Πολιτικό χάος στο Ισραήλ και ολομέτωπη αντιπαράθεση με τις Ηνωμένες Πολιτείες πυροδοτεί, η απόφαση της Κνεσέτ να εγκρίνει κατ’ αρχήν, δύο νομοσχέδια της αντιπολίτευσης για την προσάρτηση της Δυτικής Όχθης.
«Πρόκειται για μια πολύ ηλίθια απόφαση» προειδοποίησε ο Αμερικανός αντιπρόεδρος, Τζέι Ντι Βανς, μιλώντας στο αεροδρόμιο Μπεν Γκουριόν, κατά την αναχώρησή του από το Ισραήλ μετά από διήμερη επίσημη επίσκεψη. «Είπαν ότι ήταν ένα πολιτικό κόλπο, καθαρά συμβολικό, αλλά ήταν ένα πολύ ηλίθιο πολιτικό κόλπο και προσωπικά το θεωρώ κάπως προσβλητικό», τόνισε ο Αμερικανός αντιπρόεδρος. Προειδοποίησε μάλιστα σε έντονο ύφος ότι «η Δυτική Όχθη δεν πρόκειται να προσαρτηθεί από το Ισραήλ. Αυτή θα συνεχίσει να είναι η πολιτική μας και αν οι άνθρωποι θέλουν να λάβουν συμβολικές ψήφους, μπορούν να το κάνουν, αλλά σίγουρα δεν θα ήμασταν ευχαριστημένοι με αυτό».
Τα δύο νομοσχέδια κατατέθηκαν από ακροδεξιούς βουλευτές της αντιπολίτευσης. Το ένα, που κατατέθηκε από τον πρώην υπουργό Άμυνας και επικεφαλής του κόμματος «Yisrael Beytenu», Αβιγκντορ Λίμπερμαν, προβλέπει την περιορισμένη αναγνώριση του οικισμού Μαάλε Αντουμίμ στη Δυτική Όχθη, κοντά στην Ιερουσαλήμ, ως ισραηλινού εδάφους.
Το δεύτερο νομοσχέδιο που προτάθηκε από τον ακροδεξιό πολιτικό Άβι Μαόζ του κόμματος Νόαμ, προτείνει την προσάρτηση στο Ισραήλ, όλων των οικισμών εποίκων στη Δυτική Οχθη.
Η πρόταση του Λίμπερμαν υποστηρίχθηκε από την κεντρώα αντιπολίτευση με επικεφαλής τους Μπένι Γκαντς και Γιαΐρ Λαπίντ, ενώ το πιο ακραίο νομοσχέδιο του Μαόζ εγκρίθηκε με 25 ψήφους υπέρ και 24 κατά.
Το κόμμα Λικούντ του πρωθυπουργού Μπενιαμίν Νετανιάχου έκανε λόγο για «κόλπο της αντιπολίτευσης που στοχεύει να βλάψει τις σχέσεις μας με τις Ηνωμένες Πολιτείες».
Πολλά μέλη του κυβερνητικού συνασπισμού του Νετανιάχου έχουν ασκήσει ένθερμη πίεση για προσάρτηση της Δυτικής Οχθης,σε απάντηση στην αναγνώριση ενός παλαιστινιακού κράτους από τις δυτικές δυνάμεις τον περασμένο μήνα.
Στις αρχές Σεπτεμβρίου, ο ακροδεξιός υπουργός Οικονομικών Μπεζαλέλ Σμότριτς ζήτησε δημόσια την προσάρτηση του 82% της Δυτικής Όχθης, παρά τις προειδοποιήσεις των χωρών της περιοχής ότι μια τέτοια κίνηση θα πυροδοτούσε νέα έκρηξη στη Μέση Ανατολή.
«Τηλεφωνούμε στη Χαμάς όποτε θέλουμε»
Σε μια φάση μάλιστα, που οι Ηνωμένες Πολιτείες έχουν αναβαθμίσει τη σχέση της και με τη Χαμάς.
Ερωτηθείς για την εκεχειρία στη Γάζα, ο Βανς λέει ότι «αυτή τη στιγμή, μπορούμε να πούμε με σιγουριά ότι το Ισραήλ σέβεται την εκεχειρία, η Χαμάς σέβεται την εκεχειρία…Μπορούμε πάντα να σηκώσουμε το τηλέφωνο και να καλέσουμε τη Χαμάς όποτε θέλουμε», τόνισε μάλιστα, όταν ρωτήθηκε αν έχουν υπάρξει πρόσφατες συνομιλίες με την ισλαμική οργάνωση.
Πρόσθεσε πάντως ότι η συντριπτική πλειοψηφία των επαφών γίνεται μέσω Αράβων μεσολαβητών. «Αν και υπάρχουν βέβαια, μικρές εξαιρέσεις, μέχρι στιγμής η εκεχειρία διατηρείται, η ειρήνη διατηρείται και τώρα προσπαθούμε να βρούμε πώς να την διατηρήσουμε μακροπρόθεσμα».
«Καυτή πατάτα»
Η κυβέρνηση Νετανιάχου βρίσκεται πάντως αντιμέτωπη με μια «καυτή πατάτα», καθώς η προσάρτηση της Δυτικής Όχθης αποτελεί κόκκινη γραμμή για τις Ηνωμένες Πολιτείες. Ενδεχόμενη προσάρτηση της Δυτικής Όχθης θα μπορούσε να θέσει σε κίνδυνο το ειρηνευτικό σχέδιο του Προέδρου Τραμπ για τη Λωρίδα της Γάζας.
Τις τελευταίες εβδομάδες άλλωστε, καθησυχάζοντας τους Άραβες συμμάχους του, ο πρόεδρος Τραμπ είχε δηλώσει ότι δεν θα έδινε στο Ισραήλ το δικαίωμα να προσαρτήσει τη Δυτική Όχθη.
Η αίσθηση είναι πάντως ότι ο Νετανιάχου έχει ήδη ξεκινήσει το «ανηφορικό ταξίδι» ενόψει των προγραμματισμένων για τον Οκτώβριο του 2026, εκλογών και για τις οποίες δεν χρειάζεται να κάνει καμία σημαντική αλλαγή στην καθιερωμένη πολιτική του πορεία.
Η απόφαση της Κνεσέτ δείχνει πάντως ότι η πολιτική ισορροπία μετατοπίζεται όλο και περισσότερο προς τις πιο ακραίες εθνικιστικές απαιτήσεις.