Skip to main content

Ο Τραμπ έριξε προειδοποιητικές βολές κατά Πούτιν – Πώς θα επηρεάσουν τον πόλεμο οι κυρώσεις στις ρωσικές εταιρείες

Φωτογραφία αρχείου

Σημαντικά ζητήματα είναι το κατά πόσο θα εφαρμοστούν στην πράξη και αν τελικά η Ρωσία βρει εναλλακτικές λύσεις

«Ήταν καιρός», δήλωσε ο Αμερικανός πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ αναφερόμενος στο γεγονός ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες προχωρούν σε κυρώσεις κατά των δύο μεγαλύτερων πετρελαϊκών εταιρειών της Ρωσίας.

Οι κυρώσεις- που είναι οι πρώτες που ανακοινώνονται από τις ΗΠΑ κατά την δεύτερη θητεία του Τραμπ στον Λευκό Οίκο- αφορούν τους ρωσικούς ενεργειακούς κολοσσούς Rosneft και Lukoil, καθώς και πάνω από τριάντα θυγατρικές τους.

Η ανακοίνωση των κυρώσεων μαρτυρά αλλαγή του κλίματος στις σχέσεις του Αμερικανού προέδρου με τον Ρώσο ομόλογό του Βλαντίμιρ Πούτιν, οι οποίες φαίνεται ότι επιδεινώθηκαν μετά την απόρριψη από την πλευρά της Μόσχας των όρων της Αμερικής για κατάπαυση του πυρός στην Ουκρανία, να «παγώσουν» δηλαδή οι εχθροπραξίες στη σημερινή γραμμή του μετώπου.

«Η σημερινή κίνηση είναι μια προειδοποιητική βολή προς τον Πούτιν να εγκαταλείψει τα παιχνίδια και τις μαξιμαλιστικές θέσεις και να ασχοληθεί σοβαρά με τον τερματισμό του πολέμου», σχολιάζει ο Ντάνιελ Φριντ του Atlantic Council.

Ο ίδιος ο Τραμπ χαρακτήρισε τεράστιες τις κυρώσεις. «Ελπίζουμε πως δεν θα διαρκέσουν πάρα πολύ. Ελπίζουμε πως θα ο πόλεμος θα τερματιστεί», δήλωσε ο Τραμπ προσθέτοντας ότι οι κυρώσεις έχουν ως στόχο να φέρουν τον Πούτιν στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων.

Πάντως, ο Πούτιν εξακολουθεί να πιστεύει ότι μπορεί να επιβιώσει περισσότερο από οποιονδήποτε Δυτικό ηγέτη σε αυτό τον πόλεμο, παρατηρεί ο John E. Herbst.

Ο αντίκτυπος

Επομένως ποιος θα μπορούσε να είναι ο αντίκτυπος των κυρώσεων; Σίγουρα έχουμε τον άμεσο αντίκτυπο στα κέρδη της Ρωσίας από το πετρέλαιο, τόσο από τις νόμιμες πωλήσεις όσο και από εκείνες μέσω του σκιώδους στόλου του Κρεμλίνου.

Κατά τους αναλυτές του Atlantic Council, αν και οι κυρώσεις δεν επιφέρουν το μέγιστο πλήγμα, αποτελούν μια δυναμική κίνηση και «θα μπορούσαν να ασκήσουν ακόμη μεγαλύτερη πίεση προς τα κάτω στα ρωσικά έσοδα από το πετρέλαιο» αναγκάζοντας τη Μόσχα να κάνει περαιτέρω εκπτώσεις στο πετρέλαιό της και «αναγκάζοντας τους αγοραστές να εξετάσουν εναλλακτικές πηγές πετρελαίου».

Οι αμερικανικές κυρώσεις κατά της Rosneft και της Lukoil, αναφέρει η Kimberly Donovan, είναι σύμφωνες με το Εκτελεστικό Διάταγμα 14024, το οποίο, όπως εξηγεί, είναι σημαντικό επειδή «ενέχει την απειλή δευτερογενών κυρώσεων σε ξένα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα που συνεχίζουν να συνεργάζονται με τις εταιρείες που είναι σε καθεστώς κυρώσεων».

Δεδομένου ότι το υπουργείο Οικονομικών των ΗΠΑ εξέδωσε επίσης μια γενική οδηγία την Τετάρτη που θα «επιτρέψει την παύση των συναλλαγών με τη Rosneft και τη Lukoil, η οποία λήγει στις 21 Νοεμβρίου, αυτό το χρονικό περιθώριο θα δώσει στις χώρες που αγοράζουν μεγάλες ποσότητες ρωσικού πετρελαίου, όπως η Κίνα και η Ινδία, «το χρόνο να αποφασίσουν εάν θα σταματήσουν να εισάγουν ρωσικό πετρέλαιο ή θα αντιμετωπίσουν την απειλή επιβολής δευτερογενών κυρώσεων από τις Ηνωμένες Πολιτείες».

Σημαντικά ζητήματα ωστόσο συνιστούν το κατά πόσο θα εφαρμοστούν στην πράξη και αν τελικά η Ρωσία βρει εναλλακτικές λύσεις.

Θα πιάσουν τόπο;

Για τους αναλυτές, για να έχουν νόημα οι αμερικανικές κυρώσεις είναι σημαντικό να είναι ευθυγραμμισμένες με την πολιτική της Βρετανίας και της Ευρωπαϊκής Ένωσης ούτως ώστε να εξασφαλιστεί η «συνεπής εφαρμογή» τους που «θα διασφαλίσει ότι αυτές οι ενέργειες θα επιτύχουν το επιθυμητό αποτέλεσμα και θα αναγκάσουν τον Πούτιν να διαπραγματευτεί τον τερματισμό του πολέμου».

Πέρα από αυτό, όπως σημειώνουν οι αναλυτές, απαιτείται συνεχής άσκηση πίεσης στη Μόσχα. «Προς το παρόν, το μόνο που βλέπει με βεβαιότητα ο Πούτιν είναι ένας ακόμη γύρος κυρώσεων. Δεν πρέπει να είναι ο τελευταίος γύρος», λένε χαρακτηριστικά, προσθέτοντας ότι ο Τραμπ θα μπορούσε να εξετάσει να δώσει το Κίεβο «ό,τι κάνει νευρικό το Κρεμλίνο».

Διαβάστε ακόμα:

→ Πόλεμος στην Ουκρανία: Γιατί ο Τραμπ αποτυγχάνει εκεί που πέτυχε στη Γάζα