Αναστάτωση στις διεθνείς αγορές πετρελαίου και υψηλές τιμές στους ναύλους δεξαμενόπλοιων, λόγω μείωσης τονάζ, προκαλούν οι νέες αμερικανικές κυρώσεις σε βάρος των ρωσικών ενεργειακών κολοσσών Rosneft και Lukoil και των θυγατρικών τους με αφορμή τον πόλεμο στην Ουκρανία.
Σύμφωνα με διεθνείς αναλυτές, οι αμερικανικές κυρώσεις ενδέχεται να προκαλέσουν προσωρινή αύξηση στις τιμές του πετρελαίου, λόγω ανησυχιών για τη ροή ρωσικού αργού, ωστόσο εκτιμάται ότι η υπερπροσφορά και τα υψηλά αποθέματα του «μαύρου χρυσού» θα συγκρατήσουν την αγορά σε σχετική ισορροπία.
Κατά τη στιγμή σύνταξης του δημοσιεύματος, η τιμή του πετρελαίου Brent διαμορφωνόταν στα 66,4 δολάρια το βαρέλι, ενώ του αμερικανικού αργού (Crude Oil) στα 62 δολάρια.
Έναν μήνα νωρίτερα, το Brent διαπραγματευόταν στα 63,6 δολάρια το βαρέλι και το Crude Oil στα 60,7 δολάρια, καταγράφοντας έτσι ήπια ανοδική τάση στην πορεία των τιμών.
Πάντως, η αμερικανική απόφαση κατά των ρωσικών παραγωγών πετρελαίου έρχεται σε μια περίοδο που οι τιμές ναύλων των δεξαμενόπλοιων μεταφοράς αργού πετρελαίου είναι ήδη υψηλές.
Σύμφωνα με το Baltic Exchange, οι τιμές spot των VLCCs ήταν κατά μέσο όρο 74.843 δολάρια την Πέμπτη, με τις τιμές των suezmax να ανέρχονται σε 67.081 δολάρια την ημέρα και τις τιμές των aframax σε 51.367 δολάρια την ημέρα.
Σύμφωνα με εκτίμηση της ελβετικής τράπεζας UBS, οι τιμές του αργού πετρελαίου Brent θα παραμείνουν στην περιοχή των 60-70 δολαρίων ανά βαρέλι, προσθέτοντας ότι οι προηγούμενες κυρώσεις είχαν μικρή επίδραση στους όγκους των ρωσικών εξαγωγών, καθώς το πετρέλαιο συνέχισε να κινείται μέσω εναλλακτικών καναλιών.
Σύμφωνα με τον αναλυτή της Jefferies, Omar Nokta, «η τελευταία εξέλιξη είναι θετική για τα δεξαμενόπλοια, καθώς επεκτείνει περαιτέρω τον στόλο που συμμορφώνεται με τους κανονισμούς».
Η Ρωσία εξήγαγε περίπου 7,3 εκατομμύρια βαρέλια την ημέρα τον Αύγουστο, που μεταφράζεται σε περίπου 7% της παγκόσμιας κατανάλωσης αργού και εξευγενισμένων καυσίμων, σύμφωνα με τον Διεθνή Οργανισμό Ενέργειας.
Φρένο από Κίνα – Ινδία
Την ίδια ώρα εμπορικές πηγές ανέφεραν στο πρακτορείο Reuters ότι η απόφαση αυτή οδήγησε τους δύο μεγαλύτερους αγοραστές του μαύρου χρυσού, Κίνα και Ινδία, να αναπροσαρμόσουν τη στάση τους.
Επεσήμαναν μάλιστα ότι μεγάλες κρατικές πετρελαϊκές εταιρείες της Κίνας, όπως οι Sinopec, CNOOC και PetroChina, έχουν ήδη αναστείλει τις αγορές ρωσικού πετρελαίου που μεταφέρεται διά θαλάσσης, ενώ και η Ινδία πρόκειται να προχωρήσει σε ανάλογες δραστικές μειώσεις.
Από την πλευρά του ο εκπρόσωπος του Κρεμλίνου Ντμίτρι Πεσκόφ τόνισε ότι η Ρωσία θα εξετάσει τις πρόσφατες δυτικές κυρώσεις, και θα δράσει σύμφωνα με τα συμφέροντά της, ενώ ανακοινώθηκε ότι ο Ρώσος πρόεδρος Βλαντιμίρ Πούτιν είχε ήδη τηλεφωνική συνομιλία με τον πρόεδρο του Αζερμπαϊτζάν Ιλχάμ Αλίεφ, για εμβάθυνση των εμπορικών και οικονομικών δεσμών.
Tην ίδια ώρα η Ουάσιγκτον προειδοποίησε ότι οι παραβιάσεις των κυρώσεων μπορεί να επισύρουν αστικές ή ποινικές ευθύνες ακόμη και για ξένα φυσικά ή νομικά πρόσωπα που συνδέονται με τις δύο ρωσικές εταιρείες και τις θυγατρικές τους.
Τι αναφέρουν οι ΗΠΑ
Η OFAC υπογραμμίζει ότι η αφαίρεση εταιρειών ή προσώπων από τον επίσημο κατάλογο προσώπων και οντοτήτων που έχουν τεθεί υπό κυρώσεις από την κυβέρνηση των Ηνωμένων Πολιτειών, μέσω της Υπηρεσίας Ελέγχου Ξένων Περιουσιακών Στοιχείων (OFAC) του υπουργείου Οικονομικών, μπορεί να εξεταστεί εφόσον αποδειχθεί συμμόρφωση με το διεθνές καθεστώς.
Οι δύο ενεργειακοί γίγαντες χαρακτηρίστηκαν πλέον ως «blocked entities» βάσει της Εκτελεστικής Εντολής 14024, που επιτρέπει την επιβολή κυρώσεων σε πρόσωπα και οργανισμούς που συμβάλλουν στη ρωσική στρατιωτικοβιομηχανική βάση.
Σύμφωνα με την επίσημη ανακοίνωση, όλα τα περιουσιακά στοιχεία και τα συμφέροντα των Rosneft και Lukoil που βρίσκονται εντός των Ηνωμένων Πολιτειών ή στην κατοχή ή τον έλεγχο προσώπων των ΗΠΑ, δεσμεύονται άμεσα και πρέπει να δηλωθούν στην OFAC.
Παράλληλα, δεσμεύονται και όλες οι εταιρείες που ανήκουν κατά 50% ή περισσότερο στις προαναφερθείσες οντότητες.












