Skip to main content

Αθήνα – Πειραιάς στα 10 μεγαλύτερα ναυτιλιακά κέντρα παγκοσμίως

SHUTERSTOCK

Ακλόνητη η ισχύς της Ελλάδας στις υπηρεσίες ναυτιλίας, καταλαμβάνοντας την 8η θέση - Η ευρύτερη περιοχή της Αττικής φιλοξενεί πάνω από 1.000 ναυτιλιακά γραφεία, καθιστώντας την έναν από τους σημαντικότερους κόμβους πλοιοκτησίας, τεχνικής διαχείρισης και ναυτιλιακών υπηρεσιών διεθνώς.

Η Ελλάδα διατηρεί ακλόνητη την ισχύ της στον παγκόσμιο ναυτιλιακό χάρτη, με την περιοχή Αθήνα – Πειραιά να καταλαμβάνει την 8η θέση ανάμεσα σε 43 κορυφαία ναυτιλιακά κέντρα.

Σύμφωνα με τη νέα έκθεση του Δείκτη Ανάπτυξης Διεθνών Κέντρων Ναυτιλίας Xinhua-Baltic (ISCDI) για το 2025, η ευρύτερη περιοχή της Αττικής φιλοξενεί πάνω από 1.000 ναυτιλιακά γραφεία, καθιστώντας την έναν από τους σημαντικότερους κόμβους πλοιοκτησίας, τεχνικής διαχείρισης και ναυτιλιακών υπηρεσιών διεθνώς.

Παρά την πτώση κατά μία θέση σε σχέση με την 7η του 2024, η περιοχή Αθήνας – Πειραιά διατηρεί τη δυναμική της ως ένα από τα πλέον σταθερά και στρατηγικά ευθυγραμμισμένα ναυτιλιακά κέντρα, ενισχύοντας το συνολικό αποτύπωμα της Ελλάδας ως παγκόσμιας ναυτιλιακής υπερδύναμης.

Η παρουσία αυτή αντανακλά την ιστορική ισχύ της ελληνικής ναυτιλιακής κοινότητας και την αυξανόμενη σημασία του λιμανιού του Πειραιά στη διεθνή εφοδιαστική αλυσίδα και το θαλάσσιο εμπόριο.

Ο δείκτης ISCDI αξιολογεί τα ναυτιλιακά κέντρα με βάση την κίνηση φορτίων, τις λιμενικές υποδομές, τις θαλάσσιες υπηρεσίες (νομικές, χρηματοοικονομικές, ναυλομεσιτικές), καθώς και το γενικότερο επιχειρηματικό περιβάλλον.

Η συνεχής παρουσία της Ελλάδας στην πρώτη δεκάδα της κατάταξης αποτελεί απόδειξη της ανταγωνιστικότητας, της εμπειρίας και της τεχνογνωσίας του ελληνικού ναυτιλιακού κλάδου, σε μία περίοδο που η παγκόσμια ναυτιλία αντιμετωπίζει έντονες προκλήσεις.

Την πρώτη θέση στην παγκόσμια κατάταξη των ναυτιλιακών κέντρων καταλαμβάνει η Σιγκαπούρη, τη δεύτερη θέση το Λονδίνο και την τρίτη η Σαγκάη, ενώ ακολουθούν Χονγκ Κονγκ, Ντουμπάι, Ρότερνταμ, Ningbo Zhoushan και Αθήνα-Πειραιάς.

Το 2024, η Σιγκαπούρη, που κατέλαβε την πρώτη θέση παγκοσμίως, κατέγραψε διακίνηση εμπορευματοκιβωτίων 41,12 εκατ. μονάδων ισοδύναμων 20 ποδών (TEU), ένα νέο υψηλό, ενώ η χωρητικότητα άφιξης πλοίων ξεπέρασε τα 3 δισ. ακαθάριστους τόνους.

Επίσης διαχειρίστηκε 54,92 εκατ. τόνους ναυτιλιακών καυσίμων, επιβεβαιώνοντας τη θέση του ως το μεγαλύτερο κέντρο ανεφοδιασμού καυσίμων στον κόσμο.

Περισσότεροι από 200 διεθνείς ναυτιλιακοί όμιλοι και πολυάριθμες νεοσύστατες επιχειρήσεις ναυτιλιακής τεχνολογίας και κόμβοι εκπαίδευσης βρίσκονται σε αυτή.

Το λιμάνι του Ρότερνταμ διατήρησε σταθερά τη θέση του ως η μεγαλύτερη ναυτιλιακή πύλη της ηπειρωτικής Ευρώπης για το 2024, καταλαμβάνοντας για ακόμη μία χρονιά την έκτη θέση στην παγκόσμια κατάταξη.

