Από την έντυπη έκδοση
Του Αθαν. Χ. Παπανδρόπουλου
Ήδη διεθνείς παρατηρητές και αναλυτές κάνουν λόγο για τη νέα τάξη 2.0, στο πλαίσιο της οποίας έχουν αρχίσει να μεταβάλλονται οι έννοιες της εθνικής κυριαρχίας σε σχέση με τις υποχρεώσεις που έχει μία χώρα στο διεθνοποιημένο περιβάλλον.
Από την περίφημη «Ειρήνη της Βεστφαλίας» (1648), με την οποία τελείωσε ο Τριακονταετής Πόλεμος πριν από 368 χρόνια, η έννοια της κυριαρχίας, ήτοι το δικαίωμα των εθνών να έχουν ανεξάρτητη και αυτόνομη ύπαρξη, υπήρξε ο πυρήνας αυτού που ακόμα και σήμερα ονομάζεται «διεθνής τάξη». Διαμέσου των αιώνων, όμως, αυτή η διεθνής τάξη έδωσε αφορμή σε παραβιάσεις συνόρων, σε πολέμους και σε αντιπαραθέσεις, που είχαν ως αποτέλεσμα ένα γενικευμένο κλίμα αστάθειας και συγκρούσεων.
Όμως, όπως υποστηρίζει και ο Ρίτσαρντ Χάας, πρόεδρος του Συμβουλίου Εξωτερικών Σχέσεων (CFR) στις ΗΠΑ, η προσέγγιση της διεθνούς τάξεως με μόνο κριτήριο τον σεβασμό της κυριαρχίας, μαζί με την απαραίτητη ισορροπία δυνάμεων που τον εξασφαλίζει, δεν επαρκεί πλέον. Το παγκόσμιο λειτουργικό σύστημα του κόσμου μας, που αποκαλεί Παγκόσμια Τάξη 1.0, οικοδομήθηκε πάνω στην προστασία και τα προνόμια των κρατών και είναι όλο και περισσότερο μη συμβατό με τον σημερινό παγκοσμιοποιημένο κόσμο.
Σήμερα, λίγα πράγματα παραμένουν τοπικά: από τα δολάρια, τους τουρίστες, τους τρομοκράτες, τους πρόσφυγες και τα emails, μέχρι τις ασθένειες, τις εκπομπές αερίων και τις πληροφορίες -τα πάντα κινούνται με μεγάλη ταχύτητα και μπορούν να φθάσουν στον καθένα μας, όπου και αν βρίσκεται και σχεδόν σε χρόνο μηδέν.
«Αποτέλεσμα της εξέλιξης αυτής», γράφει ο Ρίτσαρντ Χάας στο αγγλόφωνο Foreign Affairs, «είναι ότι αυτά που συμβαίνουν στο εσωτερικό μιας χώρας δεν πρέπει να θεωρείται ότι αφορούν μόνον αυτήν. Οι σημερινές συνθήκες μάς προσκαλούν να αναθεωρήσουμε το λειτουργικό σύστημα με ένα νέο, το οποίο ονομάζω πλέον Παγκόσμια Τάξη 2.0. Το γεγονός αυτό έχει ως αποτέλεσμα τα δικαιώματα των κυρίαρχων κρατών να συνοδεύονται και από υποχρεώσεις των κρατών αυτών έναντι των άλλων».
Κατά τον πρόεδρο του CFR και συγγραφέα, είναι σημαντικό να υπογραμμιστεί ότι η αντίληψη της «κυριαρχικής υποχρέωσης» διαφέρει από την έννοια της «κυριαρχίας ως ευθύνης», που είναι και η καρδιά του δόγματος γνωστού ως «ευθύνη προστασίας» ή R2P. Η τελευταία αναφέρεται ως υποχρέωση που έχουν οι κυβερνήσεις απέναντι στους πολίτες τους και οι οποίες, σε περιπτώσεις που δεν τηρούνται ή που βιάζονται, μπορούν να προκαλέσουν λήψεις μέτρων από άλλες χώρες, μη αποκλειομένης και της στρατιωτικής επέμβασης. Η αντίληψη αυτή αντιπροσωπεύει ευθεία αμφισβήτηση της βεστφαλιανής κυριαρχίας και, ως τέτοια, έχει τους υποστηρικτές της αλλά και τους πολέμιούς της.
