμερο ένα έσοδο του κράτους προέρχεται από την απόδοση του ΦΠΑ και η μείωσή του στο 11%, από το 13% σήμερα, θα στοίχιζε στο κράτος 3 δισ. ευρώ ετησίως» είπε. Η μεγάλη συνεισφορά του ΦΠΑ στα δημόσια ταμεία, έστω και με «πληθωριστικά έσοδα», σημαίνει ότι δύσκολα θα μειωθούν οι συντελεστές του, καθώς δημιουργούν «μαξιλάρι» για χορηγήσεις επιδομάτων διαφόρων μορφών και χωρίς αρνητική δημοσιονομική επίπτωση.Έχει μέλλον η πολιτική αυτή; Μάλλον όχι, καθώς το 2024 τελειώνει η «ρήτρα διαφυγής» και επανέρχεται το δημοσιονομικό σφίξιμο.

Για την Ελλάδα του υψηλότερου δημόσιου χρέους στην Ε.Ε., θα σημάνει τον ορισμό φιλόδοξων στόχων δημοσιονομικών αποτελεσμάτων και όταν υπάρχουν υπερβάσεις, τα επιπλέον κεφάλαια θα διατίθενται για τη μείωση του χρέους και όχι για επιδόματα.

Οπότε, δεν θα υπάρχει πολιτικό όφελος από τη διατήρηση των υψηλών συντελεστών.