Η απόδοση του συγκεκριμένου λιμανιού εν μέσω ενός δύσκολου οικονομικού και γεωπολιτικού περιβάλλοντος ανέδειξε τη στρατηγική του σημασία για το ευρωπαϊκό εμπόριο, επιβεβαιώνοντας τον ρόλο του ως βασικού κόμβου στη μεταφορά εμπορευμάτων και ενέργειας.

Ταυτόχρονα, το Ρότερνταμ σημείωσε ουσιαστική πρόοδο στον εκσυγχρονισμό των υποδομών του, προχωρώντας σε ψηφιοποίηση και αυτοματοποίηση διαδικασιών, καθώς και στην απεξάρτηση από τον άνθρακα μέσω καινοτόμων έργων πράσινης ενέργειας και βιώσιμων καυσίμων.

Η συνολική διακίνηση του λιμανιού του Ρότερνταμ μειώθηκε ελαφρώς σε 435,8 εκατ. τόνους, από 438,8 εκατ. τόνους το 2023.

Ο όγκος των εμπορευματοκιβωτίων παρέμεινε σταθερός στα 13,8 εκατ. TEUs, με το φορτίο με εμπορευματοκιβώτια να αντιπροσωπεύει 133,4 εκατ. τόνους του συνολικού όγκου.

Οι οικονομικές επιδόσεις του λιμανιού ήταν εξίσου ισχυρές, με τα έσοδα να αυξάνονται κατά 4,8%, στα 882,0 εκατ. ευρώ και τα καθαρά κέρδη να φτάνουν τα 273,7 εκατ. ευρώ, σημειώνοντας αύξηση κατά 40,2 εκατ. ευρώ σε σχέση με το προηγούμενο έτος.

Τα αποτελέσματα έδειξαν τόσο την εμπορική ανθεκτικότητα όσο και τη συνετή οικονομική διαχείριση, κάτι που δεν ήταν μικρό κατόρθωμα δεδομένης της παγκόσμιας συγκυρίας.

Το λιμάνι του Πειραιά

Παρά τις διεθνείς πιέσεις στις αλυσίδες εφοδιασμού και τη διακίνηση φορτίων, το λιμάνι του Πειραιά παρέμεινε σε τροχιά ανάπτυξης το 2024, καταγράφοντας ισχυρές επιδόσεις στους τομείς της κρουαζιέρας, της ακτοπλοΐας και της διακίνησης οχημάτων.

Τα συνολικά έσοδα του Οργανισμού Λιμένος Πειραιώς (ΟΛΠ) για το 2024 ανήλθαν σε 230,9 εκατ. ευρώ, σημειώνοντας αύξηση 5% σε σύγκριση με τα 219,8 εκατ. ευρώ του 2023.

Τα καθαρά κέρδη μετά φόρων εκτινάχθηκαν κατά 30,9%, φτάνοντας τα 87,5 εκατ. ευρώ, έναντι 66,8 εκατ. ευρώ την προηγούμενη χρονιά.

Παρότι η συνολική διακίνηση εμπορευματοκιβωτίων παρουσίασε πτώση, αγγίζοντας τα 4,79 εκατ. TEUs από 5,10 εκατ. TEUs το 2023, η Προβλήτα Ι, που διαχειρίζεται άμεσα ο ΟΛΠ, κατέγραψε άνοδο 9%, με 563.725 TEUs.

Πρωτοκαθεδρία

Η κυριαρχία της ελληνικής ναυτιλίας βασίζεται κυρίως στους στόλους των δεξαμενόπλοιων και των bulk carriers.

Ειδικότερα, οι Έλληνες ελέγχουν το 30% του παγκόσμιου στόλου δεξαμενόπλοιων, το 25% των bulk carriers, το 23% των LNG carriers, το 15% των chemical/product carriers, το 13% των LPG carriers και το 8% των containerships.

Η ελληνική ναυτιλιακή κοινότητα ενισχύει διαρκώς τη διεθνή της παρουσία, ενώ η Αθήνα εξελίσσεται σε κόμβο καινοτομίας, φιλοξενώντας τεχνολογικές νεοφυείς επιχειρήσεις που αναπτύσσουν λύσεις αιχμής σε συνεργασία με πλοιοκτήτες.

Οι εταιρείες αυτές διευρύνουν την παγκόσμια εμβέλειά τους, επεκτεινόμενες στην Ασία και εξάγοντας τεχνογνωσία σε όλο τον ναυτιλιακό κόσμο.