Για δεκαετίες, οι περισσότεροι Αμερικανοί πρόεδροι προσπάθησαν —μάταια— να αγνοήσουν τη Μέση Ανατολή.
Ο Μπαράκ Ομπάμα ήθελε να «στρέψει» την αμερικανική προσοχή προς την Ασία. Ο Τζο Μπάιντεν ζήτησε από τους συμβούλους του να κρατήσουν την περιοχή «μακριά από το γραφείο του». Όμως η Μέση Ανατολή δεν αγνοείται εύκολα, παρατηρεί ο Economist.
Η «Αραβική Άνοιξη» σφράγισε την πρώτη θητεία Ομπάμα, ενώ η διαπραγμάτευση για τη συμφωνία με το Ιράν καθόρισε τη δεύτερη. Και η κληρονομιά του Μπάιντεν θα μείνει για πάντα συνδεδεμένη με την απάντησή του στη σφαγή της 7ης Οκτωβρίου 2023 στο Ισραήλ.
Η ανατροπή του Τραμπ
Ο Ντόναλντ Τραμπ δεν μπορούσε να αγνοήσει τη Γάζα. Εννέα μήνες μετά την επανεκλογή του, κατάφερε κάτι που πολλοί δεν περίμεναν: μια εκεχειρία.
Μπορεί να μην είναι η «αιώνια ειρήνη» που ο ίδιος διακήρυξε, αλλά σε κάθε περίπτωση μια πραγματική συμφωνία — επίτευγμα που δεν κατάφερε ο προκάτοχός του. Προστίθεται στις «Συνθήκες του Αβραάμ», με τις οποίες έσσερα αραβικά κράτη ομαλοποίησαν σχέσεις με το Ισραήλ κατά την πρώτη του θητεία.
Πρόκειται για μία από τις τρεις σημαντικές αποφάσεις με τις οποίες ο Τραμπ αποστασιοποιήθηκε από την παραδοσιακή αμερικανική συναίνεση και —τουλάχιστον βραχυπρόθεσμα— πέτυχε αποτέλεσμα.
Deal maker
Οι υποστηρικτές του υποστηρίζουν ότι φέρνει μια μοναδική προσέγγιση στη Μέση Ανατολή. Και πράγματι, αυτό ισχύει — αλλά όχι για τους λόγους που εκείνοι πιστεύουν, σχολιάζει στην ανάλυσή του ο Economist.
Η μία θεωρία λέει πως πετυχαίνει γιατί προτιμά τους «deal guys» από τους παραδοσιακούς διπλωμάτες. Όπου οι τεχνοκράτες της Ουάσιγκτον κολλάνε στις λεπτομέρειες, οι άνθρωποι των συμφωνιών προχωρούν.
Οι μήνες επαφών του στενού του συνεργάτη, Στιβ Γουίτκοφ, ήταν κρίσιμοι για την οικοδόμηση εμπιστοσύνης με τα αραβικά κράτη. Όμως η εκεχειρία ήρθε μόνο όταν ο ίδιος ο Τραμπ αποφάσισε να ασκήσει πίεση στον Μπενιαμίν Νετανιάχου.
Η δύναμη της… αβεβαιότητας
Άλλοι λένε ότι ο Τραμπ κερδίζει επειδή είναι απρόβλεπτος. Όμως η ασυνέπεια δεν είναι πάντα προτέρημα στην εξωτερική πολιτική. Αν είχε τηρήσει την προηγούμενη εκεχειρία του Ιανουαρίου, ο πόλεμος στη Γάζα ίσως είχε λήξει επτά μήνες νωρίτερα.
Αντ’ αυτού, μίλησε για το όραμά του να μετατρέψει τη Γάζα σε «παραθαλάσσιο θέρετρο» — κάτι που το Ισραήλ ερμήνευσε ως πράσινο φως για την επανέναρξη των επιθέσεων.
Κατανοώντας τα όρια της ισχύος
Το σημείο στο οποίο ο Τραμπ φαίνεται να διαφέρει πραγματικά είναι στην κατανόηση των ορίων της αμερικανικής δύναμης στη Μέση Ανατολή.
Παρότι ρητορικά εμφανίζεται ως οπαδός της αμερικανικής υπεροχής, στην πράξη δείχνει πρόθυμος να αποδεχθεί αβέβαια αποτελέσματα —κάτι σπάνιο για Αμερικανούς ηγέτες.
