Από την έντυπη έκδοση
Του Αντώνη Τσιμπλάκη
[email protected]
Ψηλά κρατάει το γόητρο της χώρας σε επιχειρηματικό επίπεδο ο ελληνικός εφοπλισμός, ο οποίος λαμβάνει κατ’ επανάληψη ψήφο εμπιστοσύνης από τις αγορές.
Σε μια περίοδο που η ελληνική οικονομία είναι υπό ασφυκτική πίεση, οι γνωστοί ανά την υφήλιο «Greeks», οι Ελληνες πλοιοκτήτες δηλαδή, εξακολουθούν να προκαλούν το αμείωτο ενδιαφέρον των επενδυτών. Τελευταίο παράδειγμα η Poseidon Containers Holding, συμφερόντων Γιώργου Γιουρούκου, που από την Ελλάδα έβαλε πλώρη να κατακτήσει τις χρηματιστηριακές αγορές της Νέας Υόρκης.
Από την αίτηση που κατέθεσε συμπεραίνεται ότι διεκδικεί περίπου 250 εκατ. δολάρια από τη δημόσια προσφορά που θα κάνει. Η εταιρεία αποτελεί joint venture μεταξύ του κ. Γιουρούκου της Kelso & Company, αλλά και του Maas Capital Investments.
Ταυτόχρονα όμως και η μεγαλύτερη ελληνική ναυτιλιακή εταιρεία στον τομέα των containerships, η Costamare της οικογένειας Κωνσταντακόπουλου ανακοίνωσε ότι ανανέωσε μέχρι το 2020 τη συνεργασία της με το αμερικανικό fund York Capital. Εξέλιξη ιδιαίτερα σημαντική αν αναλογιστεί κανείς ότι η συνεργασία ξεκίνησε το 2013 και το 2020 θα κλείσει επτά χρόνια, όταν τα fund επενδύουν το πολύ σε βάθος πενταετίας.
Νέο IPO
Το IPO της Poseidon στηρίζουν ως ανάδοχοι (underwriters) οι Morgan Stanley, Deutsche Bank Securities , UBS Investment Bank, η Citigroup, η Jefferies, η ABN Amro, η DVB Capital Markets, η Credit Agricole, και η Unicredit Capital Markets.
Η εταιρεία σκοπεύει να προσφέρει 13,4 εκατ. μετοχές στη τιμή των 14 μέχρι 16 δολαρίων τη κάθε μια και να αντλήσει κεφάλαια ύψους 215 εκατ. δολαρίων περίπου. Επίσης και οι underwriters έχουν διορία 30 ημερών, προκειμένου να αποκτήσουν 2,3 εκατ. μετοχές, με 15 δολάρια τη μια.
Σύμφωνα με την αίτηση, η Poseidon σκοπεύει να χρησιμοποιήσει 85,8 εκατ. δολάρια από τα κεφάλαια που θα αντλήσει στη δημόσια εγγραφή, προκειμένου να χρηματοδοτήσει μέρος της αγοράς τεσσάρων containerships 8.063 teu έναντι 219,2 εκατ. δολαρίων.
Και τα τέσσερα πλοία είναι ναυπήγησης από το 2004 μέχρι το 2006 και είναι ναυλωμένα για περίοδο από 37 μέχρι 40 μήνες έναντι 34.500 δολαρίων την ημέρα, το ένα.
Επίσης, η εταιρεία έχει ανοικτό option προκειμένου να αποκτήσει μέχρι τον προσεχή Οκτώβριο ένα στόλο από τέσσερα containerships (ένα των 4.249 teu και τρία των 9.115 teu), ενώ βρίσκεται σε συζητήσεις προκειμένου να αγοράσει πλοία τελευταία γενιάς με χωρητικότητες που κυμαίνονται από τα 8.000 teu μέχρι τα 11.000 teu.
«Σκοπεύουμε να αυξήσουμε το μέγεθος του στόλου της εταιρείας σταδιακά και να δημιουργήσουμε υπεραξίες για τους μετόχους» αναφέρεται χαρακτηριστικά στην αίτηση.
Σημειώνεται ότι η άλλη εταιρεία του κ. Γιουρούκου, η Technomar, διαχειρίζεται ένα στόλο από 32 containerships και αποτελεί μια από τις μεγαλύτερες ανεξάρτητες εταιρείες διαχείρισης containerships στον κόσμο.
H Costamare
Αλλά και η Costamare της οικογένειας Κωνσταντακόπουλου ανανέωσε τη συνεργασία της με το York Capital μέχρι το 2020, αποδεικνύοντας ότι τα fund αλλάζουν σταδιακά ρότα στη ναυτιλία και επιδεικνύοντας ευελιξία επενδύουν μακροπρόθεσμα.
Σημειώνεται ότι από τη στιγμή που οι δύο πλευρές άρχισαν να συνεργάζονται το 2013 έχουν πραγματοποιήσει επενδύσεις 1,1 δισ. δολαρίων.
Σημειώνεται ότι η Costamare έχει ένα στόλο από 59 containerships, καθώς και ένα ναυπηγικό πρόγραμμα σε εξέλιξη που περιλαμβάνει τη παράδοση 10 πλοίων σταδιακά μέχρι το τέλος του 2016.
Η εταιρεία στο εξάμηνο του 2015 παρουσίασε έσοδα 244 εκατ. δολαρίων έναντι 238,4 εκατ. δολαρίων το εξάμηνο του 2014. Τα καθαρά κέρδη της εταιρείας έφτασαν τα 70,6 εκατ. δολάρια αυξημένα κατά 23,4 εκατ. δολάρια σε σχέση με την αντίστοιχη περσινή περίοδο.
Ο στόλος
Η κοινοπραξία της Poseidon, η οποία ιδρύθηκε το 2010, ετοιμάζεται να πραγματοποιήσει road show στην Αμερική. Σύμφωνα με τα όσα έχουν γίνει γνωστά, οι μέτοχοί της θα κρατήσουν το 55% του μετοχικού κεφαλαίου και θα διαθέσουν το 45% των μετοχών.
Αυτήν την περίοδο διαχειρίζεται ένα στόλο από 19 containerships.
Η τελευταία αγορά ήταν μόλις την προηγούμενη εβδομάδα, αφού απέκτησε το χωρητικότητας 5.936 teu και ναυπήγησης 2000 «Ian» έναντι 14,8 εκατ. δολαρίων.