Αντιθέτως, η «κυριαρχική υποχρέωση» έγκειται σε αυτά που μία χώρα οφείλει σε άλλες χώρες. Εκπηγάζει δε από την ανάγκη να διευρυνθούν και να προσαρμοστούν οι παραδοσιακές αρχές της διεθνούς τάξης στις απαιτήσεις ενός διαδικτυωμένου κόσμου. Ως εκ τούτου, η «κυριαρχική υποχρέωση» υπαγορεύει τον σεβασμό των συνόρων και την πλήρη αντίθεση στην όποια αλλαγή τους με τη χρήση βίας. Υποστηρίζει, έτσι, η αρχή αυτή δράσεις που ενδυναμώνουν τον κανόνα κατά της επίθεσης, είτε πρόκειται για την εισβολή στο Ιράκ είτε στο Κουβέιτ ή στην Κριμαία.
Επίσης, με βάση την ίδια αρχή, πρέπει να γίνεται σεβαστό το δικαίωμα των κυβερνήσεων να ενεργούν όπως επιθυμούν στο εσωτερικό των συνόρων τους -αρκεί, βεβαίως, να σέβονται ευρύτατα αποδεκτές αρχές της διεθνούς νομοθεσίας, όπως η Παγκόσμια Διακήρυξη Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων και η Συμφωνία κατά της Γενοκτονίας. Υπό αυτή την έννοια, η «κυριαρχική υποχρέωση» δεν απορρίπτει ούτε αντικαθιστά την παραδοσιακή προσέγγιση για την τάξη, αλλά κτίζει πάνω σε αυτήν, πράγμα που ίσως δεν είναι αρκετό.
Όχι στα ψευτοκράτη
Βάσει των αντιλήψεων και απόψεων που προηγούνται, ο Ρίτσαρντ Χάας πιστεύει ότι μία νέα διεθνής τάξη θα αποκτήσει ένα διευρυμένο πλαίσιο κανόνων και συμφωνιών, με αφετηρία το θέμα της πολιτικής υπόστασης (statehood) των κεκαλυμμένων κρατών. Δεν μπορεί να υπάρχει απεριόριστο δικαίωμα για τον καθένα και για κοινότητες να έχουν πολιτική αυτοδιάθεση. Μία συμφωνία πάνω σε αυτά τα δικαιώματα δεν θα είναι εύκολη, όμως κρίνεται απαραίτητη προς αποφυγήν μονομερών δράσεων, οι οποίες συνεπάγονται συγκρούσεις.
Μία καλή αρχή στο επίπεδο αυτό θα ήταν η τροποποίηση της αντίληψης για την αυτοδιάθεση με τρόπο τέτοιον ώστε η τελευταία όχι μόνον να επιβεβαιώνεται, αλλά και να εκχωρείται. Υπό παρόμοια προσέγγιση, η αυτοδιάθεση θα είναι λιγότερο αυτόματη απ’ ό,τι ήταν την εποχή της αποαποικιοποίησης. Οι κυβερνήσεις που υπάρχουν θα μπορούσαν να συμφωνήσουν να εκχωρείται αυτοδιάθεση όταν συντρέχουν ιστορικές αιτίες, λαϊκή υποστήριξη και βιωσιμότητα της νέας οντότητας.
Σε κάθε περίπτωση, πάντως, το κύριο πλαίσιο για μία διεθνή τάξη που θα εδράζεται στην κυριαρχική υποχρέωση θα πρέπει να είναι η απαγόρευση εξαγωγής ή στήριξης της τρομοκρατίας, ή ακόμα η χρήση όπλων κατά πολιτών για την εξυπηρέτηση πολιτικών στόχων.
Τις τελευταίες δεκαετίες, ο κόσμος απομακρύνεται από τρομοκρατικές πράξεις που συγκαλύπτονται από δήθεν δικαιώματα. Παντού η τρομοκρατία καταδικάζεται και δεν είναι καθόλου λίγοι αυτοί που επιτρέπουν συλλογικές δράσεις εναντίον της.