Η επίθεση που διέταξε στις ιρανικές πυρηνικές εγκαταστάσεις τον Ιούνιο είναι χαρακτηριστική, σημειώνει ο Economist. Οι σύμμαχοι του Κόλπου, αν και εχθρικοί προς το Ιράν, αντιτάχθηκαν στην απόφαση φοβούμενοι τις συνέπειες. Το ίδιο και πολλοί από τους ψηφοφόρους του. Η ανησυχία για νέα ατέρμονη σύρραξη ήταν υπαρκτή.
Ο Τραμπ όμως πέτυχε να προλάβει την κρίση πριν κλιμακωθεί: δήλωσε ότι το ιρανικό πρόγραμμα είχε «εξουδετερωθεί» πριν καν το Πεντάγωνο ολοκληρώσει την αποτίμηση των ζημιών, ενώ ανάγκασε και το Ισραήλ να σταματήσει τους βομβαρδισμούς.
Το Ιράν απάντησε με περιορισμένα πλήγματα σε αμερικανική βάση στο Κατάρ και ο πόλεμος τελείωσε πριν καν ξεκαθαριστεί αν είχε επιτευχθεί ο στόχος.
«Καλή τύχη, Συρία»
Παρόμοια στάση κράτησε και στη Συρία. Οι αμερικανικές κυρώσεις είχαν επιβληθεί για να τιμωρήσουν το καθεστώς Άσαντ. Όταν οι αντάρτες ανέτρεψαν τον δικτάτορα πέρυσι, οι κυρώσεις έγιναν τροχοπέδη στην ανοικοδόμηση.
Οι φωνές στην Ουάσιγκτον ζητούσαν να διατηρηθούν μέχρι να ικανοποιηθούν σειρά προϋποθέσεων. Ο Τραμπ, αντιθέτως, ακολούθησε άλλη ρότα. «Ήρθε η ώρα τους να λάμψουν», είπε τον Μάιο, ανακοινώνοντας την πλήρη άρση των κυρώσεων. «Καλή τύχη, Συρία».
Η ευθύνη για τη μετάβαση πέρασε έτσι στις χώρες της περιοχής —σε όσες έχουν πραγματικό συμφέρον από τη σταθερότητα.
Η «μισή ειρήνη» της Γάζας
Η εκεχειρία στη Γάζα ακολούθησε το ίδιο μοτίβο. Ισραήλ και Χαμάς απέρριψαν μεγάλα τμήματα του σχεδίου Τραμπ. Εκείνος θα μπορούσε να διαπραγματεύεται μήνες. Δεν το έκανε. Επέλεξε να ανακοινώσει ότι η συμφωνία έκλεισε.
Επέβαλε έτσι μια στενή συμφωνία με ελάχιστο κοινό τόπο, αφήνοντας τις δύσκολες λεπτομέρειες για αργότερα. Η πολυπόθητη κατάπαυση πυρός και η επιστροφή των ομήρων επετεύχθησαν.
Από τον ιδεαλισμό στον πραγματισμό
Επί δεκαετίες, οι Ηνωμένες Πολιτείες προσπάθησαν να επιβάλουν ριζικές αλλαγές στη Μέση Ανατολή —με στρατιωτικές επεμβάσεις στο Ιράκ, τη Λιβύη, τη Συρία και την Υεμένη, με πιέσεις για εκδημοκρατισμό και με ατελείωτα σχέδια για την επίλυση του παλαιστινιακού ζητήματος.
Ακόμη και ο Τραμπ της πρώτης θητείας υπήρξε μαξιμαλιστής: σκληρή γραμμή κατά του Ιράν και το ουτοπικό «deal του αιώνα» για τη Μέση Ανατολή.
Στη δεύτερη θητεία του, όμως, φαίνεται να έχει περάσει σε έναν πιο «σκληρό» πραγματισμό. Αναγνωρίζει ότι η Αμερική δεν μπορεί να τα ελέγχει όλα — και έχει το θάρρος να παρουσιάζει το μερικό αποτέλεσμα ως επιτυχία.
Ίσως η ιστορία να τον διαψεύσει: ίσως το χτύπημα του Ιουνίου ωθήσει το Ιράν να φτιάξει μυστικά πυρηνική βόμβα· ίσως ο Άχμεντ αλ-Σαράα, ο προσωρινός πρόεδρος της Συρίας, αποδειχθεί νέος Άσαντ με γενειάδα. Προς το παρόν όμως μέσα στο χάος της Μέσης Ανατολής φαίνεται να είναι ο μόνος που βρήκε κάποιες λύσεις.