Skip to main content

Η Ε.Ε. εντείνει την πίεση στον «σκιώδη στόλο»

Πάνω από 400 πλοία στον σκιώδη στόλο - Πρόταση μείωσης του πλαφόν για το ρωσικό πετρέλαιο στα 45 δολ./βαρέλι -

Προχωρώντας σε έναν νέο γύρο αυστηρότερων μέτρων κατά της Ρωσίας, η Ευρωπαϊκή Ένωση εντείνει την οικονομική της πίεση, προτείνοντας τη μείωση του ανώτατου ορίου τιμής για το ρωσικό πετρέλαιο σε 45 δολάρια ανά βαρέλι, από 60 δολ., και επιβάλλοντας κυρώσεις σε επιπλέον 77 δεξαμενόπλοια του «σκιώδους στόλου».

Η νέα πρόταση απαριθμεί περισσότερα πλοία που αποτελούν τον «σκιώδη στόλο» της Ρωσίας, ανεβάζοντας το σύνολο σε πάνω από 400 πλοία, καθώς και εταιρείες εμπορίας πετρελαίου.

Η Ε.Ε. έχει προτείνει την απαγόρευση των εισαγωγών προϊόντων διύλισης που παράγονται από ρωσικό πετρέλαιο και τη χρήση των ρωσικών ενεργειακών υποδομών, συμπεριλαμβανομένων των δύο αγωγών Nord Stream προς τη Γερμανία, καθώς και την προσθήκη άλλων 77 πλοίων στον υφιστάμενο κατάλογο των 342 πλοίων στα οποία έχουν επιβληθεί κυρώσεις.

Θα υπάρξει επίσης περαιτέρω μετρημένη στόχευση του τραπεζικού τομέα της Ρωσίας, επεκτείνοντας τους οικονομικούς περιορισμούς σε 22 τράπεζες και σε οντότητες εκτός Ρωσίας που συμβάλλουν στην παράκαμψη των υφιστάμενων κυρώσεων.

Το νέο πακέτο κυρώσεων, που θα τεθεί υπό συζήτηση στη σύνοδο κορυφής των G7 στον Καναδά, εντάσσεται στη συνεχιζόμενη προσπάθεια του μπλοκ να μειώσει τα έσοδα της Μόσχας από τις εξαγωγές ενέργειας.

Η πρόεδρος της Κομισιόν Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν επανέλαβε την ανάγκη «αποκατάστασης της αποτελεσματικότητας του μέτρου», σημειώνοντας πως οι τιμές του ρωσικού πετρελαίου ήδη κυμαίνονται κοντά στο όριο των 60 δολαρίων.

«Η δύναμη είναι η μόνη γλώσσα που καταλαβαίνει η Ρωσία» δήλωσε χαρακτηριστικά η πρόεδρος, υπογραμμίζοντας πως τα έσοδα της Μόσχας από πετρέλαιο και φυσικό αέριο έχουν μειωθεί έως και 80% σε σύγκριση με τα προ του πολέμου επίπεδα.

Η Φον ντερ Λάιεν απηύθυνε εκ νέου έκκληση για πλήρη, άνευ όρων κατάπαυση του πυρός, διάρκειας τουλάχιστον 30 ημερών, με στόχο την ανακούφιση των πολιτών και την έναρξη ουσιαστικού διαλόγου για ειρήνη.

Ωστόσο, η τελική έγκριση των μέτρων εξαρτάται από την ομοφωνία των κρατών-μελών, με τη Σλοβακία και την Ουγγαρία να εκφράζουν ήδη αντιρρήσεις για περαιτέρω κυρώσεις κατά της Ρωσίας.

Μετά τη συνάντησή της με τον Αμερικανό Ρεπουμπλικάνο γερουσιαστή Λίντσεϊ Γκράχαμ τη Δευτέρα, η Φον ντερ Λάιεν δήλωσε ικανοποιημένη για τα σχέδιά του να ασκήσει πίεση στη Ρωσία.

Αναφερόμενη στην επέκταση του καταλόγου των πλοίων στα οποία έχουν επιβληθεί κυρώσεις και τα οποία πλέον ανέρχονται σε 419, δήλωσε ότι οι προσθήκες θα ενισχύσουν την ικανότητα της Ε.Ε. να επιβάλει το ανώτατο όριο τιμών.

«Τα πλοία αυτά αποτελούν μέσο για την αποφυγή των κυρώσεων. Με τους καταλόγους μας, περιορίζουμε σημαντικά τις επιλογές της Ρωσίας να εξάγει το πετρέλαιό της μέσω ενός “σκιώδους στόλου”» εξήγησε.

Αντίδραση Κρεμλίνου

Το χαμηλότερο ανώτατο όριο τιμών για το ρωσικό πετρέλαιο, που πρότεινε η Ευρωπαϊκή Επιτροπή για να τιμωρήσει τη Μόσχα για τον πόλεμό της στην Ουκρανία, δεν θα συμβάλει στη σταθεροποίηση των παγκόσμιων αγορών ενέργειας, δήλωσε την Τετάρτη ο εκπρόσωπος του Κρεμλίνου Ντμίτρι Πεσκόφ.

Σύμφωνα με το Κέντρο Έρευνας για την Ενέργεια και τον Καθαρό Αέρα, με έδρα τη Φινλανδία, στα τέλη Απριλίου, η Κίνα είχε αγοράσει το 47% των εξαγωγών αργού πετρελαίου της Ρωσίας, ακολουθούμενη από την Ινδία (38%), την Ε.Ε. (6%) και την Τουρκία (6%).

Η εκτιμώμενη τιμή του ρωσικού αργού Urals έχει σταθεροποιηθεί κάτω από το ανώτατο όριο των 60 δολαρίων ανά βαρέλι από τις αρχές Απριλίου, επιτρέποντας σε περισσότερες δυτικές ναυτιλιακές εταιρείες, να επαναλάβουν τις ναυτιλιακές υπηρεσίες, αυξάνοντας τη διαθεσιμότητα των δεξαμενόπλοιων και θέτοντας υπό πίεση τις τιμές των ναύλων.

«Η έλλειψη κατάλληλης παρακολούθησης και επιβολής μαζί με την αύξηση των τιμών του πετρελαίου έχουν αυξήσει τα έσοδα της Ρωσίας από τις εξαγωγές για τη χρηματοδότηση του πολέμου της κατά της Ουκρανίας» επισημαίνουν πολιτικοί αναλυτές.

Αναφέρουν επίσης ότι οι επιθέσεις ουκρανικών μη επανδρωμένων αεροσκαφών στις ενεργειακές υποδομές της Ρωσίας, ιδίως σε διυλιστήρια πετρελαίου, είχαν μεγαλύτερο αντίκτυπο και είχαν ως αποτέλεσμα οι εξαγωγές πετρελαιοειδών που μεταφέρονται μέσω θαλάσσης να μειωθούν κατά σχεδόν 10% πέρυσι.

Toυ Πάρη Τσιριγώτη

[email protected]