Στο επίκεντρο της μεγάλης αναδιάταξης των παγκόσμιων συμμαχιών των liners το 2025 βρέθηκε το λιμάνι του Πειραιά, επιλέγοντας -σύμφωνα με ανάλυση της Sea-Intelligence- τη στρατηγική της «ποιότητας αντί ποσότητας».
Βάσει των στοιχείων που παρουσιάστηκαν, ο ελληνικός λιμένας προσελκύει πλέον μεγαλύτερα
πλοία, με λιγότερες όμως προσεγγίσεις, επιδιώκοντας να παραμείνει σε υψηλό επίπεδο εξυπηρέτησης, έστω κι αν το συνολικό ονομαστικό capacity υποχώρησε.
Η επιλογή αυτή αποτυπώνεται και στα στοιχεία της Lloyd’s List, όπου ο Πειραιάς καταγράφει
πτώση 6,1% στη διακίνηση εμπορευματοκιβωτίων στο α’ εξάμηνο του 2025, φθάνοντας τα 4,79 εκατ. TEUs και καταλαμβάνοντας την 43η θέση παγκοσμίως.
Πάντως, παρά την κάμψη, τα οικονομικά αποτελέσματα του ελληνικού λιμανιού, υπό τη διοίκηση της Cosco, έκλεισαν με ρεκόρ, δείχνοντας αντοχή απέναντι σε συνθήκες πρωτοφανούς αστάθειας.
Η Sea-Intelligence υπογραμμίζει ότι η αναδιάταξη των συμμαχιών, με την εμφάνιση της Gemini
Cooperation και της Premier Alliance, αλλά και την ισχυρή παρουσία της Ocean Alliance και της πλήρους αυτονομίας της MSC, δημιούργησε νέους «νικητές» και «χαμένους» στην ευρωπαϊκή αγορά.
Στους μεγάλους κερδισμένους συγκαταλέγεται το Αμβούργο. Εκεί, η MSC -ηγέτιδα της παγκόσμιας αγοράς, με μερίδιο 49% στο λιμάνι- εμφάνισε εντυπωσιακή αύξηση 9,3% στη διακίνηση το α’ εξάμηνο, με τα πλοία άνω των 24.000 TEUs να καταγράφουν άνοδο 30%.
Παράλληλα, η Βαλένθια αναδείχθηκε ισχυρό hub για τη Νότια Ευρώπη, ενώ το Αλχεθίρας, αν και είδε μικρότερες αυξήσεις στη χωρητικότητα, αναπροσαρμόζει τον ρόλο του μέσα από περισσότερα δρομολόγια μικρότερων πλοίων.
Στον αντίποδα, η Αμβέρσα και η Ταγγέρη εμφανίζουν απώλειες, χάνοντας κρίσιμες υπηρεσίες.
Το Ρότερνταμ παραμένει σε υψηλά επίπεδα, με 13,82 εκατ. TEUs (+2,8%) και την 11η θέση στην παγκόσμια κατάταξη, ωστόσο το ισχυρότερο μήνυμα της αναδιάταξης είναι η ενίσχυση της συγκέντρωσης σε συγκεκριμένους κόμβους.
Εκρηκτική αύξηση
Σε παγκόσμιο επίπεδο, η εικόνα παραμένει δυναμική. Τα στοιχεία της Container Trades Statistics (CTS) δείχνουν πως τον Ιούλιο του 2025 η παγκόσμια διακίνηση ανήλθε στα 16,57 εκατ. TEUs, παραμένοντας κοντά σε ιστορικά υψηλά.
Η αύξηση 4,5% σε σχέση με τον Ιούλιο του 2024 και 4,4% στο επτάμηνο επιβεβαιώνει ότι, παρά τη γεωπολιτική αβεβαιότητα, η παγκόσμια ναυτιλία διατηρεί τον ρυθμό της.
Η ανάλυση της CTS καταγράφει ότι οι εξαγωγές της Ασίας προς την Ευρώπη ενισχύθηκαν κατά 10,1% σε ετήσια βάση, ενώ η συνολική αύξηση στο επτάμηνο φτάνει το 9,1%.
Σύμφωνα με αναλυτές, αυτό οφείλεται εν μέρει στη στρατηγική προφόρτωσης πολλών προϊόντων (frontloading) στις αρχές του έτους.
Εντυπωσιακή είναι και η εικόνα σε νέες αναδυόμενες αγορές. Οι εισαγωγές στην Υποσαχάρια
Αφρική αυξήθηκαν κατά 48%, στη Νότια και Κεντρική Αμερική κατά 13% και στην Ινδία κατά
15%.
Η Κίνα, αντιμετωπίζοντας τις πιέσεις από τους αμερικανικούς δασμούς, ενίσχυσε τις ροές προς
τις αγορές αυτές.
Την ίδια ώρα, η αποσύνδεση ναύλων και όγκου πλοίων δημιουργεί ένα σύνθετο σκηνικό. Ενώ τα ναύλα παραμένουν υπό πίεση, οι όγκοι δείχνουν αντοχή.
Στο ευρωπαϊκό πλαίσιο, η SeaIntelligence τονίζει ότι η επιλογή των hubs από τις συμμαχίες
κρίνει την κατανομή ισχύος: το Αμβούργο αναδεικνύεται ως ο μεγάλος κερδισμένος, το Ρότερνταμ διατηρεί την πρωτοκαθεδρία του, ενώ ο Πειραιάς προσαρμόζεται στη νέα πραγματικότητα με στοχευμένες διεργασίες.
Στόχος η μακροπρόθεσμη αξιοπιστία για τον Πειραιά
Η αναδιάταξη των συμμαχιών δεν επηρεάζει μόνο τα λιμάνια αλλά και τις ίδιες τις εμπορικές ροές. Τα hubs που προσφέρουν αποδοτικότητα, σύγχρονες υποδομές και συνέργειες με τους μεγάλους carriers κερδίζουν το παιχνίδι.
Από την άλλη, ο Πειραιάς, με τη στρατηγική «quality over quantity», φαίνεται να στοχεύει στη μακροπρόθεσμη αξιοπιστία έναντι του όγκου, σε μια περίοδο όπου η διαφοροποίηση ίσως αποδειχθεί πιο κρίσιμη.
Ειδικά για τον μεγαλύτερο λιμένα της χώρας, η πρόκληση παραμένει να συνδυάσει τη θέση του ως κομβικό σημείο της Ανατολικής Μεσογείου με τις υψηλότερης ποιότητας υπηρεσίες, την ώρα που οι liners προτιμούν μεγάλα hubs με σταθερή αξία και προβλεψιμότητα.
Αυτή η στρατηγική επιλογή υπηρεσιών -σύμφωνα με τους αναλυτές- είναι που καθορίζει τελικά τους «νικητές» και τους «χαμένους» της νέας εποχής.