Skip to main content

Έρευνα McKinsey: 14 δισ. και 150.000 θέσεις εργασίας η συμβολή της «γαλανόλευκης» ναυτιλιακής βιομηχανίας στην ελληνική οικονομία

PAPADAKIS PRESS

Η Ελλάδα - μια χώρα που αντιπροσωπεύει λιγότερο από το 0,3% του παγκόσμιου ΑΕΠ - ελέγχει περίπου το 20% της παγκόσμιας ποντοπόρου ναυτιλίας

Την καταλυτική συμβολή της ελληνόκτητης ποντοπόρου ναυτιλίας στην παγκόσμια και την εγχώρια οικονομία αποτυπώνουν τα στοιχεία από τη μελέτη της McKinsey & Company, η οποία παρουσιάστηκε από τον κ. Απόστολο Ζαμπέλα, (Partner, Leader of Shipping Practice, McK), στο 9ο Ναυτιλιακό Συνέδριο της «Ν».

Ενδεικτικά, η συνεισφορά της «γαλανόλευκης» ναυτιλιακής βιομηχανίας στην εγχώρια οικονομία αποτιμάται σε 14 δισ. δολάρια, ενώ ταυτόχρονα οι Έλληνες εφοπλιστές επανεπενδύουν ετησίως περίπου 1,5 δισ. δολάρια σε άλλους κλάδους της ελληνικής οικονομίας. Όσον αφορά στα εργασιακά, επισημαίνεται ότι η ελληνική ναυτιλία υποστηρίζει 150.000 θέσεις εργασίας στη χώρα.

Επιπρόσθετα, στη μελέτη γίνεται λόγο για το ελληνικό «παράδοξο», σύμφωνα με το οποίο η Ελλάδα -μια χώρα που αντιπροσωπεύει λιγότερο από το 0,3% του παγκόσμιου ΑΕΠ- ελέγχει περίπου το 20% της παγκόσμιας ποντοπόρου ναυτιλίας, αποδεικνύοντας τον κυρίαρχο ρόλο της στη διεθνή ναυτιλιακή αγορά. Αυτή η δυσανάλογη επιρροή τονίζει τη στρατηγική σημασία της ναυτιλίας για την Ελλάδα, με τον κλάδο να επηρεάζει μια στις 15 θέσεις εργασίας στον εγχώριο ιδιωτικό τομέα. Ουσιαστικά, η ποντοπόρος ναυτιλία αποτελεί σημαντικό πυλώνα της ελληνικής οικονομίας, όπως η αυτοκινητοβιομηχανία για τη Γερμανία ή η ωρολογοποιία για την Ελβετία.

Στη μελέτη της McKinsey & Company αναδεικνύονται και μια σειρά από παρεμβάσεις που θα μπορούσαν να συμβάλλουν ουσιαστικά όχι μόνο στη διατήρηση, αλλά και την περαιτέρω ενίσχυση της θέσης της. Συγκεκριμένα, μπορούν να προκύψουν επιπλέον 3-4 δισ. δολάρια σε ετήσια επίδραση, κυρίως από την επέκταση της βάσης των Ελλήνων ναυτικών, τα ναυπηγεία και τη ναυτιλιακή τεχνολογία. Όπως τονίζεται, αυτό μπορεί να γίνει πραγματικότητα, με τη στρατηγική τοποθέτηση σε ένα εξελισσόμενο παγκόσμιο εμπορικό τοπίο, αλλά και την προώθηση συνεργασιών και συμμαχιών για τη δημιουργία οικονομιών κλίμακας και την καθοδήγηση της αλλαγής και της καινοτομίας.

Η θέση της ελληνικής ναυτιλίας στην παγκόσμια σκηνή

Οπως επισημαίνεται, η Ευρωπαϊκή Ένωση ελέγχει περίπου το 32% της παγκόσμιας ναυτιλιακής χωρητικότητας, ενώ μόλις το 10-20% των παγκόσμιων εμπορικών ροών περνούν μέσα από τα ευρωπαϊκά λιμάνια. Από αυτή την τεράστια χωρητικότητα, περίπου τα δύο τρίτα ανήκουν σε ελληνικά συμφέροντα, καθιστώντας την Ελλάδα παγκόσμιο ηγέτη στη θαλάσσια μεταφορά φορτίων.

Ο ελληνικός στόλος αριθμεί πάνω από 5.000 πλοία, καθιστώντας τον έναν από τους μεγαλύτερους και πιο σημαντικούς στον κόσμο. Πάνω από το 26% των θαλάσσιων εισαγωγών αργού πετρελαίου της Ευρώπης πραγματοποιείται με ελληνικά δεξαμενόπλοια, τα οποία αντιπροσωπεύουν περίπου το 20% της παγκόσμιας χωρητικότητας δεξαμενόπλοιων. Παράλληλα, το 21% της παγκόσμιας χωρητικότητας πλοίων Υγροποιημένου Φυσικού Αερίου (ΥΦΑ) είναι ελληνικής ιδιοκτησίας, εξυπηρετώντας μεγάλο μέρος των ευρωπαϊκών ενεργειακών αναγκών.