Αντιθέτως, πιο πολύπλοκη είναι η κατάσταση αναφορικά με τα όπλα μαζικής καταστροφής. Στο επίπεδο αυτό πρέπει να ξεκινήσουν σοβαρές συζητήσεις, ιδιαίτερα για τους πυρηνικούς εξοπλισμούς και την απόκτησή τους -πεδίο στο οποίο δεν μπορεί ο καθένας να κάνει ό,τι θέλει. Η Ινδία, το Πακιστάν, το Ισραήλ και η Βόρειος Κορέα διαθέτουν πυρηνικό οπλοστάσιο με το οποίο συνηθίσαμε να ζούμε κάθε μέρα, αλλά έως πότε και με ποιους κινδύνους πάνω από το κεφάλι μας; Συνεπώς, θα πρέπει να υπάρξουν διεθνείς συμφωνίες ώστε να σταματήσουν οι εξοπλισμοί αυτοί και να υπάρξουν μηχανισμοί πρόληψης ως προς την παραγωγή πυρηνικών όπλων.
Σοβαρότατα είναι επίσης τα προβλήματα της κλιματικής αλλαγής και του κυβερνοχώρου, στα οποία έρχονται να προστεθούν και θέματα παγκόσμιας υγείας. Όπως εύκολα μπορεί να καταλάβει κανείς, τα προβλήματα αυτά και οι επιπτώσεις τους δεν έχουν σύνορα, αποτελούν διεθνείς προκλήσεις. Από μόνα τους, έτσι, φέρνουν στο προσκήνιο φαινόμενα ανύπαρκτα στο παρελθόν, όμως επικινδύνως υπαρκτά σήμερα.
Είναι λοιπόν ανάγκη να γίνουν συμφωνίες νέου τύπου και να βελτιωθούν οι ήδη υπάρχουσες. Δεν είναι μία διόλου εύκολη υπόθεση, θα υπάρξουν δε πολλές δυσκολίες στον προσδιορισμό των κυριαρχικών υποχρεώσεων και στο πώς αντιλαμβάνονται τις τελευταίες τα διάφορα κράτη.
«Θα πρέπει, από την άποψη αυτή, να ληφθεί σοβαρά υπ’ όψιν από εμάς τους Αμερικανούς ότι σε παρόμοια διαδικασία πολλές από τις επιλογές μας θα συμπιεστούν και θα πρέπει να είναι ανοικτές και σε αυτές των άλλων. Από διπλωματικής πλευράς, θα πρέπει να ξεκινήσουν συζητήσεις με Γάλλους, Ιταλούς, Γερμανούς, Βρετανούς, Ρώσους, Κινέζους και Λατινοαμερικανούς, αρχικά σε διμερές επίπεδο -υπό αντίξοες, μάλιστα, συνθήκες, καθ’ όσον ο λαϊκισμός δεν θα παραμείνει αμέτοχος. Οι θεράποντές του γνωρίζουν ότι η παγκοσμιοποίηση είναι εδώ για να μείνει. Αργά ή γρήγορα, δε, θα οδηγήσει και στη νέα Παγκόσμια Τάξη 2.0, ας ελπίσουμε χωρίς μεγάλες ζημιές» γράφει ο Ρίτσαρντ Χάας. Καθώς, λοιπόν, οδεύουμε προς το κλείσιμο της πρώτης εικοσαετίας του 21ου αιώνα, καλό είναι να ξανασκεφτούμε τον κόσμο μας μακριά από συνθήματα, κραυγές και υπεραπλουστεύσεις. Η υπό εκκόλαψη ψηφιακή νεωτερικότητα, όπως αποκαλεί την εποχή μας ο Γάλλος συγγραφέας και επιχειρηματίας Φιλίπ Λεμουάν, απαιτεί νέες προσεγγίσεις οι οποίες ναι μεν γεννούν αβεβαιότητες, πλην όμως είναι πέρα για πέρα απαραίτητες αν θέλουμε να καταλάβουμε το καινούργιο και τις ποικίλες πτυχές του.