Στροφή στην αγορά των δεξαμενόπλοιων θα κάνει η Euroholdings, δύο μήνες μετά την απόκτηση του πλειοψηφικού μετοχικού πακέτου της εταιρείας από τη Marla Investments, της οικογένειας Μαριάννας Λάτση.
Με αφορμή τα οικονομικά αποτελέσματα της εταιρείας, που μέχρι τώρα είχε στη διαχείρισή της δύο feeder containerships, ο πρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος της εταιρείας, κ. Αριστείδης Πίττας, σημείωσε για την επένδυση της Marla: «Ιδιαίτερη σημασία έχει η ενίσχυση της μετοχικής βάσης της Euroholdings, καθώς, όπως είχε ανακοινωθεί στα τέλη Ιουνίου, η Marla Investments Inc. – εταιρεία που συνδέεται με την οικογένεια Λάτση – απέκτησε το 51,04% των μετοχών. Η οικογένεια Πίττα παραμένει σημαντικός μέτοχος, με τον επικεφαλής της εταιρείας να υπογραμμίζει ότι η συνδυασμένη οικονομική ισχύς των βασικών μετόχων και η κοινή βούλησή τους για ανάπτυξη θα επιτρέψουν στην Euroholdings να προσφέρει υψηλές αποδόσεις σε όλους τους μετόχους».

Όσον αφορά την επόμενη μέρα, ο κ. Πίττας τόνισε: «Το διοικητικό συμβούλιο αποφάσισε στρατηγική στροφή, εστιάζοντας την αναπτυξιακή του πολιτική στον κλάδο των δεξαμενόπλοιων και ειδικότερα στα δεξαμενόπλοια μεταφοράς προϊόντων μεσαίου μεγέθους (MR product tankers). Η υλοποίηση της νέας αυτής στρατηγικής θα ξεκινήσει σταδιακά τους επόμενους μήνες, με στόχο την απόκτηση σύγχρονων πλοίων».
Ο ίδιος προσέθεσε: «Παράλληλα, η εταιρεία σκοπεύει να αξιοποιήσει τις ευνοϊκές συνθήκες που επικρατούν στην αγορά των containerships, επαναναυλώνοντας ενδεχομένως τα feeder πλοία της πέραν των υφιστάμενων συμβολαίων τους, ώστε να ενισχύσει περαιτέρω τα έσοδα και την αξία για τους μετόχους, αλλά και να στηρίξει την εκτέλεση του αναπτυξιακού σχεδίου στον τομέα των product tankers».
Η οικονομική διευθύντρια της Euroholdings, Αθηνά Αταλιώτη, παρουσίασε αναλυτικά τα οικονομικά στοιχεία του δευτέρου τριμήνου του 2025. Σε βάση ανά πλοίο και ανά ημέρα, τα έσοδα από ναυλώσεις διαμορφώθηκαν σε μέσο όρο στα 16.528 δολάρια, αυξημένα κατά 7,1% σε σχέση με τα 15.435 δολάρια της αντίστοιχης περσινής περιόδου. Ωστόσο, τα καθαρά έσοδα υποχώρησαν στα 2,9 εκατ. δολάρια, έναντι 4,0 εκατ. δολαρίων πέρυσι, καθώς η εταιρεία εκμεταλλεύτηκε δύο πλοία αντί για τρία.