Η ελληνική ναυτιλία ελέγχει σχεδόν το 20% της παγκόσμιας χωρητικότητας στην ποντοπόρο ναυτιλία, αποδεικνύοντας την τεχνογνωσία και τη στρατηγική διορατικότητα του κλάδου. Η συνολική αξία του ελληνικού ναυτιλιακού ενεργητικού εκτιμάται μεταξύ 140 και 180 δισεκατομμυρίων δολαρίων, με τα ετήσια ακαθάριστα έσοδα να κυμαίνονται στα 40 με 50 δισεκατομμύρια δολάρια.

Σε παγκόσμια κλίμακα, υπάρχουν περίπου 60.000 υπερωκεάνια πλοία άνω των 1.000 gross tonnage (GT), με περισσότερες από 11.000 εταιρείες να δραστηριοποιούνται στην ποντοπόρο ναυτιλία. Η συνολική αξία ενεργητικού για σκάφη ξεπερνά το 1,1 έως 1,3 εκατ. δολάρια ανά πλοίο, ενώ τα συνολικά ετήσια έσοδα του κλάδου εκτιμώνται μεταξύ 400 και 450 δισ. δολαρίων.

Η ελληνική ναυτιλία συνεχίζει να αποτελεί έναν από τους βασικότερους μοχλούς της ελληνικής οικονομίας, με ισχυρό αποτύπωμα τόσο σε διεθνές όσο και σε εθνικό επίπεδο. Σύμφωνα με τα τελευταία στοιχεία, τα ελληνόκτητα πλοία αντιπροσωπεύουν ένα σημαντικό ποσοστό των παγκόσμιων «τόνων-μιλίων» — δηλαδή του συνδυασμού του βάρους φορτίου και της απόστασης μεταφοράς. Πιο συγκεκριμένα:

  • Το 16% των παγκόσμιων τόνων-μιλίων των δεξαμενόπλοιων γίνεται από ελληνικά πλοία.
  • Το 16% των τόνων-μιλίων των χύδην φορτηγών επίσης καλύπτεται από την ελληνική πλοιοκτησία.
  • Το 27% των τόνων-μιλίων στη μεταφορά LNG (Υγροποιημένου Φυσικού Αερίου) πραγματοποιείται από ελληνικά πλοία.

Η παρουσία αυτή δεν είναι απλώς εντυπωσιακή σε διεθνές επίπεδο, αλλά και καθοριστική για την ελληνική οικονομία. Εντυπωσιακό είναι το γεγονός ότι περίπου 15% αυτής της απασχόλησης προέρχεται από δραστηριότητες μη ναυτιλιακές, καταδεικνύοντας το εύρος των παράπλευρων ωφελειών.

Σε επίπεδο απασχόλησης και μισθοδοσίας:

  • Το 10% του συνολικού ιδιωτικού μισθολογίου στην Ελλάδα συνδέεται άμεσα ή έμμεσα με τη ναυτιλια
  • Το 6% της συνολικής ιδιωτικής απασχόλησης προέρχεται από τον ναυτιλιακό τομέα

Οι ναυτιλιακές θέσεις εργασίας προσφέρουν τριπλάσιους μισθούς από τον ελληνικό μέσο όρο. Πιο αναλυτικά, o μέσος ετήσιος μισθός για χερσαίες ναυτιλιακές θέσεις φθάνει περίπου τα 55.000 ευρώ, ενώ για τους ναυτικούς ο μέσος ετήσιος μισθός αγγίζει τα 65.000 ευρώ, καθιστώντας τη ναυτιλία έναν από τους πλέον προσοδοφόρους τομείς της ελληνικής αγοράς εργασίας.

Οι θέσεις εργασίας που δημιουργούνται:

  • Άμεση απασχόληση: 20.000 θέσεις στον τομέα της διαχείρισης πλοίων (ship management), 17.000 ναυτικοί σε ελληνόκτητα πλοία και 9.000 θέσεις στο ευρύτερο ναυτιλιακό cluster (πρακτορεία, νομικές και τεχνικές υπηρεσίες, ναυλώσεις κ.λπ.).

Κοινωνική προσφορά

Στη μελέτη υπογραμμίζεται και η έντονη φιλανθρωπική παρουσία του ελληνικού εφοπλισμού, καθώς σύμφωνα με τα δεδομένα που παρουσιάστηκαν, οι Ελληνες πλοιοκτήτες προσφέρουν σημαντικά κεφάλαια που εκτιμάται ότι ξεπερνούν τα 400-500 εκατ. δολ. ετησίως σε δράσεις κοινωνικής αλληλεγγύης.

Μεγάλη σημασία αποδίδεται στον υγειονομικό τομέα με 100-120 εκατ. δολ. ετησίως, αλλά και στην εκπαίδευση με 50-60 εκατ. δολ. ανά έτος.