Του Παναγιώτη Κουρουμπλή,
ανεξάρτητου βουλευτή Β2 Δυτικού Τομέα Αθήνας
Από τη νέα μελέτη του καθηγητή Θεόδωρου Λύτρα, επιβεβαιώνεται ότι χιλιάδες άνθρωποι οδηγήθηκαν στο θάνατο γιατί η κατάρρευση του ΕΣΥ ήταν πολιτική επιλογή της κυβέρνησης, η οποία αγνόησε ιδεοληπτικά τους επιστήμονες και όλους εμάς που ζητούσαμε και ζητάμε ενδυνάμωση των δημόσιων δομών υγείας.
Όταν στις αρχές του 2020, ανακοίνωναν την πρόσληψη 300 γιατρών για τρεις μήνες μόνο, πόσα γνώριζαν για τη θύελλα που ερχόταν;
Όταν ζητούσαμε να ανοίξουν τα κλειστά νοσοκομεία για να μετατραπούν σε νοσοκομεία covid και να προσληφθεί με fast track διαδικασίες, μόνιμο ιατρικό προσωπικό, ιδιαίτερα παθολόγοι και πνευμονολόγοι, ώστε να στελεχωθούν με ειδικότητες οι ΜΕΘ, η κυβέρνησή μας περιέπαιζε.
Όταν τονίζαμε την ανάγκη έγκαιρης χρήσης των μονοκλωνικών αντισωμάτων για να σωθούν ανθρώπινες ζωές και να αποφορτιστεί το ΕΣΥ, θεωρούσαν ότι είμαστε εκτός τόπου και χρόνου. Ακόμα και όταν τα έφεραν με καθυστέρηση, η γραφειοκρατική δυσκαμψία στον τρόπο χορήγησής τους, τα καθιστούσε σχεδόν ανώφελα.
Όταν αυξανόταν το ποσοστό θνησιμότητας των διασωληνωμένων εκτός ΜΕΘ, λόγω έλλειψης εξειδικευμένου προσωπικού, ο πρωθυπουργός, τον Δεκέμβριο του 2021, ισχυριζόταν με περισσή αυταρέσκεια, στη Βουλή, ότι δεν είχε στα χέρια του κάποια μελέτη που να το αποδεικνύει.
Ακόμα και σήμερα, που οι επιστήμονες προειδοποιούν για νέο κύμα της πανδημίας, η κυβέρνηση περί άλλων τυρβάζει, δίχως ετοιμότητα και επιχειρησιακό σχέδιο. Όχι μόνο δεν έχουν προσληφθεί μόνιμοι γιατροί και δεν έχει βελτιωθεί το οικονομικό στάτους τους αλλά αφήνουν όλους τους επί συμβάσει προσληφθέντες στον αέρα. Παρά τις ελλείψεις σε προσωπικό, η κυβέρνηση εμμένει στη βλακώδη απόφαση της αναστολής για τους ανεμβολίαστους υγειονομικούς και στερεί τον τελευταίο χρόνο, από τα νοσοκομεία, τις υπηρεσίες 7.000 στελεχών, οι οποίοι προσέφεραν με αυτοθυσία τις υπηρεσίες τους από την πρώτη γραμμή και θα μπορούσαν να συνεχίσουν να εργάζονται με συνεχή προληπτικό έλεγχο.
Ζούσαμε όλοι οι Έλληνες, μαρτυρικές πραγματικά στιγμές, σε όλη τη διάρκεια της πανδημίας.
Μοναξιά, απομόνωση, φόβος, ανασφάλεια, τρομοκρατία.
Μια κοινωνία με πανάρχαιο σεβασμό προς τους νεκρούς, μια κοινωνία που ένιωθε αδήριτη την ανάγκη να είναι δίπλα στα προσφιλή πρόσωπα, τις τελευταίες ημέρες τους, βρισκόταν σε απόγνωση βυθισμένη στον πόνο.
Ένας από αυτούς τους ανθρώπους, ήμουν κι εγώ. Πέρα από την προσωπική μου αγωνία για τα κοντινά μου πρόσωπα, βίωνα την αγωνία ανθρώπων από όλη την Ελλάδα, που επικοινωνούσαν μαζί μου, ζητώντας πληροφόρηση για τον δικό τους ασθενή.
Στην πολιτική μου διαδρομή, δεν προσωποποίησα ποτέ τις διαφορές μου και τις αντιθέσεις μου και κυρίως, δεν αμφισβήτησα ποτέ το ήθος κανενός συναδέλφου βουλευτή. Όμως, αυτό που ζούσε η χώρα μας ήταν αδιανόητο και τραγικό, χάνονταν οι άνθρωποι άδικα και η κυβέρνηση απλά τους μετρούσε καθημερινά.
Φορτισμένος κι εξουθενωμένος ήμουν τη συγκεκριμένη στιγμή στη Βουλή, αλλά με συνειδητή τη σκέψη μου, γι΄ αυτό και δεν υπέκυψα σε καμία προειδοποίηση και απειλή, ακόμα και της διαγραφής μου από το κόμμα. Υπάρχουν στιγμές που τίποτα δεν επισκιάζει την αξία της ανθρώπινης ζωής.
Στην κοινωνία μας, με διάχυτο τον πόνο για τις αδικοχαμένες ζωές, είναι ανώφελο να μιλάμε για επιβεβαίωση ή δικαίωση. Είναι ξεκάθαρα η ώρα απόδοσης ποινικών ευθυνών.
Είμαι βέβαιος ότι μετά το συμπληρωματικό υπόμνημα της μηνυτήριας αναφοράς μου που θα καταθέσω τις επόμενες ημέρες, θα αποδοθεί δικαιοσύνη, γιατί το αίσθημα της αδικίας, χωρίς βαλβίδες εκτόνωσης, συσσωρεύει πυρίτιδα και υπονομεύει το κοινωνικό σύστημα.